Выбрать главу

Robert Jordan

Η Καρδιά του Χειμώνα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Χιόνι

Το φως από τους τρεις φανούς τρεμόσβηνε, αλλά ήταν κάτι παραπάνω από αρκετό για να φωτίσει το μικροσκοπικό δωμάτιο με τους γυμνούς, λευκούς τοίχους και το ταβάνι. Η Σέαν, ωστόσο, κρατούσε τη ματιά της καρφωμένη πάνω στη βαριά, ξύλινη πόρτα. Ήξερε πως ήταν παράλογο, σχεδόν τρελό για μια Λευκή Καθήμενη. Η ύφανση του σαϊντάρ που είχε δημιουργήσει γύρω από την παραστάδα έφερνε στα αυτιά της περιστασιακούς ψιθύρους από μακρινά βήματα μέσα σε αυτόν τον λαβύρινθο των εξωτερικών διαδρόμων, ψιθύρους που έσβηναν σχεδόν με το πρώτο άκουσμα. Ήταν ένα απλό τέχνασμα που είχε διδαχθεί από μια φίλη της τις παλιές εκείνες μέρες, όταν ήταν ακόμα μαθητευόμενη, και που θα την προειδοποιούσε έγκαιρα, πριν ακόμα προλάβει να πλησιάσει κανείς. Ούτως ή άλλως, δεν ήταν πολλοί αυτοί που έφταναν τόσο βαθιά, έως το δεύτερο υπόγειο.

Η ύφανση έπιασε το απόμακρο τερέτισμα των αρουραίων. Μα το Φως! Από πότε υπήρχαν αρουραίοι στην Ταρ Βάλον, μέσα στον ίδιο τον Πύργο; Μήπως μερικοί από δαύτους ήταν κατάσκοποι του Σκοτεινού; Έβρεξε τα χείλη της ανήσυχα. Η λογική δεν είχε θέση εδώ. Πράγματι, έτσι ήταν, όσο κι αν φαινόταν παράλογο. Ήθελε να γελάσει. Κατέβαλε προσπάθεια για να απομακρυνθεί από το πρόθυρο της υστερίας. Σκέψου κάτι άλλο, εκτός από τους αρουραίους. Κάτι άλλο, εκτός από... Μια πνιχτή, τσιριχτή κραυγή ακούστηκε από το δωμάτιο δίπλα της, μια κραυγή που γρήγορα έγινε βουβό κλαψούρισμα. Προσπάθησε να στήσει αυτί. Συγκεντρώσου!

Από μια άποψη, η ίδια μαζί με τις συντρόφους της είχαν οδηγηθεί σε αυτό το δωμάτιο, επειδή οι επικεφαλής των Άτζα συνήθιζαν να συναντιούνται στα κρυφά. Είχε προσέξει τη Φεράν Νεχέραν να σιγοψιθυρίζει σε μια απομονωμένη κόχη με την Τζέσε Μπιλάλ, η οποία κατείχε πολύ υψηλό βαθμό στο Καφέ Άτζα, αν όχι τον υψηλότερο. Πίστευε πως ήταν πολύ πιο προσγειωμένη από τη Σουάνα Ντράγκαντ, του Κίτρινου Άτζα. Έτσι πίστευε. Αλλά για ποιο λόγο η Φεράν είχε βγει βόλτα παρέα με τη Σουάνα σε ένα απομονωμένο σημείο του Πύργου, τυλιγμένες και οι δύο με απλούς μανδύες; Οι Καθήμενες διαφορετικών Άτζα εξακολουθούσαν να μιλούν ανοιχτά η μία στην άλλη, αν και ψυχρά. Οι υπόλοιπες είχαν δει παρόμοια πράγματα· φυσικά, δεν ανέφεραν τα ονόματα μελών των δικών τους Άτζα, αλλά δύο τουλάχιστον είχαν αναφέρει τη Φεράν. Περίπλοκος γρίφος. Ο Πύργος ήταν ένα καζάνι που έβραζε αυτές τις μέρες, τα Άτζα πάσχιζαν να αλληλοσπαραχθούν, ωστόσο οι επικεφαλής τους συναντιούνταν σε μυστικές γωνίες. Κανείς εκτός των Άτζα δεν γνώριζε με σιγουριά ποια ηγούνταν του καθενός, αλλά προφανώς οι ηγέτιδες γνωρίζονταν μεταξύ τους. Τι σκάρωναν, άραγε; Τι; Δυστυχώς, δεν μπορούσε να ρωτήσει έτσι απλά τη Φεράν, αλλά ακόμα κι αν η Φεράν καταδεχόταν να απαντήσει, δεν το τολμούσε. Όχι ακόμα, τουλάχιστον.

