Η Σομάρα έκανε μια κίνηση με το χέρι της σαν να ήθελε να παραμερίσει τα μαλλιά από το πρόσωπό του, κι έπειτα το αποτράβηξε. «Έτσι περιποιούμαστε έναν πρωταδελφό που μας ατιμάζει, Ραντ αλ’Θόρ», είπε με σταθερή φωνή. «Την πρώτη φορά. Τη δεύτερη θα χρησιμοποιήσουμε λουριά».
Η Ναντέρα στάθηκε πάνω από τον Ραντ με τις γροθιές τοποθετημένες στους γοφούς της και με έκφραση πέτρινη. «Έχεις την τιμή να αποκαλείσαι Φαρ Ντάραϊς Μάι, γιέ Κόρης», είπε με θλιβερή φωνή. «Υποσχέθηκες πως θα μας καλούσες να χορέψουμε τα δόρατα για χάρη σου, κι έπειτα πήγες στη μάχη και μας άφησες πίσω. Μην το ξανακάνεις αυτό».
Πέρασε από πάνω του για να βγει έξω, κι οι άλλες δύο την ακολούθησαν. Μονάχα η Σομάρα έριξε μια ματιά προς τα πίσω, και μπορεί να υπήρχε μια υπόνοια οίκτου στη ματιά της αλλά όχι και στη φωνή της όταν είπε: «Μη μας αναγκάσεις να ξανακάνουμε κάτι τέτοιο, γιε Κόρης».
Ο Ραντ είχε καταφέρει να στηριχθεί στα χέρια και στα γόνατα μέχρι να συρθεί η Μιν προς το μέρος του. «Θα πρέπει να είναι τρελές», έκρωξε. Μα το Φως, πόσο πονούσαν τα πλευρά της! «Ο Ρούαρκ θα...!» Δεν είχε ιδέα τι θα μπορούσε να κάνει ο Ρούαρκ. Όχι πολλά, πάντως. «Η Σορίλεα». Η Σορίλεα θα τις σταύρωνε, έτσι για αρχή! «Όταν θα της το αναφέρουμε...»
«Δεν θα αναφέρουμε τίποτα σε κανέναν», είπε ο Ραντ. Ακουγόταν σαν να είχε ξαναβρεί την ανάσα του, αν κι η ματιά του εξακολουθούσε να τρεμοπαίζει ελαφρά. Πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό; «Έχουν δικαίωμα. Το κέρδισαν με την αξία τους».
Η Μιν αναγνώρισε αυτόν τον τόνο. Όταν ένας άντρας αποφάσιζε να πεισμώσει, ήταν ικανός να κάτσει πάνω σε τσουκνίδες και να σου αρνηθεί κατάμουτρα ότι του τσιμπούσαν τα πισινά! Αισθάνθηκε σχεδόν ευχαριστημένη που τον άκουσε να γογγύζει καθώς τον βοηθούσε να σταθεί στα πόδια του ή, εν πάση περιπτώσει, καθώς βοηθούσε ο ένας τον άλλον. Αν είχε σκοπό να παραμείνει ξεροκέφαλος, τότε άξιζε μερικούς μώλωπες!
Ξάπλωσε αναπαυτικά στο κρεβάτι, ακουμπώντας στα στοιβαγμένα μαξιλάρια, κι αυτή χώθηκε πλάι του. Άλλες προσδοκίες είχε, αλλά ήταν σίγουρη πως όλο και κάτι θα γινόταν.
«Δεν περίμενα να χρησιμοποιήσω κατ’ αυτόν τον τρόπο το κρεβάτι», μουρμούρισε. Η Μιν δεν ήταν σίγουρη κατά πόσον υποτίθεται ότι έπρεπε να τον ακούει.
