«Τη Δύναμη;» αναφώνησε η Ηλαίην και τινάχτηκε μπροστά, σοκαρισμένη.
Ο Νόρυ ένευσε μία και μοναδική φορά. Ήταν σαν να ανέφερε την παρούσα κατάσταση έργων οδοποιίας. «Έτσι με πληροφόρησε ο σύνδεσμός μου, Αρχόντισσά μου. Ίσως ήταν έργο των Άες Σεντάι, των Άσα’μαν ή των Αποδιωγμένων. Φοβάμαι πως πρόκειται για υποθέσεις και κουτσομπολιά. Η πτέρυγα που περιείχε τα διαμερίσματα του Αναγεννημένου Δράκοντα καταστράφηκε ολοσχερώς, κι ο ίδιος εξαφανίστηκε. Πολλοί πιστεύουν πως κατέφυγε στην Ταρ Βάλον, για να γονυπετήσει στην Έδρα της Άμερλιν. Άλλοι, αν κι όχι πολλοί, πιστεύουν ότι σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της επίθεσης. Θα σας συμβούλευα να μην προβείτε σε κάποια ενέργεια μέχρις ότου ξεδιαλύνει η εικόνα». Έκανε μια παύση κι έγειρε το κεφάλι του σκεφτικός. «Από τη μέχρι τώρα εμπειρία μου μαζί του, Αρχόντισσά μου», είπε αργά, «δεν θα πίστευα ότι είναι νεκρός, παρά μόνο αν περνούσα τρεις μέρες παρέα με το πτώμα του».
Η Ηλαίην απέμεινε να τον κοιτάει σαν χαζή. Σίγουρα πλάκα της έκανε. Ένα άξεστο ευφυολόγημα εκ μέρους του Χάλγουιν Νόρυ! Ούτε κι η ίδια πίστευε πως ο Ραντ ήταν νεκρός, ούτε και θα μπορούσε ποτέ να πιστέψει κάτι τέτοιο. Όσον αφορά δε στη γονυκλισία μπροστά στην Ελάιντα, ο Ραντ παραήταν πεισματάρης ώστε να υποταχθεί σε κάποιον. Αρκετές δυσκολίες θα αντιμετωπίζονταν με επιτυχία, αν το έπαιρνε απόφαση να γονατίσει στην Εγκουέν, κάτι που δεν θα έκανε ποτέ, μια κι ήταν παιδική του φίλη. Η πρόκληση ήταν η Ελάιντα, ξεχώριζε σαν γίδα σε χοροεσπερίδα, ειδικά από τη στιγμή που θα μάθαινε τη διακήρυξη της. Όμως, ποιος του είχε επιτεθεί; Οι Σωντσάν σίγουρα δεν προλάβαιναν να φτάσουν στην Καιρχίν. Αν οι Αποδιωγμένοι είχαν αποφασίσει να κινηθούν ανοικτά, σήμαινε πως ο κόσμος θα αντιμετώπιζε ακόμα χειρότερο χάος κι όλεθρο, μα το χειρότερο θα ήταν οι Άσα’μαν. Αν τα ίδια του τα δημιουργήματα στρέφονταν εναντίον του... Όχι! Θα ήταν αδύνατον να τον προστατεύσει, όσο κι αν αυτός θα είχε ανάγκη την προστασία της. Θα έπρεπε να φροντίσει μόνος του τον εαυτό του.
Τι ανόητος άνθρωπος! μουρμούρισε από μέσα της. Τριγυρνάει από δω κι από κει, παρελαύνοντας και σείοντας τα λάβαρα, λες και δεν έχει γίνει καμιά απόπειρα δολοφονίας εναντίον του! Κοίτα να φροντίσεις τον εαυτό σου, Ραντ αλ’Θόρ, αλλιώς θα τη φας τη σφαλιάρα μόλις πέσεις στα χέρια μου!
