Выбрать главу

Ξαφνικά, τσουχτερά δάκρυα έκαναν την εμφάνισή τους στα μάτια της, έτοιμα να κυλήσουν. Ο Ραντ θα πέθαινε ούτως ή άλλως, κι η ίδια δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να το αποτρέψει. Ξεφλούδισε το μήλο που κρατάς στο χέρι σου, κορίτσι μου, όχι αυτό που κρέμεται στο δέντρο, έμοιαζε να ψιθυρίζει στο αυτί της η απαλή φωνή της Λίνι. Τα δάκρυα είναι για αργότερα. Πριν από την ώρα τους, είναι χαμένος χρόνος.

«Σ’ ευχαριστώ, Λίνι», μουρμούρισε η Ηλαίην. Η παλιά της τροφός εξαπτόταν μερικές φορές και δεν παραδεχόταν ποτέ πως τα κοριτσάκια που είχε υπό την εποπτεία της μεγάλωναν, αλλά οι συμβουλές της ήταν πάντα καλές. Επειδή η Νυνάβε είχε αμελήσει τα καθήκοντα της, δεν σήμαινε πως έπρεπε να αμελήσει κι η Ηλαίην τα δικά της.

Οι υπηρέτες κεντούσαν τα άλογα για να τροχάσουν ξοπίσω από τις γυναίκες του πλεχτού Κύκλου, αρχίζοντας με τα υποζύγια. Κανένα από αυτά τα πρώτα ζώα δεν κουβαλούσε κάτι τόσο ασήμαντο όσο τα ρούχα. Σε περίπτωση που αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τα άλογα στην άλλη μεριά της πύλης, θα μπορούσαν να περπατήσουν και να φορέσουν ό,τι είχαν πρόχειρο, αν χρειαζόταν να αφεθούν πίσω τα υποζύγια, αλλά δεν ήταν δυνατόν να αφήσουν το φορτίο αυτών των πρώτων αλόγων στους Αποδιωγμένους. Η Ηλαίην έκανε νόημα στη γυναίκα με τα τραχιά μάγουλα που οδηγούσε τα πρώτα αλόγα να την ακολουθήσει, μακριά από τις υπόλοιπες.

Λύνοντας και τινάζοντας πέρα το δύσκαμπτο κάλυμμα του καναβάτσου σε ένα από τα φαρδιά ψάθινα πανέρια, η γυναίκα αποκάλυψε έναν μεγάλο σωρό από κάτι που έμοιαζε με σκουπίδια πεταμένα όπως-όπως μέχρι την κορυφή, μερικά εκ των οποίων ήταν τυλιγμένα με φθαρμένο ύφασμα. Το μεγαλύτερο μέρος του σωρού ήταν μάλλον σκουπίδια. Αγκαλιάζοντας το σαϊντάρ, η Ηλαίην άρχισε τη διαλογή. Ένας σκουριασμένος θώρακας πανοπλίας πετάχτηκε στο έδαφος μαζί με ένα σπασμένο πόδι τραπεζιού, ένα ραγισμένο πιάτο, μια άσχημα χαραγμένη στάμνα από κασσίτερο, κι ένα τόπι από σάπιο, άγνωστο ύφασμα, που διαλύθηκε σχεδόν στα χέρια της.

Η αποθήκη στην οποία είχαν ανακαλύψει το Κύπελλο των Ανέμων ήταν γεμάτη· αντικείμενα που έπρεπε να πεταχτούν ως άχρηστα ανακατεύονταν με διάφορα αντικείμενα της Δύναμης, εκτός από το Κύπελλο, κάποια από αυτά μέσα σε σαρακοφαγωμένους κάδους ή σεντούκια, κάποια άλλα πεταμένα στην τύχη. Επί σειρά αιώνων, το Σόι έκρυβε όσα αντικείμενα ανακάλυπτε πως είχαν κάποια σχέση με τη Δύναμη, φοβούμενο να τα χρησιμοποιήσει ή να τα παραδώσει στις Άες Σεντάι. Μέχρι εκείνο το πρωί. Ήταν η πρώτη φορά που η Ηλαίην είχε την ευκαιρία να κρίνει τι άξιζε να διατηρηθεί. Ας βοηθούσε το Φως να μην είχαν κλέψει κάτι σημαντικό οι Σκοτεινόφιλοι· σίγουρα είχαν πάρει κάποια πράγματα, αλλά λιγότερο από το ένα τέταρτο όσων είχε φιλοξενήσει εκείνο το δωμάτιο, συμπεριλαμβανομένων των σκουπιδιών. Ας βοηθούσε το Φως να έβρισκε η Ηλαίην κάτι που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν. Είχαν πεθάνει άνθρωποι προκειμένου να βγάλουν αυτά τα αντικείμενα από το Ράχαντ.