Γέλασε. «Πολύ το απολαμβάνω που με κρατάς όπως την... την άλλη». Παραδόξως, της χαμογέλασε, λες κι ήξερε πως του έλεγε ψέματα. Η Θεία της, η Μίρεν, ισχυριζόταν πως επρόκειτο για ένα από τα τρία ψέματα που θα πίστευε ένας άντρας ότι του λέει μια γυναίκα.
«Αν σας διακόπτω», ακούστηκε μια ψυχρή γυναικεία φωνή από την είσοδο, «μπορώ να επιστρέψω σε πιο κατάλληλη στιγμή».
Η Μιν τινάχτηκε μακριά από τον Ραντ λες και κάτι την είχε τσουρουφλίσει, αλλά όταν αυτός την τράβηξε ξανά κοντά του, αφέθηκε επάνω του. Αναγνώρισε την Άες Σεντάι που στεκόταν στην είσοδο, μία πλαδαρή μικροκαμωμένη Καιρχινή, με τέσσερις λεπτές χρωματιστές λωρίδες που διέσχιζαν το πληθωρικό της στήθος, και λευκές σχισμές στη σκούρα της φούστα. Η Ντάιγκιαν Μοσενέιλιν ήταν μια από τις αδελφές που είχαν έρθει μαζί με την Κάντσουεϊν. Και, σύμφωνα με τη γνώμη της Μιν, ήταν εξίσου αυταρχική με την ίδια την Κάντσουεϊν.
«Έτσι κάνουν στο χωριό σου;» τη ρώτησε τεμπέλικα ο Ραντ. «Όποια κι αν είσαι, δεν σε έμαθαν πως πρέπει να χτυπάς πρώτα;» Η Μιν αντιλήφθηκε πως οι μυώνες στο μπράτσο που την κρατούσαν είχαν σκληρύνει σαν βράχοι.
Η φεγγαρόπετρα που ταλαντευόταν στο μέτωπο της Ντάιγκιαν, πάνω σε μια λεπτή ασημένια αλυσίδα, μετακινήθηκε καθώς η γυναίκα κούνησε το κεφάλι της αργά. Προφανέστατα, δεν ήταν διόλου ευχαριστημένη. «Η Κάντσουεϊν Σεντάι έλαβε το αίτημά σου», είπε με φωνή ακόμα πιο ψυχρή από πριν, «και μου ζήτησε να μεταβιβάσω τη συγγνώμη της. Επιθυμεί διακαώς να ολοκληρώσει το κέντημα πάνω στο οποίο δουλεύει. Ίσως μπορέσει να σε συναντήσει κάποια άλλη μέρα. Αν έχει χρόνο».
«Έτσι είπε;» ρώτησε ο Ραντ κι η φωνή του πήρε μια επικίνδυνη χροιά.
Η Ντάιγκιαν ρουθούνισε περιφρονητικά. «Σε αφήνω να συνεχίσεις... ό,τι έκανες». Η Μιν αναρωτήθηκε αν θα επιχειρούσε ποτέ να χαστουκίσει μια Άες Σεντάι. Η Ντάιγκιαν την κοίταξε παγερά, σαν να άκουσε τη σκέψη της, και στράφηκε να βγει από το δωμάτιο.
Ο Ραντ σηκώθηκε βρίζοντας πνιχτά. «Να πεις στην Κάντσουεϊν να πάει στο Χάσμα του Χαμού!» φώναξε πίσω από την αδελφή που απομακρυνόταν. «Που να σαπίσει!»
«Δεν έχει νόημα, Ραντ», αναστέναξε η Μιν. Τα πράγματα γίνονταν δυσκολότερα απ’ όσο φανταζόταν. «Εσύ έχεις ανάγκη την Κάντσουεϊν, όχι εκείνη εσένα».
«Έτσι λες;» τη ρώτησε μαλακά κι η Μιν αναρίγησε. Νόμιζε πως η φωνή του είχε πάρει επικίνδυνη χροιά προηγουμένως, αλλά τώρα ακουγόταν ακόμα πιο επικίνδυνη.