Η Κάιρε αγριοκοίταζε τον κύκλο των γυναικών γύρω από το Κύπελλο —αν και δεν ήταν ακόμα ακριβώς κύκλος— σαν να προσπαθούσε να αποτυπώσει την κάθε μορφή στο μυαλό της. Ή, ίσως, να αποτυπώσει την κατήφειά της στα δικά τους. Ξαφνικά, η Ηλαίην θυμήθηκε τι έπρεπε να κάνει· έδωσε βιαστικά στην Τάλααν το τελευταίο ανγκριάλ, τη μικρή κεχριμπαρένια χελώνα, αρχίζοντας να της εξηγεί τον τρόπο χρήσης του. Η εξήγηση ήταν απλή, αλλά αν ξεκινούσε κάποιος να το χρησιμοποιεί δίχως να γνωρίζει τον τρόπο, μπορεί να μην έβρισκε άκρη για ώρες ολόκληρες. Ωστόσο, δεν πρόλαβε να πει ούτε πέντε λέξεις.
«Σιωπή!» βρυχήθηκε η Κάιρε. Με τις γεμάτες τατουάζ γροθιές ακουμπισμένες πάνω στους γοφούς της και τα πόδια σε επιθετική στάση, έμοιαζε να ανήκει σε πλήρωμα πλοίου έτοιμου για μάχη. «Δεν επιτρέπονται συνομιλίες εν ώρα καθήκοντος χωρίς την άδειά μου. Τάλααν, ν’ αναφερθείς αμέσως μόλις επιστρέψεις στο πλοίο σου». Τίποτα στον τόνο της Κάιρε δεν υποδήλωνε ότι απευθυνόταν στην ίδια της τη θυγατέρα. Η Τάλααν έκανε μια βαθιά υπόκλιση, άγγιξε την καρδιά της και μουρμούρισε κάτι που ούτε καν ακούστηκε. Η Κάιρε ρουθούνισε περιφρονητικά —αγριοκοιτάζοντας την Ηλαίην με έναν τρόπο που έκανε φανερή την επιθυμία της να αναφερθεί κι αυτή σε κάποιον— κι εξακολούθησε να μιλάει με μια φωνή που θα μπορούσε κάλλιστα να ακούγεται μέχρι τους πρόποδες του λόφου. «Σήμερα, θα επιχειρήσουμε να κάνουμε κάτι που δεν έχει γίνει από την εποχή του Τσακίσματος του Κόσμου, όταν οι πρόγονοί μας πολέμησαν με τον άνεμο και τα κύματα τρελάθηκαν. Χάρη στο Κύπελλο των Ανέμων και με τη χάρη του Φωτός, επέζησαν. Σήμερα, θα χρησιμοποιήσουμε το Κύπελλο των Ανέμων, που είχαμε χάσει για περισσότερα από δύο χιλιάδες χρόνια και που πρόσφατα ξαναβρέθηκε. Εντρύφησα στην αρχαία γνώση, μελέτησα τα αρχεία των ημερών όταν οι προγονικές μητέρες μας πρωτομάθαιναν τη θάλασσα και την Ύφανση των Ανέμων, όταν το αλάτι εισήλθε στο αίμα μας. Γνωρίζω καλύτερα από τον καθένα οτιδήποτε αφορά στο Κύπελλο των Ανέμων». Η ματιά της έπεσε προς τη μεριά της αδελφής της, ένα βλέμμα ικανοποίησης που η Τεμπρέιλ δεν φάνηκε να εκτιμά ιδιαίτερα. Αυτό φάνηκε να ικανοποιεί ακόμα περισσότερο την Κάιρε. «Αυτό που δεν έχουν τη δυνατότητα να κατορθώσουν οι Άες Σεντάι, θα το κατορθώσω σήμερα εγώ, Φωτός θέλοντος. Αναμένω από κάθε παρισταμένη να παραμείνει στη θέση της μέχρι το τέλος. Δεν πρόκειται να δεχτώ καμιά μορφή αποτυχίας».
Οι υπόλοιπες Άθα’αν Μιέρε φάνηκαν να αποδέχονται το περιεχόμενο του λόγου της, όπως ήταν αναμενόμενο και πρέπον, αλλά οι γυναίκες του Σογιού κοιτούσαν την Κάιρε έκπληκτες και με ανοικτό το στόμα. Σύμφωνα με τη γνώμη της Ηλαίην, η λέξη «πομπώδης» δεν επαρκούσε για να περιγράψει την αγόρευση της Θαλασσινής. Ήταν ολοφάνερο ότι η Κάιρε περίμενε πως το Φως θα είχε όντως μείνει πλήρως ικανοποιημένο και, σε περίπτωση που δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, η ίδια θα δυσαρεστούνταν πολύ! Η Νυνάβε έστρεψε τα μάτια της προς τα ουράνια με μια γκριμάτσα απόγνωσης κι άνοιξε το στόμα της για να μιλήσει, αλλά η Κάιρε την πρόλαβε.
«Νυνάβε», ανακοίνωσε με στόμφο η Ανεμοσκόπος, «θα μας κάνεις τώρα μια επίδειξη της ικανότητάς σου στη σύνδεση. Ετοιμάσου, γυναίκα, και γρήγορα!»
Ως απάντηση, η Νυνάβε έκλεισε ερμητικά τα μάτια της. Τα χείλη της... συστράφηκαν. Τα αγγεία της έμοιαζαν έτοιμα να εκραγούν. «Συμπεραίνω, λοιπόν, ότι αυτό σημαίνει πως έχω την άδεια να μιλήσω!» μουρμούρισε, χαμηλόφωνα ευτυχώς ώστε να μην ακουστεί από την Κάιρε στην απέναντι μεριά του κύκλου. Ανοιξε τα μάτια της και χαμογέλασε με ένα χαμόγελο που φάνταζε αρκετά τρομακτικό σε συνδυασμό με τη γενικότερη έκφραση της. Ήταν δύστροπη και, γενικώς, γκρινιάρα.
«Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει κανείς είναι να αγκαλιάσει την Αληθινή Πηγή, Κάιρε». Το φως του σαϊντάρ έλαμψε ξαφνικά γύρω από τη Νυνάβε. Απ’ όσο μπορούσε να διαισθανθεί η Ηλαίην, η γυναίκα χρησιμοποιούσε ήδη το ανγκριάλ που κρατούσε στο χέρι της. «Υποθέτω, φυσικά, ότι γνωρίζεις πώς γίνεται». Αγνοώντας το ξαφνικό σφίξιμο στα χείλη της Κάιρε, η Νυνάβε συνέχισε. «Η Ηλαίην θα με βοηθήσει τώρα στην επίδειξη. Με την άδειά σου, φυσικά».
«Προετοιμάζομαι ν’ αγκαλιάσω την Πηγή», είπε γρήγορα η Ηλαίην, πριν προλάβει να ξεσπάσει η Κάιρε, «αλλά στην πραγματικότητα δεν την αγκαλιάζω». Ανοίχτηκε κι οι Ανεμοσκόποι έγειραν προς το μέρος της κοιτώντας την έντονα, αν και δεν υπήρχε τίποτα για να δουν. Ακόμα κι η Κίρστιαν με την Γκαρένια ξέχασαν τους φόβους τους κι άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρον. «Ενόσω εγώ βρίσκομαι σ’ αυτήν την κατάσταση, η Νυνάβε πρέπει να αναλάβει τα υπόλοιπα».