Πάσχιζε πραγματικά να μην τραβήξουν την προσοχή, όσο ήταν δυνατόν, ταξιδεύοντας από δρομάκια και μικρά, επαρχιακά μονοπάτια όποτε δεν μπορούσαν να παραμείνουν στο δάσος. Μάταιη προσπάθεια, ωστόσο. Τα άλογα βοσκούσαν όπου υπήρχε χορτάρι, αλλά έπρεπε να φάνε και λίγο στάχυ, κι ακόμα κι ένας μικρός στρατός χρειαζόταν να αγοράσει μπόλικο φαγητό. Ο κάθε άντρας χρειαζόταν ενάμισι κιλό τροφής καθημερινά, σε αλεύρι, φασόλια και κρέας. Οι φήμες κυκλοφορούσαν σε ολόκληρη την επικράτεια της Γκεάλνταν, αν και με λίγη τύχη κανείς δεν θα υποπτευόταν ποιοι ήταν. Ο Πέριν έκανε μια γκριμάτσα Σίγουρα δεν είχαν υποπτευθεί τίποτα, μέχρι που άνοιξε το στόμα του. Ωστόσο, δεν θα μπορούσε να δράσει διαφορετικά.
Η αλήθεια ήταν πως επρόκειτο για τρεις καταυλισμούς, δίπλα — δίπλα ο ένας με τον άλλον κι όχι μακριά από το ποταμάκι. Ταξίδευαν όλοι μαζί κι όλοι ακολουθούσαν την αφεντιά του, υπακούοντάς τον θεωρητικά, αν κι ανάμεσά τους υπήρχε κάθε καρυδιάς καρύδι και κανείς δεν ήταν σίγουρος πως κι οι άλλοι είχαν τους ίδιους στόχους. Περίπου εννιακόσιοι Φτερωτοί Φρουροί είχαν στριμώξει τις φωτιές μαγειρέματος ανάμεσα στις σειρές με τους πασσάλους που έδεναν τα άλογα, σε ένα πλατύ λιβάδι από πατημένο καφετί γρασίδι. Προσπάθησε να κλείσει τα ρουθούνια του στις ανάμεικτες μυρωδιές από άλογα, ιδρώτα, κοπριά και μαγειρεμένο κρέας κατσίκας, ένας πολύ δυσάρεστος συνδυασμός μια τόσο ζεστή μέρα. Μια ντουζίνα έφιπποι φρουροί περιπολούσαν αργά ανά ζεύγη, με τα μακριά τους δόρατα με τα κόκκινα σημαιάκια να σχηματίζουν ακριβώς την ίδια γωνία, αλλά οι υπόλοιποι Μαγιενοί είχαν αφαιρέσει από πάνω τους τους θώρακες και τις περικεφαλαίες. Χωρίς τους μανδύες και συχνά χωρίς και τις πουκαμίσες, κάτω από τον ήλιο κείτονταν πάνω στις κουβέρτες ή έπαιζαν ζάρια περιμένοντας το φαγητό. Κάποιοι κοίταξαν τον Πέριν καθώς περνούσε, και μερικοί παράτησαν τις ασχολίες τους για να μελετήσουν με εξεταστικό βλέμμα την υπόλοιπη παρέα του, αλλά κανείς δεν ήρθε τρέχοντας προς το μέρος τους, πράγμα που σήμαινε πως οι περιπολίες δεν είχαν επιστρέψει ακόμα. Ήταν μικρές περίπολοι, δίχως δόρατα, που μπορούσαν να βλέπουν χωρίς να τις βλέπεις. Έτσι ήλπιζαν, τουλάχιστον.
Μια χούφτα γκαϊ’σάιν έκαναν διάφορες αγγαρείες ανάμεσα στις χαμηλές καφέ-γκρι σκηνές των Σοφών, στην αραιοσπαρμένη κορυφή του λόφου που δέσποζε πάνω από τους Μαγιενούς. Από αυτήν την απόσταση, οι λευκοντυμένες φιγούρες φάνταζαν άκακες και το βλέμμα τους ήταν χαμηλωμένο και πράο. Από κοντά δεν διέφεραν και πολύ, αλλά οι περισσότεροι ήταν Σάιντο. Οι Σοφές ισχυρίζονταν πως οι γκαϊ’σάιν ήταν όντως γκαϊ’σάιν. Ο Πέριν δεν εμπιστευόταν έναν Σάιντο, από την εμφάνισή του και μόνο. Μακριά, στη μια πλευρά της πλαγιάς και κάτω από έναν ερημωμένο σόργο, μια ντουζίνα Κόρες ντυμένες με καντιν’σόρ γονάτιζαν σε κύκλο γύρω από τη Σούλιν, την πιο σκληρή ανάμεσά τους παρά τα άσπρα της μαλλιά. Είχε στείλει κι αυτή ανιχνευτές, γυναίκες που, παρότι πεζές, βάδιζαν εξίσου γρήγορα με τους έφιππους Μαγιενούς, κι ήταν πολύ πιθανόν να διέφυγαν από ανεπιθύμητα βλέμματα. Καμιά από τις Σοφές εκεί πάνω δεν στεκόταν σε κοινή θέα, αλλά μια λυγερόκορμη γυναίκα που ανακάτευε μια μεγάλη κατσαρόλα με φαγητό όρθωσε το ανάστημά της κι ίσιωσε τη μέση της καθώς παρακολουθούσε τον Πέριν και την παρέα του να περνούν. Η γυναίκα φορούσε μια πράσινη μεταξωτή στολή ιππασίας.
Ο Πέριν παρατήρησε το αγριοκοίταγμα στο πρόσωπο της Μασούρι. Οι Άες Σεντάι δεν ανακάτευαν κατσαρόλες, ούτε έκαναν είκοσι άλλες δουλειές ταυτόχρονα, όπως είχαν αναγκάσει οι Σοφές την ίδια και τη Σέονιντ. Η Μασούρι είχε ρίξει το φταίξιμο στον Ραντ, αλλά εκείνος δεν ήταν παρών ενώ ο Πέριν ήταν. Με την πρώτη ευκαιρία, σίγουρα θα τον έγδερνε ζωντανό.
Η Εντάρα με τη Νέβαριν στράφηκαν προς τα εκεί, κι οι ογκώδεις φούστες τους ίσα-ίσα που αναμόχλευαν το στρώμα των νεκρών φύλλων που κάλυπτε σαν χαλί το έδαφος. Η Σέονιντ τις ακολούθησε και τα μάγουλά της ήταν ακόμα φουσκωμένα εξαιτίας του φουλαριού. Γύρισε πάνω στη σέλα της και κοίταξε τον Πέριν. Αν πίστευε ποτέ πως μια Άες Σεντάι θα μπορούσε να δείχνει ανήσυχη, τότε τα χαρακτηριστικά της Σέονιντ ανταποκρίνονταν στην περιγραφή. Ο Φούρεν κι ο Τέρυλ ίππευαν κατηφείς πίσω της.
Η Μασούρι τούς είδε να έρχονται κι έσκυψε βιαστικά πάνω από το μαύρο καζάνι, ανακατεύοντάς το με ανανεωμένη ζωηράδα, προσποιούμενη πως δεν είχε σταματήσει καθόλου. Όσο η Μασούρι βρισκόταν υπό την εξουσία των Σοφών, ο Πέριν δεν χρειαζόταν να ανησυχεί για το τομάρι του. Φαίνεται πως οι Σοφές είχαν σφίξει τα λουριά.