Выбрать главу

Κανένα σχέδιο μάχης δεν επιβιώνει της πρώτης επαφής, είπε ο Λουζ Θέριν μέσα στο κεφάλι του Ραντ. Για μια στιγμή, ήταν ιδιαίτερα διαυγής. Για μια στιγμή μόνο. Κάτι δεν πάει καλά, γρύλισε ξαφνικά. Η φωνή του γινόταν όλο και πιο έντονη, μέχρι που έγινε ένα άγριο γέλιο γεμάτο καχυποψία. Απίστευτο, κι όμως κάτι δεν πάει καλά. Κάτι παράξενο, κάτι που έγινε λάθος, κάτι που διέφυγε, κάτι φευγαλέο, σπασμωδικό. Τα χάχανά του έγιναν λυγμοί. Δεν μπορεί! Είναι τρελό! Κι εξαφανίστηκε πριν ο Ραντ καταφέρει να τον κάνει να σωπάσει. Που να καιγόταν, δεν υπήρχε τίποτα λανθασμένο στο σχέδιο, αλλιώς ο Μπασίρε θα το είχε ανιχνεύσει όπως η πάπια το σκαθάρι.

Ο Λουζ Θέριν ήταν όντως παρανοϊκός, δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία. Όσο, όμως, ο Ραντ αλ’Θόρ παρέμενε πνευματικά υγιής... Θα ήταν πολύ κακόγουστο αστείο, αν ο Αναγεννημένος Δράκοντας τρελαινόταν πριν αρχίσει ακόμα η Τελευταία Μάχη. «Λάβετε θέσεις», πρόσταξε κουνώντας το Σκήπτρο του Δράκοντα. Πάλεψε να καταπνίξει το γέλιο που του προκαλούσε αυτό το ενδεχόμενο κακόγουστο αστείο.

Η μεγάλη μάζα των ευγενών διασκορπίστηκε προτού καλά-καλά ολοκληρώσει τη διαταγή του, κι οι άντρες άρχισαν να μουρμουρίζουν καθώς έμπαιναν στη σειρά. Ελάχιστοι ήταν ικανοποιημένοι από τον τρόπο που τους είχε χωρίσει ο Ραντ. Μπορεί να αιφνιδιάστηκαν και να χάλασαν τους σχηματισμούς τους μέσα στην αναμπουμπούλα της πρώτης μάχης στα βουνά, αλλά είχαν ανασυνταχθεί σχεδόν αμέσως.

