Οι αδελφές που γνώριζαν καλά τη Νυνάβε είχαν μάθει να μην ξεστομίζουν αυτή τη λέξη όταν η ίδια ήταν μπροστά. Γινόταν πολύ οξύθυμη όταν τη χρησιμοποιούσαν με υποτιμητικό τόνο. Τώρα, απλώς απέμεινε να κοιτάζει τη Ρεάνε. Ίσως να πάσχιζε να βρει κάποια απάντηση. Η Ηλαίην ήξερε ποια θα ήταν η δική της, αλλά αυτό δεν είχε να κάνει με τη διεκδίκηση του θρόνου ή του Άντορ. Ήταν μια απόφαση που αφορούσε στις Άες Σεντάι, κι αυτό σήμαινε πως έπρεπε να την πάρει η Νυνάβε.
«Αν δεν το κάνεις», ακούστηκε να λέει ο Λαν από την είσοδο, «τουλάχιστον παράδωσε την στους Σωντσάν». Δεν είχε πτοηθεί στο ελάχιστο από τα σκοτεινά βλέμματα των τεσσάρων γυναικών, οι οποίες άκουσαν τη βαθιά φωνή του να λέει αυτά τα λόγια σαν πένθιμο σήμαντρο. «Θα πρέπει να την έχεις από κοντά, αλλά αν διατηρήσεις το περιλαίμιο ενώ αυτή θα θέλει να ελευθερωθεί, θα είσαι στην ίδια θέση με αυτές».
«Το ζήτημα δεν σε αφορά, Πρόμαχε», αποκρίθηκε με σταθερή φωνή η Άλις. Ο άντρας συνάντησε το αμείλικτο βλέμμα της με παγερή αταραξία, κι αυτή άφησε έναν λαρυγγισμό γεμάτο αηδία και τίναξε τα χέρια της ψηλά. «Μόλις βρεθείτε μόνοι, κατσάδιασέ τον όπως του αρμόζει, Νυνάβε».
Η Νυνάβε θα πρέπει να αισθάνθηκε το δέος που ένιωθε για ιδιαίτερα δυνατές γυναίκες, γιατί αναψοκοκκίνισε. «Μη νομίζεις πως δεν θα το κάνω», είπε ανάλαφρα. Ούτε καν κοίταξε τον Λαν. Αποδεχόμενη τελικά την ψυχρότητα που επικρατούσε, τράβηξε την εσάρπα στους ώμους της και καθάρισε τον λαιμό της. «Ωστόσο, έχει δίκιο. Τουλάχιστον, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για τις άλλες δύο. Απλώς, μου κάνει εντύπωση που τους πήρε τόσο πολύ χρόνο να σταματήσουν να μιμούνται αυτούς τους ανόητους τους Σωντσάν».
«Δεν είμαι τόσο σίγουρη», αναστέναξε η Ρεάνε. «Η Κάρα ήταν ένα είδος σοφής στο Τόμαν Χεντ, ξέρεις. Είχε μεγάλη επιρροή στο χωριό της, παρότι αδέσποτη. Θα έλεγε κανείς πως θα μισούσε τους Σωντσάν, αλλά δεν ισχύει. Τουλάχιστον, δεν τους μισεί όλους. Είναι πολύ αφοσιωμένη στη σουλ’ντάμ που συλλάβανε μαζί της, κι ανησυχεί πολύ μήπως κάνουμε κακό σε οποιαδήποτε άλλη σουλ’ντάμ. Η Λεμόρε είναι μόλις δεκαεννιά ετών, μια παραχαϊδευμένη αριστοκράτισσα, που είχε την πολύ κακή τύχη να εκδηλώσει τη σπίθα την ίδια μέρα που έπεσε το Τάντσικο. Λέει πως μισεί τους Σωντσάν και θέλει να τους κάνει να πληρώσουν για όσα έκαναν στο Τάντσικο, αλλά ακούει τόσο στο όνομα Λάρι, το όνομα που χρησιμοποιεί ως νταμέην, όσο και στο Λεμόρε. Χαρίζει χαμόγελα στις σουλ’ντάμ και τις αφήνει να την πασπατεύουν. Δεν είμαι δύσπιστη απέναντι τους, όσο είμαι με την Αλίβια, τουλάχιστον, αλλά πολύ αμφιβάλλω αν κάποια από δαύτες μπορεί να σταθεί απέναντι σε μια σουλ’ντάμ. Έχω την εντύπωση πως, αν μία σουλ’ντάμ τις διατάξει να τη βοηθήσουν να το σκάσει, θα το κάνουν, άσε που φοβάμαι πως δεν θα αμυνθούν καν, αν η σουλ’ντάμ προσπαθήσει να τους περάσει περιλαίμιο ξανά».
Σιαμάτησε να μιλάει κι η σιωπή μάκρυνε.
Η Νυνάβε έμοιαζε αφηρημένη, σαν να έδινε μάχη με τον ίδιο της τον εαυτό. Αδραξε την πλεξούδα της, την άφησε κι έπειτα σταύρωσε τα χέρια πάνω στο στήθος της, με τα κρόσσια της εσάρπας να πηγαίνουν πέρα-δώθε καθώς σφιχταγκάλιαζε τον εαυτό της. Αγριοκοίταζε τους πάντες, εκτός του Λαν, στον οποίο δεν έριξε ούτε ματιά.
Τελικά, πήρε μια βαθιά ανάσα και στάθηκε απέναντι από τη Ρεάνε και την Άλις. «Πρέπει να αφαιρέσουμε τα α’ντάμ συνεχίσουμε να τις ελέγχουμε μέχρι να είμαστε σίγουρες —υπ’ όψιν ότι η Λεμόρε πρέπει να ντυθεί στα λευκά!— και θα φροντίσουμε να μη μείνουν ποτέ μόνες, ειδικά παρουσία των σουλ’ντάμ, αλλά τα α’ντάμ θα αφαιρεθούν!» Μιλούσε σαν μανιακή, λες και περίμενε κάποια αντίδραση, αλλά ένα πλατύ χαμόγελο επιδοκιμασίας χαράχτηκε στο πρόσωπο της Ηλαίην. Η προσθήκη τριών ακόμα γυναικών, για τις οποίες δεν υπήρχε καμία βεβαιότητα, δεν ήταν και τόσο καλό νέο, αλλά δεν είχαν άλλη επιλογή.
Η Ρεάνε απλώς ένευσε έπειτα από ένα λεπτό, αποδεχόμενη την πρότασή της, αλλά η Άλις, χαμογελώντας, έκανε τον γύρο του τραπεζιού πλησιάζοντας τη Νυνάβε και χτυπώντας τη φιλικά στον ώμο. Η Νυνάβε αναψοκοκκίνισε. Πάσχισε να το κρύψει καθαρίζοντας ηχηρά τον λαιμό της και μορφάζοντας προς το μέρος των γυναικών Σωντσάν, μέσα στο κλουβί από σαϊντάρ, αλλά οι προσπάθειες της δεν ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικές κι, όπως και να έχει, η παρουσία του Λαν τις χαλούσε.