Выбрать главу

«Ζητώ συγγνώμη που σας αναστάτωσα τόσο βιαστικά, Αρχόντισσά μου», είπε, «αλλά πιστεύω πως υπάρχουν ζητήματα άμεσης σπουδαιότητας, αν όχι επείγοντα, για τα οποία πρέπει να ενημερωθείτε». Σπουδαία ή μη, η φωνή του εξακολουθούσε να προκαλεί νύστα.

«Φυσικά, Αφέντη Νόρυ. Δεν θα ήθελα να σας πιέσω». Ο άντρας βλεφάρισε κι η Ηλαίην προσπάθησε να συγκρατήσει έναν αναστεναγμό. Από τον τρόπο που έγερνε το κεφάλι του από δω κι από κει, λες και προσπαθούσε να βρει μια γωνία για να ακούει καλύτερα, η γυναίκα νόμιζε πως ήταν κουφός. Ίσως γι’ αυτό η φωνή του παρέμενε σχεδόν πάντα στον ίδιο τόνο. Η Ηλαίην ύψωσε λίγο τη δική της. Σε τελική ανάλυση, μπορεί απλώς να ήταν ένας ανιαρός τύπος. «Καθίστε και πείτε μου ποια είναι αυτά τα σπουδαία ζητήματα».

Πήρε ένα από τα σκαλιστά καθίσματα από το τραπέζι και του έκανε νόημα να κάτσει, αλλά ο άντρας παρέμεινε όρθιος. Πάντα αυτό έκανε. Η Ηλαίην έγειρε πίσω, για να ακούσει τι είχε να της πει, βάζοντας το ένα πόδι πάνω στο άλλο και σιάζοντας τη φούστα της.

Ο άντρας δεν έκανε καμιά αναφορά στον φάκελο που κρατούσε. Οτιδήποτε ήταν γραμμένο στο χαρτί υπήρχε ατόφιο και μέσα στο κεφάλι του, τα δε έγγραφα τα είχε μαζί του σε περίπτωση που η Ηλαίην απαιτούσε να τα δει με τα ίδια της τα μάτια. «Το πιο άμεσο ζήτημα, Αρχόντισσά μου, και μάλλον το σημαντικότερο, είναι πως τεράστια κοιτάσματα στύψης ανακαλύφθηκαν στα κτήματά σας, στο Ντάναμπαρ. Στύψη πρώτης ποιότητας. Πιστεύω πως οι τραπεζίτες θα πάψουν να είναι τόσο... εμμ... διστακτικοί σχετικά με τις αιτήσεις μου εκ μέρους σας μόλις το πληροφορηθούν». Χαμογέλασε φευγαλέα, ένα στιγμιαίο ανασήκωμα των λεπτών του χειλιών. Για τα δεδομένα του, ήταν σαν να χοροπηδούσε.

Η Ηλαίην πήδησε όρθια μόλις ο άντρας ανέφερε τη στύψη και χαμογέλασε πλατιά. Ήταν έτοιμη να χοροπηδήσει κι αυτή. Αν στο δωμάτιο ήταν κάποιος άλλος παρών κι όχι ο Νόρυ, μπορεί και να το έκανε. Η αγαλλίαση που ένιωθε ήταν τόση, ώστε για μία στιγμή ένιωσε την οργή της Μπιργκίτε να μειώνεται αισθητά. Οι βαφείς κι οι υφάντριες χρειάζονταν απεγνωσμένα τη στύψη, όπως επίσης κι οι υαλουργοί κι οι κατασκευαστές χαρτιών. Η μόνη πηγή για στύψη πρώτης ποιότητας ήταν η Γκεάλνταν —μέχρι στιγμής, τουλάχιστον— κι οι δασμοί μονάχα του συγκεκριμένου προϊόντος ήταν αρκετοί για να διατηρούν τον θρόνο της Γκεάλνταν επί γενεές. Ό,τι ερχόταν από το Δάκρυ και το Άραφελ δεν ήταν πολύ καλό, ωστόσο συνεισέφερε στα ταμεία των χωρών αυτών, προμηθεύοντάς τους με ελαιόλαδο ή πολύτιμους λίθους.

«Αυτά κι αν είναι σπουδαία νέα, Άρχοντα Νόρυ. Η καλύτερη είδηση που άκουσα σήμερα». Το πιθανότερο ήταν πως επρόκειτο για την καλύτερη είδηση που άκουσε από τότε που είχε φτάσει στο Κάεμλυν, αλλά σίγουρα ήταν η καλύτερη της ημέρας. «Πόσο γρήγορα μπορείς να παρακάμψεις τον "δισταγμό" των τραπεζιτών;» Ήταν σαν να της έκλειναν την πόρτα στα μούτρα, μόνο που το έκαναν πιο ευγενικά. Οι τραπεζίτες γνώριζαν με ακρίβεια τον αριθμό των οπλισμένων αντρών που τάσσονταν υπέρ της κι όσων ήταν υπέρ των αντιπάλων της. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν αμφέβαλλε στο ελάχιστο ότι τα πλούσια κοιτάσματα της στύψης θα τους έπειθαν. Ούτε ο Νόρυ είχε κάποια αμφιβολία.

