«Λοιπόν», είπε η Ηλαίην, ξεσκονίζοντας τη φούστα της, «εσύ η ίδια είπες πως πρόκειται για τετραπέρατη γυναίκα».
«Ποτέ μου δεν είπα κάτι τέτοιο», αποκρίθηκε κοφτά η Νυνάβε. «Ποτέ δεν ανέφερα τη λέξη “τετραπέρατη”. Χμφφ! Που είναι το καπέλο μου; Νομίζει πως ξέρει τα πάντα. Πάω στοίχημα πως αυτό δεν το ξέρει!» Με σπασμωδικές και γεμάτες νευρικότητα κινήσεις πήρε την αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που είχε πάρει η Άλις.
Η Ηλαίην απέμεινε να την κοιτάει ενώ απομακρυνόταν. Το καπέλο της; Μακάρι να ήξερε πού βρισκόταν το δικό της —ήταν πράγματι όμορφο— αλλά και πάλι! Ίσως το γεγονός πως είχε συμμετάσχει σε έναν κύκλο που χειριζόταν τόσο πολλή Δύναμη χρησιμοποιώντας ένα ανγκριάλ τής είχε σαλέψει προσωρινά τα λογικά. Ωστόσο, κι η ίδια ένιωθε κάπως παράξενα, λες και θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να αποσπάσει από τον αέρα κομματάκια σαϊντάρ. Όπως και να έχει, υπήρχαν άλλες προτεραιότητες για τις οποίες έπρεπε να ανησυχεί προς το παρόν. Όπως, για παράδειγμα, να ετοιμαστούν να φύγουν πριν τους προλάβουν οι Σωντσάν. Απ’ όσο είχε δει στο Φάλμε, θα μπορούσαν κάλλιστα να φέρουν μαζί τους εκατό και περισσότερες νταμέην και, βασισμένες στα λόγια της μικρής Εγκουέν περί αιχμαλωσίας της, οι περισσότερες από δαύτες δεν θα είχαν καμιά αντίρρηση να βοηθήσουν στην προσάρτηση άλλων. Έλεγε πως, αυτό που κυριολεκτικά της αναστάτωνε το στομάχι ήταν η θέα των νταμέην των Σωντσάν να γελούν με τις δικές τους σουλ’ντάμ, να τις καλοπιάνουν και να παίζουν μαζί τους σαν καλοεκπαιδευμένα κυνηγόσκυλα με τους στοργικούς εκπαιδευτές τους. Η Εγκουέν είχε πει πως κάποιες από τις γυναίκες που προσαρτήθηκαν με περιλαίμια στο Φάλμε συμπεριφέρονταν με αυτόν τον τρόπο. Η σκέψη έκανε το αίμα της Ηλαίην να παγώνει στις φλέβες της. Καλύτερα να πέθαινε παρά να τις άφηνε να της περάσουν λαιμαριά! Και καλύτερα να έπαιρναν οι Αποδιωγμένοι αυτό που βρήκε παρά οι Σωντσάν. Πήγε τρέχοντας μέχρι τη δεξαμενή, με την Αβιέντα στο πλευρό της, εξίσου λαχανιασμένη.
Φαίνεται πως η Άλις όντως τα είχε σκεφτεί όλα. Τα τερ’ανγκριάλ είχαν στοιβαχτεί στα υποζύγια. Τα άψαχτα ακόμα πανέρια ήταν γεμάτα με ανάκατα ρετάλια και το Φως μόνο ήξερε τι άλλο ακόμα, αλλά αυτά που είχε αδειάσει η ίδια με τη βοήθεια της Αβιέντα ήταν φίσκα με χοντροφτιαγμένα σακιά γεμάτα αλεύρι κι αλάτι, φασόλια και φακές. Μια χούφτα σταβλίτες φρόντιζαν τα υποζύγια αντί να τρέχουν τριγύρω με τα χέρια γεμάτα. Αναμφίβολα, εκτελούσαν τα παραγγέλματα της Άλις. Ακόμα κι η Μπιργκίτε έτρεχε κοντά της μόλις τη φώναζε, με ένα αξιοθρήνητο χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη της!
Η Ηλαίην ανασήκωσε το κάλυμμα από λινάτσα για να μελετήσει τα τερ’ανγκριάλ όσο καλύτερα μπορούσε χωρίς να χρειαστεί να τα ξεφορτώσει ξανά. Όλα έμοιαζαν να είναι στη θέση τους, αν και σε δύο πανέρια ήταν κάπως ανάκατα κι όχι αρκετά για να τα γεμίσουν, αλλά πάντως δεν είχε σπάσει τίποτα. Φυσικά, μόνο κάτι αντίστοιχο της Μίας Δύναμης ήταν ικανό να σπάσει τα περισσότερα τερ’ανγκριάλ, αλλά όπως και να έχει...
Η Αβιέντα κάθισε οκλαδόν στο έδαφος, σφουγγίζοντας τον ιδρώτα από το πρόσωπό της με ένα μεγάλο μαντίλι από απλό λινό, που ερχόταν σε έντονη αντίθεση με το όμορφο μεταξένιο φόρεμα ιππασίας που φορούσε. Ακόμα κι αυτή είχε αρχίσει να δείχνει σημάδια καταπόνησης. «Τι μουρμουράς εκεί, Ηλαίην; Σαν τη Νυνάβε κάνεις. Αυτή η Άλις μάς έβγαλε από τον κόπο να πακετάρουμε εμείς όλα τούτα τα πράγματα».
Η Ηλαίην αναψοκοκκίνισε ελαφρά. Δεν σκόπευε να μιλήσει δυνατά. «Απλώς, δεν θέλω να ανακατευτεί μαζί τους κάποιος που δεν ξέρει τι κάνουν, Αβιέντα». Κάποια τερ’ανγκριάλ είχαν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν ακόμα και με ανθρώπους που δεν μπορούσαν να διαβιβάσουν, σε περίπτωση που έκαναν κάτι λάθος, αλλά η αλήθεια ήταν πως δεν ήθελε να ανακατεύεται κανείς μαζί τους. Ήταν δικά της! Η Αίθουσα δεν επρόκειτο να τα παραχωρήσει σε κάποια άλλη αδελφή απλά και μόνο επειδή ήταν γηραιότερη και πιο έμπειρη, ούτε να τα κρύψει επειδή η μελέτη των τερ’ανγκριάλ θεωρούνταν επικίνδυνη. Με τόσο πολλά παραδείγματα που είχε στη διάθεση της, ίσως τελικά να έβρισκε τον τρόπο να φτιάξει ένα τερ’ανγκριάλ που να λειτουργούσε σε κάθε περίσταση. Οι αποτυχίες κι οι εν μέρει επιτυχίες ήταν πάρα πολλές. «Χρειάζονται μια γυναίκα που να γνωρίζει τι κάνει», είπε, δένοντας και πάλι την άκαμπτη λινάτσα.