Η Μέριλιλ πλησίασε την Ηλαίην λίγες στιγμές αφότου είχε φύγει η Ρεάνε, κι η Γκρίζα αδελφή προσποιήθηκε πολύ καλύτερα από τη γυναίκα του Σογιού πως έκανε μια απλή κουβέντα. Με τον τρόπο που μιλούσε, τουλάχιστον, ήταν η αξιοπρέπεια προσωποποιημένη. Το τι είχε να πει, βέβαια, ήταν άλλο ζήτημα. «Αναρωτιέμαι κατά πόσον είναι αξιόπιστες αυτές οι γυναίκες, Ηλαίην». Τα χείλη της σούφρωσαν με αηδία καθώς με το γαντοφορεμένο της χέρι τίναζε τη σκόνη από τη σκιστή γαλάζια φούστα της. «Λένε πως δεν δέχονται τις αδέσποτες, αλλά η ίδια η Ρεάνε μπορεί να είναι τέτοια, ανεξάρτητα από το τι ισχυρίζεται για την αποτυχία της στη δοκιμασία της Αποδεχθείσας. Κι η Σουμέκο, όπως κι η Κίρστιαν σίγουρα». Ένα ελαφρύ συνοφρύωμα φάνηκε μόλις ανέφερε το όνομα της Κίρστιαν, μια περιφρονητική κίνηση του κεφαλιού. «Θα πρέπει να έχεις προσέξει την αντίδραση της όποτε αναφέρεται ο Πύργος. Δεν ξέρει περισσότερα απ’ όσα θα της έλεγε κάποια που έχει όντως εκδιωχθεί». Η Μέριλιλ αναστέναξε, σαν να μετάνιωνε για όσα έπρεπε να πει· πράγματι, ήταν πολύ καλή στον ρόλο της. «Έχεις αναλογιστεί την πιθανότητα να ψεύδονται και γι’ άλλα θέματα; Απ’ όσο γνωρίζουμε, θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι Σκοτεινόφιλες ή να έχουν εξαπατηθεί από Σκοτεινόφιλους. Μάλλον όχι βέβαια, αλλά καλύτερα να μην τις εμπιστευόμαστε και πολύ. Πιστεύω πως όντως υπάρχει ένα αγρόκτημα, άσχετα με αν το χρησιμοποιούν για καταφύγιο ή όχι, αλλιώς δεν θα συμφωνούσα με όλα αυτά. Δεν θα εκπλησσόμουν, ωστόσο, αν έβρισκα μερικά ετοιμόρροπα κτήρια και καμιά ντουζίνα αδέσποτες. Καλά, μπορεί να μην είναι ετοιμόρροπα —αυτές φαίνεται να έχουν χρήμα— αλλά η ουσία είναι η ίδια. Όχι, απλούστατα δεν είναι άξιες εμπιστοσύνης».
Η Ηλαίην άρχισε να σιγοβράζει μόλις αντιλήφθηκε πού το πήγαινε η Μέριλιλ, κι από μέσα της φούντωνε όλο και πιο πολύ. Όλοι αυτοί οι ελιγμοί, όλα αυτά τα «πιθανόν» και «ίσως», έτσι ώστε να μπορεί η γυναίκα να υπαινιχτεί πράγματα που η ίδια δεν πίστευε. Σκοτεινόφιλες; Μα ο Πλεχτός Κύκλος πολέμησε τους Σκοτεινόφιλους, με θύματα δύο μέλη του. Και χωρίς τη Σουμέκο και την Ιέιν, ήταν πιθανότερο να είχε πεθάνει η Νυνάβε παρά να πιαστεί αιχμάλωτη η Ισπάν. Όχι, ο λόγος που δεν μπορούσαν να τις εμπιστευτούν δεν ήταν επειδή η Μέριλιλ φοβόταν πως είχαν δώσει όρκο στη Σκιά, αλλιώς θα το έλεγε. Δεν μπορούσαν να τις εμπιστευτούν, γιατί έτσι δεν θα τους επιτρεπόταν να κρατήσουν την Ισπάν.