Δεν διαβίβασε, απλώς χρησιμοποίησε τη Δύναμη καθώς ανασήκωνε κάθε τεμάχιο. Μια πελεκημένη κούπα από πηλό, τρία σπασμένα πιάτα, ένα σκοροφαγωμένο παιδικό φόρεμα και μια παλιά μπότα με μια τρύπα στη μια μεριά, έπεσαν όλα στο πάτωμα. Ένα πέτρινο γλυπτό, λίγο μεγαλύτερο από το χέρι της —τουλάχιστον, έμοιαζε να είναι από πέτρα και θα μπορούσε να είναι γλυπτό, αν και για κάποιον λόγο δεν φαινόταν ακριβώς σμιλεμένο— γεμάτο βαθυγάλαζες καμπύλες, οι οποίες έμοιαζαν με ρίζες. Έμοιαζε να θερμαίνεται ελαφρώς στο άγγιγμα της· είχε κάποιου είδους... συντονισμό... με το σαϊντάρ. Ήταν η πιο εύστοχη λέξη που μπορούσε να σκεφτεί. Δεν είχε ιδέα σε τι εξυπηρετούσε, αλλά αναμφίβολα επρόκειτο για τερ’ανγκριάλ. Το τοποθέτησε στην απέναντι μεριά, μακριά από τον σωρό με τα σκουπίδια.

Ο σωρός με τα απορρίμματα εξακολουθούσε να αυξάνει, το ίδιο όμως κι ο άλλος —αν και με βραδύτερο ρυθμό— που αποτελούνταν από αντικείμενα με ελάχιστα κοινά μεταξύ τους, πλην μιας αδιόρατης θερμότητας και της αίσθησης ότι αντηχούσαν τη Δύναμη. Παρατήρησε ένα μικρό κουτί που έμοιαζε φτιαγμένο από φίλντισι, καλυμμένο με κυματιστές κόκκινες και πράσινες ρίγες. Το απίθωσε κάτω προσεκτικά, δίχως να ανοίξει το σκέπασμα με τους αρμούς. Ποτέ δεν μπορούσες να ξέρεις τι θα ενεργοποιούσε ένα τερ’ανγκριάλ. Πρόσεξε επίσης μια μαύρη ράβδο, όχι παχύτερη από το μικρό της δάχτυλο και με μήκος ένα βήμα, αλύγιστη αλλά και τόσο εύκαμπτη ταυτόχρονα, ώστε η Ηλαίην νόμιζε πως θα μπορούσε να ενώσει τα άκρα της σχηματίζοντας κύκλο. Υπήρχε ακόμα μια μικροσκοπική σφραγισμένη φιάλη —μάλλον κρυστάλλινη— με ένα σκούρο πορφυρό υγρό στο εσωτερικό της, κι η φιγούρα ενός ρωμαλέου γενειοφόρου άντρα με κεφάτο χαμόγελο, ο οποίος κρατούσε ένα βιβλίο· είχε δύο πόδια ύψος, έμοιαζε φτιαγμένη από πολυκαιρισμένο σκούρο μπρούντζο και, για να την ανασηκώσει, η Ηλαίην χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει και τα δύο της χέρια. Υπήρχαν κι άλλα πράγματα, μολονότι τα περισσότερα δεν είχαν καμία αξία. Και κανένα δεν ήταν αυτό που πραγματικά ήθελε. Προς το παρόν, τουλάχιστον.