«Τι άλλο σού είπαν οι ανταποκριτές σου, Αφέντη Νόρυ;» ρώτησε δυνατά, βγάζοντας τον Ραντ από το μυαλό της. Δεν είχε πέσει ακόμα στα χέρια της, οπότε το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να συγκεντρωθεί στην προσπάθειά της να κρατήσει το Άντορ.
Οι ανταποκριτές του Νόρυ είχαν κάμποσα πράγματα να αναφέρουν, αν και μερικά νέα είχαν παλιώσει πια. Δεν χρησιμοποιούσαν όλοι οι γραφιάδες περιστέρια, και κάποια γράμματα που δίνονταν σε έμπιστους εμπόρους έκαναν, στην καλύτερη περίπτωση, μήνες, για να φθάσουν μέσω ξηράς. Οι αναξιόπιστοι έμποροι δέχονταν τα ταχυδρομικά έξοδα, αλλά ποτέ δεν έμπαιναν στον κόπο να παραδώσουν το γράμμα. Ελάχιστοι ήταν αυτοί που είχαν τη δυνατότητα να μισθώσουν αγγελιαφόρους. Η Ηλαίην είχε σκοπό να ιδρύσει ένα Βασιλικό Ταχυδρομείο, αν το επέτρεπαν ποτέ οι περιστάσεις. Ο Νόρυ παραπονιόταν πως τα τελευταία νέα που είχε από το Έμπου Νταρ είχαν ήδη ξεπεραστεί από τα γεγονότα που εδώ και βδομάδες συζητιόνταν στους δρόμους και στα σοκάκια.
Βέβαια, δεν ήταν όλα τα νέα σημαντικά. Οι γραμματείς του δεν είχαν καμιά σχέση με κατασκόπους. Απλώς, κατέγραφαν τα νέα της πόλης και τα κουτσομπολιά της αυλής. Τα νέα από το Δάκρυ αφορούσαν σε ολοένα αυξανόμενους αριθμούς πλοίων των Θαλασσινών, που προχωρούσαν ακυβέρνητα διαμέσου των Δακτύλων του Δράκοντα και συνωστίζονταν στον ποταμό της πόλης, ενώ υπήρχαν φήμες για πλοία των Θαλασσινών που είχαν ναυμαχήσει με τους Σωντσάν, αν κι αυτά ήταν μάλλον διαδόσεις. Το Ίλιαν παρέμενε ήρεμο και γεμάτο από στρατιώτες του Ραντ, οι οποίοι ανακτούσαν δυνάμεις ύστερα από τη μάχη εναντίον των Σωντσάν· τίποτε άλλο δεν ήταν γνωστό· ακόμη και το αν ο Ραντ βρισκόταν στην πόλη ήταν υπό αμφισβήτηση. Η Βασίλισσα της Σαλδαία υποχωρούσε ακόμα στην επαρχία, πράγμα το οποίο γνώριζε πολύ καλά η Ηλαίην, αλλά φαίνεται πως η Βασίλισσα του Κάντορ είχε να φανεί μήνες στο Τσάτσιν, ενώ ο Βασιλιάς του Σίναρ υποτίθεται πως έκανε εκτενέστατη επιθεώρηση στο Σταχτοσύνορο, παρ’ όλο που η Μάστιγα ήταν πιο ήσυχη από κάθε άλλη φορά στα χρονικά. Στο Λάγκαρντ, ο Βασιλιάς Ρέντραν συγκέντρωνε κάθε αξιόμαχο ευγενή, ενώ ολάκερη η πόλη ανησυχούσε για τους δύο μεγάλους στρατούς που είχαν στρατοπεδεύσει κοντά στα σύνορα με το Άντορ, ο ένας γεμάτος με Άες Σεντάι κι ο άλλος με Αντορινούς, κι ανησυχούσε επίσης για το τι σκόπευε να κάνει ένας ακόλαστος χαραμοφάης σαν τον Ρέντραν.