«Αρκετά γρήγορα, Αρχόντισσά μου, και, πιστεύω, με πολύ ευνοϊκούς όρους. Θα τους πω ότι, αν οι καλύτερες προσφορές τους αποδειχθούν ανεπαρκείς, θα προσεγγίσω το Δάκρυ ή την Καιρχίν. Δεν θα διακινδυνεύσουν να χάσουν την πελατεία τους, Αρχόντισσά μου». Όλα αυτά ειπώθηκαν με τη χαρακτηριστικά ξερή, επίπεδη φωνή, χωρίς την παραμικρή χροιά ικανοποίησης, που θα χρωμάτιζε τη φωνή οποιουδήποτε άλλου. «Φυσικά, πρόκειται για μια υποθήκη σε μελλοντικό εισόδημα και σίγουρα θα υπάρξουν δαπάνες. Το ίδιο το μεταλλείο. Μεταφορές. Το Ντάναμπαρ είναι ορεινή περιοχή κι απέχει κάμποσο από τον Δρόμο του Λάγκαρντ. Ωστόσο, τα κέρδη θα είναι αρκετά για να ικανοποιήσουν τις φιλοδοξίες σου ως προς τη Φρουρά, Αρχόντισσά μου, όπως και την Ακαδημία».

«Η λέξη "αρκετά" δεν είναι ακριβής, αν έχεις παραιτηθεί της προσπάθειας να με αποτρέψεις να κάνω σχέδια για την Ακαδημία, Αφέντη Νόρυ», του αποκρίθηκε γελώντας σχεδόν. Ο Νόρυ ήταν υπερπροστατευτικός με τον θησαυρό του Άντορ, σαν χήνα με ένα μονάχα νεογνό, κι είχε εκφράσει την απαρέγκλιτη αντίθεση του στο να αναλάβει η Ηλαίην τη σχολή που είχε διατάξει ο Ραντ να ιδρυθεί στο Κάεμλυν. Όποτε του δινόταν η ευκαιρία, διαφωνούσε μαζί της ξανά και ξανά, μέχρι που η φωνή του έμοιαζε με τρυπάνι που τρυπούσε το κρανίο της. Προς το παρόν, η σχολή αποτελούνταν από μερικές ντουζίνες λόγιους με τους μαθητές τους, σκορπισμένους στη Νέα Πόλη σε διάφορα πανδοχεία, αλλά ακόμα και καταμεσής του χειμώνα κατέφθαναν κι άλλοι κάθε μέρα, και διαμαρτύρονταν έντονα επειδή χρειάζονταν περισσότερο χώρο. Δεν είχε σκοπό να τους παραχωρήσει κάποιο παλάτι, βέβαια, όμως κάπου έπρεπε να μείνουν. Ο Νόρυ πάσχιζε να διαχειριστεί με φειδώ το χρυσάφι του Άντορ, αλλά η Ηλαίην φρόντιζε για το μέλλον του Άντορ. Η Τάρμον Γκάι’ντον ήταν καθ’ οδόν, μα η Κόρη-Διάδοχος είχε ανάγκη να πιστεύει πως θα υπήρχε μέλλον κατόπιν, ασχέτως του αν ο Ραντ θα Τσάκιζε ξανά τον κόσμο. Ειδάλλως, δεν είχε νόημα να συνεχίσει να κάνει οτιδήποτε, αλλά ούτε ανεχόταν να κάθεται και να περιμένει. Ακόμα κι αν γνώριζε με σιγουριά πως η Τελευταία Μάχη ήταν το οριστικό τέλος, δεν πίστευε πως έπρεπε να κάτσει με τα χέρια σταυρωμένα. Ο Ραντ είχε ιδρύσει αυτές τις σχολές, σε περίπτωση που ο ίδιος όντως κατέληγε να Τσακίσει τον κόσμο, με την ελπίδα να διασωθεί κάτι, όμως η σχολή αυτή θα ανήκε στο Άντορ, όχι στον Ραντ αλ’Θόρ. Θα ήταν η Ακαδημία του Ρόδου, αφιερωμένη στη μνήμη της Μοργκέις Τράκαντ. Ναι, υπήρχε μέλλον, κι αυτό το μέλλον θα μνημόνευε τη μητέρα της. «Ή μήπως αποφάσισες πως, σε τελική ανάλυση, αν ακολουθήσεις τα ίχνη από το χρυσάφι της Καιρχίν, θα βρεις τον Αναγεννημένο Δράκοντα;»