Όσο κι αν προσπαθούσε να συγκεντρωθεί, η Σέαν αδυνατούσε να επικεντρώσει το μυαλό της στη συγκεκριμένη ερώτηση. Ήξερε πως ο λόγος που κοιτούσε προς το μέρος της πόρτας, ανησυχώντας για τους διάφορους γρίφους που δεν μπορούσε να λύσει, ήταν για να αποφύγει να κοιτάξει πάνω από τον ώμο της. Προς τα εκεί όπου ακούγονταν αυτοί οι πνιχτοί κλαυθμυρισμοί και τα ηχηρά βογκητά.

Δες κι η σκέψη των ήχων λειτούργησε επάνω της καταναγκαστικά, έριξε ένα αργό βλέμμα προς τη μεριά των συντρόφων της, με την ανάσα της να γίνεται όλο και πιο ακανόνιστη, καθώς κινούσε αργά το κεφάλι. Ψηλά, από τον ουρανό, το χιόνι έπεφτε βαρύ στην Ταρ Βάλον, αλλά το δωμάτιο έμοιαζε ασυνήθιστα ζεστό. Εξανάγκασε τον εαυτό της να δει!

Με το επώμιο με τα καφετιά κρόσσια τυλιγμένο γύρω από τους αγκώνες της, η Σερίν στεκόταν με τα πόδια ριζωμένα στο έδαφος κι ελαφρώς ανοικτά, ψηλαφώντας τη λαβή του σκαλιστού Αλταρανού εγχειριδίου που είχε περασμένο πίσω από τη ζώνη της. Ψυχρή οργή σκοτείνιαζε τη μελαψή επιδερμίδα της, αρκετά για να κάνει το σημάδι κατά μήκος του σαγονιού της να ξεχωρίζει σαν ωχρή γραμμή. Η Πεβάρα, εκ πρώτης όψεως, έμοιαζε πιο ψύχραιμη, ωστόσο με το ένα χέρι άδραχνε σφιχτά τη φούστα της με τα κόκκινα κεντήματα, ενώ με το άλλο κρατούσε τον λείο λευκό κύλινδρο της Ράβδου των Όρκων λες κι ήταν κάποιο μακρύ ρόπαλο έτοιμο για χρήση. Έπρεπε να βρίσκεται σε ετοιμότητα· η Πεβάρα ήταν πολύ πιο σκληροτράχηλη απ’ ό,τι μαρτυρούσε η πλαδαρή της εμφάνιση, καθώς κι αρκετά αποφασιστική, ώστε η Σερίν να φαντάζει φυγόπονη μπροστά της.

Από την άλλη μεριά του Καθίσματος της Μετάνοιας, η μικροκαμωμένη Γιουκίρι είχε τυλίξει σφιχτά τα μπράτσα της γύρω από το κορμί της. Τα μακρόστενα, ασημόγκριζα κρόσσια του επωμίου της λικνίζονταν κάθε φορά που αναρριγούσε. Περνώντας τη γλώσσα πάνω από τα χείλη της, η Γιουκίρι έριξε ένα ανήσυχο βλέμμα προς το μέρος της γυναίκας που στεκόταν πλάι της. Η Ντόεσιν, που έμοιαζε πιότερο με κομψό αγόρι παρά με Κίτρινη αδελφή περιωπής, έδειχνε να μην αντιδρά καθόλου σε ό,τι έκαναν. Στην πραγματικότητα, εκείνη χειριζόταν τις υφάνσεις, οι οποίες απλώνονταν έως το Κάθισμα, κοιτώντας το τερ’ανγκριάλ, συγκεντρωμένη τόσο έντονα στη δουλειά της, ώστε ο ιδρώτας σχημάτιζε κόμπους πάνω στο πελιδνό της μέτωπο. Όλες τους ήταν Καθήμενες, συμπεριλαμβανομένης της ψηλής γυναίκας που σφάδαζε πάνω στο Κάθισμα.