Τα ρουθούνια του διαστάλθηκαν ξανά, παρ’ όλο που δεν εντόπιζε μέσω της όσφρησης όσους είχαν τη δυνατότητα της διαβίβασης. Η Μία Δύναμης είχε χρησιμοποιηθεί κάτω και κάμποσα μίλια βορεινά. Άραγε, να τους ακολουθούσε ή όχι; Ο άντρας τον οποίο είχε πληγώσει δεν ήταν μαζί τους. Είχε βεβαιωθεί γι’ αυτό πριν αφήσει την πλεονεκτική του θέση. Αυτός που το πρόσταζε επιθυμούσε να δει τον άντρα που το πλήγωσε νεκρό, σχεδόν όσο και τις γυναίκες, αλλά εκείνες ήταν ευκολότερος στόχος. Του είχε κατονομάσει τις γυναίκες, αλλά προς το παρόν ήταν περιορισμένο. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του αναγκαζόταν να υπακούσει στον έναν ή στον άλλον άνθρωπο, αλλά στο μυαλό του υπήρχε η γενική ιδέα τού να ενεργεί ελεύθερα. Έπρεπε να ακολουθήσει τις γυναίκες. Ήθελε να τις ακολουθήσει. Η στιγμή του θανάτου, όταν ένιωθε την ικανότητα της διαβίβασης να σβήνει μαζί με τη ζωή, του προκαλούσε έκσταση. Μέθη. Ωστόσο, ήταν πεινασμένο κι υπήρχε αρκετός χρόνος. Όπου κι αν πήγαιναν, θα τις ακολουθούσε. Με μια ρευστή κίνηση γονάτισε πλάι στο τσακισμένο κορμί κι άρχισε να τρώει. Το φρέσκο αίμα, το ζεστό αίμα, ήταν μια αναγκαιότητα, αλλά το ανθρώπινο αίμα είχε πάντα τη γλυκύτερη γεύση.
3
Μια Ευχάριστη Διαδρομή
Αγροικίες, βοσκοτόπια κι ελαιώνες κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής γύρω από το Έμπου Νταρ, αλλά υπήρχαν και κάμποσα μικρά δάση που απλώνονταν σε μια έκταση λίγων μιλίων και, παρ’ όλο που το έδαφος ήταν πολύ πιο επίπεδο από τους Λόφους Ράννον στον Νότο, κυμάτιζε κι ανασηκωνόταν σε υψώματα των εκατό ποδών ή και μεγαλύτερα, αρκετά ψηλά ώστε να ρίχνουν βαθιές σκιές κάτω από τον απογευματινό ήλιο. Αν μη τι άλλο, η περιοχή προστάτευε υπέρ το δέον από τα αδιάκριτα βλέμματα την πομπή, που έμοιαζε με καραβάνι ενός παράξενου εμπόρου· σχεδόν πενήντα έφιπποι άνθρωποι κι άλλοι τόσοι πεζοί, ειδικά κάποιοι Πρόμαχοι, οι οποίοι ξετρύπωναν απάτητα μονοπάτια μέσα στην πυκνή βλάστηση. Η Ηλαίην δεν εντόπισε ούτε ίχνος ανθρώπινης εγκατάστασης, εκτός από λίγες γίδες που έβοσκαν σε μερικούς λόφους.
Ακόμα και τα φυτά και τα δέντρα που ήταν συνηθισμένα σε υψηλές θερμοκρασίες είχαν αρχίσει να μαραίνονται και να ζαρώνουν, ωστόσο σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή ίσως η Ηλαίην να απολάμβανε το τοπίο. Θα μπορούσε να βρίσκεται χίλιες λεύγες μακριά από την περιοχή που είχε δει ενόσω ίππευαν από την άλλη μεριά του Έλνταρ. Οι λόφοι ήταν αλλόκοτοι, γρομπιασμένοι σχηματισμοί, λες κι ένα τεράστιο απρόσεκτο χέρι τους είχε σφίξει στη γροθιά του. Κοπάδια πουλιών με λαμπερές αποχρώσεις πετούσαν ψηλά στο πέρασμά τους, ενώ ντουζίνες από κολίβρια διαφόρων ειδών πετάριζαν μακριά από τα άλογα σαν μετέωρα πετράδια με θολωμένα φτερά. Παχιές περικοκλάδες κρέμονταν σαν σχοινιά σε μερικά σημεία, ενώ υπήρχαν δέντρα με θυσάνους από στενούς βλαστούς στην κορυφή για φύλλωμα, καθώς και πράγματα που έμοιαζαν με πράσινα ξεσκονιστήρια στο ύψος ενός άντρα. Λίγα φυτά, ξεγελασμένα από τη ζέστη, πάλευαν να βγάλουν μπουμπούκια σε λαμπερό κόκκινο ή ζωηρό κίτρινο χρώμα, μερικά τόσο πλατιά όσο τα δυο της χέρια ενωμένα. Το άρωμά τους ήταν αισθησιακό κι... «ερωτικά προκλητικό», αυτές οι λέξεις τής ήρθαν στο μυαλό. Παρατήρησε κάποιες ογκώδεις κροκάλες, για τις οποίες θα στοιχημάτιζε πως το πάλαι ποτέ ήταν δάχτυλα ποδιού σε ένα γιγαντιαίο άγαλμα, αν και της διέφευγε ο λόγος που θα έφτιαχνε κάποιος ξυπόλητο ένα άγαλμα τέτοιων διαστάσεων. Σε κάποια άλλη φάση, το μονοπάτι διέτρεχε ένα δάσος από μεγάλες αυλακωμένες πέτρες ανάμεσα στα δέντρα, ροζιασμένα κολοβώματα κιόνων, κάμποσες από δαύτες αναποδογυρισμένες και σκαμμένες εδώ και πολύ καιρό από τους ντόπιους αγρότες για το υλικό τους. Ήταν μια ευχάριστη βόλτα, παρά τη σκόνη που σήκωναν οι οπλές των αλόγων από το καψαλισμένο έδαφος. Η ζέστη δεν είχε καμία επίδραση επάνω της, φυσικά, και δεν υπήρχαν πολλές μύγες. Είχαν αφήσει πίσω όλους τους κινδύνους· είχαν ξεφύγει από τους Αποδιωγμένους και δεν υπήρχε περίπτωση να τους προφτάσουν ούτε οι ίδιοι ούτε οι υπηρέτες τους. Θα μπορούσε να είναι μια ευχάριστη διαδρομή, αλλά...
Κατά πρώτον, η Αβιέντα έμαθε πως το μήνυμα που είχε στείλει —πως ο εχθρός έρχεται εκεί που δεν τον περιμένεις— δεν είχε παραδοθεί. Αρχικά, η Ηλαίην ένιωθε ανακούφιση στο άκουσμα οποιουδήποτε ζητήματος δεν αφορούσε στον Ραντ. Δεν ήταν θέμα ζήλιας, αλλά συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο πως επιθυμούσε όσα είχε μοιραστεί μαζί του η Αβιέντα. Δεν επρόκειτο για ζήλια αλλά μάλλον για φθόνο. Ίσως, όμως, να προτιμούσε το πρώτο. Ύστερα, άρχισε να δίνει προσοχή σε αυτό που έλεγε η φίλη της με μονότονη σιγανή φωνή, κι αισθάνθηκε τις τρίχες του σβέρκου της να σηκώνονται.