Έλιωσε μια μεγάλη πράσινη μύγα που είχε κάτσει πάνω στον λαιμό της Λέαινας, κι ο θόρυβος σκέπασε τα τελευταία λόγια της Μέριλιλ, αναγκάζοντας την Γκρίζα αδελφή να αναπηδήσει έκπληκτη. «Πώς τολμάς;» είπε η Ηλαίην με κομμένη την ανάσα. «Ήρθαν αντιμέτωπες με την Ισπάν και με τη Φάλιον στο Ράχαντ, όπως και με το γκόλαμ, για να μην αναφέρω τις δυο ντουζίνες παλικαράδες με τα γυμνά ξίφη. Εσύ δεν ήσουν παρούσα». Δεν ήταν δίκαιο. Είχαν αφήσει τη Μέριλιλ και τις υπόλοιπες πίσω σκόπιμα, αφού οι Άες Σεντάι στο Ράχαντ, οι προφανείς Άες Σεντάι, θα προκαλούσαν σίγουρα την προσοχή. Δεν την ένοιαζε. Η οργή της ολοένα αυξανόταν, όπως κι η φωνή της, λέξη με τη λέξη. «Μην τολμήσεις ποτέ ξανά να υπαινιχτείς κάτι τέτοιο παρουσία μου. Ποτέ! Όχι χωρίς αδιάσειστα στοιχεία! Όχι χωρίς αποδείξεις! Αν το ξανακάνεις, θα σου επιβάλω τέτοια ποινή, που δεν θα πιστεύεις στα μάτια σου!» Όσο ανώτερη κι αν ήταν σε σχέση με την άλλη γυναίκα, δεν είχε δικαίωμα να της επιβάλει ποινή, αλλά ούτε αυτό την ένοιαζε. «Θα σε αναγκάσω να πας με τα πόδια μέχρι την Ταρ Βάλον, νηστική σ’ όλη τη διαδρομή! Μόνο με ψωμί και νερό! Θα θέσω εσένα υπό την επιτήρησή τους και θα τους πω να σε χτυπήσουν ακόμα κι αν πειράξεις πάπια!»
Ξαφνικά, συνειδητοποίησε ότι ούρλιαζε. Κάποιο είδος λευκόγκριζων πουλιών πετάρισαν πάνω από τα κεφάλια τους σε πλατύ σχηματισμό, αλλά οι φωνές της Ηλαίην κάλυπταν τις δικές τους. Πήρε μια βαθιά ανάσα και προσπάθησε να ηρεμήσει. Η φωνή της δεν ήταν κατάλληλη για ουρλιαχτά· πάντα ακουγόταν τσιριχτή. Όλοι κοιτούσαν προς το μέρος της, οι περισσότεροι εμβρόντητοι. Η Αβιέντα ένευσε επιδοκιμαστικά. Το ίδιο θα έκανε ακόμα κι αν η Ηλαίην έχωνε ένα μαχαίρι στην καρδιά της Μέριλιλ. Όπως κι αν είχε, πάντα συμπαραστεκόταν στις φίλες της. Η Καιρχινή χλωμάδα στο πρόσωπο της Μέριλιλ τώρα είχε γίνει θανατερή.
«Ό,τι λέω, το εννοώ», της είπε η Ηλαίην, κι η χροιά της φωνής της ήταν ακόμα πιο ψυχρή. Τα λόγια της ήταν αρκετά για να στραγγίσουν ακόμα περισσότερο αίμα από το πρόσωπο της άλλης γυναίκας. Όντως εννοούσε κάθε λέξη· δεν ήταν ό,τι καλύτερο να κυκλοφορούν τέτοιες φήμες ανάμεσά τους. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, θα φρόντιζε να πραγματοποιηθούν οι απειλές της, παρ’ όλο που κάτι τέτοιο θα έκανε τις γυναίκες του Πλεχτού Κύκλου να λιποθυμήσουν.