Ο Γουίραμον απέμεινε συνοφρυωμένος εξαιτίας του ότι δεν κατόρθωσε να εκφωνήσει τον λόγο του, αλλά ύστερα από μια περίτεχνη υπόκλιση, με το μυτερό του γενάκι να στρέφεται σαν λόγχη προς το μέρος του Ραντ, κάλπασε βόρεια, πάνω από τους λόφους, ακολουθούμενος από τον Κίριλ Ντραπάνεος, τον Μπερτόμ, τον Ντόρεσιν και κάμποσους ακόμα κατώτερους Καιρχινούς άρχοντες, που κοιτούσαν με πέτρινα πρόσωπα τους Δακρυνούς που τοποθετούνταν στη θέση τους. Ο Γκέντγουιν κάλπαζε πλάι στον Γουίραμον, λες κι ήταν αυτός ο ηγέτης, προσελκύοντας τα στραβομουτσουνιάσματα των υπόλοιπων, κάτι που έκανε πως δεν πρόσεχε. Οι υπόλοιπες ομάδες ήταν κι αυτές ανακατεμένες. Ο Γκρέγκοριν κατευθυνόταν κι αυτός βόρεια, έχοντας μαζί του έναν βαρύθυμο Σούναμον ο οποίος προσπαθούσε να προσποιηθεί πως κατά τύχη ακολουθούσε την ίδια πορεία, ενώ ο Νταλθέηνς ηγούνταν κατώτερων Καιρχινών. Ο Τζόρντγουιν Σέμαρις, ένας άλλος των Εννέα, ακολούθησε τον Μπασίρε νότια μαζί με τον Άμοντριντ και τον Γκέγιαμ. Αυτοί οι τρεις είχαν αποδεχτεί τον Σαλδαίο σχεδόν πρόθυμα για τον απλό λόγο ότι, απ’ όσο περνούσε από το χέρι του, δεν ήταν Καιρχινός, Δακρυνός ή Ιλιανός. Ο Ρόσεντ πάσχιζε να κάνει τα ίδια με τον Μπασίρε, όπως ο Γκέντγουιν με τον Γουίραμον, αλλά ο Μπασίρε δεν φάνηκε να δίνει και πολλή σημασία. Λίγο μακρύτερα από την ομάδα του Μπασίρε, ο Τόρεαν κι ο Μάρακον κάλπαζαν μαζί, και το πιθανότερο ήταν πως έτρεφαν πολύ άσχημα αισθήματα απέναντι στον Σεμάραντριντ που είχε πάρει τη θέση τους. Επιπλέον, ο Έρσιν Νέταρι δεν έπαψε στιγμή να στρέφει τη ματιά του προς το μέρος του Τζόρντγουιν και να στηρίζεται πάνω στον αναβολέα για να κοιτάξει πίσω, προς τον Γκρέγκοριν και τον Κίριλ, αν κι ήταν απίθανο να τους προσέξει πέρα από τους λόφους. Ο Σεμάραντριντ, με τη ράχη του ίσια σαν στυλιάρι, φάνταζε εξίσου ατρόμητος με τον Μπασίρε.

Επρόκειτο για τον ίδιο κανόνα που χρησιμοποιούσε πάντα ο Ραντ. Εμπιστευόταν τον Μπασίρε, και νόμιζε πως κάλλιστα θα μπορούσε να εμπιστευτεί και τον Γκρέγκοριν, ενώ κανείς από τους υπόλοιπους δεν θα τολμούσε να σκεφτεί καν να στραφεί εναντίον του με τόσους ξενομερίτες γύρω του, τόσο πολλούς παλιούς εχθρούς και τόσο λίγους φίλους. Ο Ραντ γέλασε απαλά, παρακολουθώντας τους να κατεβαίνουν τη λοφοπλαγιά. Θα πολεμούσαν στο πλευρό του, και μάλιστα ανδρειωμένα, μια και δεν είχαν άλλη ευκαιρία. Αλλά κι εκείνος δεν είχε άλλη ευκαιρία.

Τρέλα, ψιθύρισε συριστικά ο Λουζ Θέριν, κι ο Ραντ απέδιωξε τη φωνή θυμωμένος.

Φυσικά, δεν ήταν και τόσο μόνος. Ο Τίχερα κι ο Μάρκολιν είχαν τοποθετήσει τους περισσότερους έφιππους Υπερασπιστές και Συντρόφους ανά συστοιχίες ανάμεσα στις ελιές, στους λόφους που περιστοίχιζαν πλευρικά αυτόν στον οποίο ο Ραντ καθόταν καβάλα πάνω στο άλογο του. Οι υπόλοιποι ήταν διασκορπισμένοι, σαν προπέτασμα ενάντια σε κάποια αιφνιδιαστική ενέδρα. Μια ομάδα Λεγεωνάριων με γαλάζιες φορεσιές περίμενε υπομονετικά στο βαθούλωμα υπό το άγρυπνο βλέμμα του Μάσοντ, και στην οπισθοφυλακή υπήρχαν άλλοι τόσοι άντρες με ό,τι ρούχα βρέθηκαν να φορούν όταν παραδόθηκαν στους χερσότοπους του Ίλιαν. Πάσχιζαν να μιμηθούν την ηρεμία των Λεγεωνάριων, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία.