Выбрать главу

«Αν ανακαλύψω τι;» είπε η Εγκουέν. Το κεφάλι της Νυνάβε έκανε μια απότομη στροφή, με βλέμμα πανικόβλητο, και για μια στιγμή η εσάρπα με τα κρόσσια κι η μεταξένια εσθήτα αντικαταστάθηκαν από την ολόλευκη ενδυμασία της Αποδεχθείσας. Ακόμα και το κι’σάιν εξαφανίστηκε. Ένα λεπτό αργότερα, επανήλθε στην πρωτύτερη εμφάνιση, με εξαίρεση μόνο την ασπράδα στα μαλλιά της, κάτι αρκετό για να διαγραφεί μια θλιμμένη έκφραση στο πρόσωπο της Εγκουέν. Γνώριζε πολύ καλά τη Νυνάβε. «Αν ανακαλύψω τι, Νυνάβε;» ρώτησε αυστηρά.

Η Ηλαίην πήρε μια βαθιά ανάσα. Σκοπός της δεν ήταν ακριβώς να τα κρατήσει όλα κρυφά, ούτε να κρύψει κάτι σημαντικό για την Εγκουέν, Με την παρούσα διάθεση όμως, η Νυνάβε ήταν πολύ πιθανόν να αρχίσει να μωρολογεί ή να πεισμώσει και να επιμένει πως δεν συμβαίνει τίποτα, πράγμα που θα ανάγκαζε την Εγκουέν να ψάξει σε μεγαλύτερο βάθος.

«Κάποιος έβαλε διχαλόριζα στο μεσημεριανό μου τσάι», είπε, και συνέχισε με την περίληψη της ιστορίας σχετικά με τους άντρες με τα μαχαίρια, την απρόοπτη εμφάνιση του Ντόιλιν Μέλαρ και πώς η Ντυέλιν είχε αποδείξει την αφοσίωσή της. Καλού-κακού, πρόσθεσε και τα νέα σχετικά με την Ελένια και τη Νάεαν καθώς και την έρευνα της Αρχιυπηρέτριας για κατασκόπους στο Παλάτι, όπως επίσης και την εκχώρηση της Ζάρυα και της Κίρστιαν στη Βαντέν και την επίθεση στον Ραντ, που είχε ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση του. Η Εγκουέν έδειχνε ατάραχη κατά τη διάρκεια της αφήγησης —μέχρι που διέκοψε την Ηλαίην αναφορικά με τον Ραντ, λέγοντάς της ότι το γνώριζε ήδη— αλλά έκανε μια αποπεμπτική κίνηση με το κεφάλι της, ακούγοντας πως η Βαντέν δεν είχε κάνει καμιά πρόοδο να μάθει ποια ήταν η Μαύρη αδελφή, κάτι που την ενδιέφερε πάρα πολύ. «Α, πρόκειται να έχω σωματοφυλακή, επίσης», αποτελείωσε η Ηλαίην. «Είκοσι γυναίκες υπό τις διαταγές του Αρχηγού Μέλαρ. Δεν νομίζω πως η Μπιργκίτε θα καταφέρει να μου βρει τίποτα Κόρες, αλλά θα κάνει ό,τι μπορεί».

Μια πολυθρόνα χωρίς ράχη εμφανίστηκε πίσω από την Εγκουέν, η οποία κάθισε χωρίς δεύτερη ματιά. Ήταν πολύ πιο επιδέξια σε αυτό το θέμα από την Ηλαίην ή τη Νυνάβε. Φορούσε ένα βαθυπράσινο μάλλινο φόρεμα ιππασίας, όμορφο και καλοραμμένο αλλά αστόλιστο, μάλλον τα ρούχα που φορούσε και κατά τη διάρκεια της μέρας στον ξύπνιο της. Το πράσινο μάλλινο ιππασίας παρέμεινε έτσι και στον Κόσμο των Ονείρων. «Θα σου έλεγα να έρθεις μαζί μου στο Μουράντυ αύριο —απόψε, δηλαδή», είπε, «αν η άφιξη των γυναικών του Σογιού δεν άναβε φωτιές στις Καθήμενες».

Η Νυνάβε είχε συνέλθει και, παρ’ όλο που δεν ήταν απαραίτητο, τακτοποίησε τη φούστα της. Το κέντημα στο φόρεμα της ήταν ασημί τώρα. «Νόμιζα πως έχεις υπό τον πλήρη έλεγχό σου την Αίθουσα του Πύργου».

«Είναι σαν να προσπαθείς να κάνεις καλά ένα κουνάβι», απάντησε ξερά η Εγκουέν. «Συσπάται, σπαρταράει κι ελίσσεται, πασχίζοντας να σε δαγκώσει στον καρπό. Εντάξει, θα κάνουν ό,τι τους πω όσον αφορά στον πόλεμο με την Ελάιντα —δεν μπορούν να τον αποφύγουν, άσχετα πόσο γκρινιάζουν για τα έξοδα σε στρατιώτες!— αλλά η συμφωνία με το Σόι δεν αποτελεί μέρος του πολέμου, όπως επίσης το να αφήσουμε το Σόι να μάθει ότι ο Πύργος ήξερε ανέκαθεν για την ύπαρξη του. Δεν πρέπει να τους περάσει καν αυτή η σκέψη. Ολόκληρη η Αίθουσα θα πάθαινε αποπληξία, αν ανακάλυπτε πόσο πολλά δεν γνώριζε. Προσπαθούν σκληρά να βρουν τρόπους να σταματήσουν την εισροή νέων μαθητευομένων».

«Δεν μπορούν, έτσι δεν είναι;» ρώτησε απαιτητικά η Νυνάβε. Έφτιαξε ένα κάθισμα για τον εαυτό της, αλλά όταν το κοίταξε, για να βεβαιωθεί πως ήταν εκεί, διαπίστωσε πως ήταν ένα αντίγραφο του καθίσματος της Εγκουέν. Δευτερόλεπτα πριν κάτσει, το κάθισμα ήταν ένα τρίποδο σκαμνί, το οποίο μετατράκηκε σε αγροτική καρέκλα με πλάτη σαν ανεμόσκαλα μόλις βολεύτηκε επάνω του. Τώρα, φορούσε μια σκιστή φούστα. «Έβγαλες διακήρυξη. Κάθε γυναίκα οποιασδήποτε ηλικίας, αρκεί να περάσει τη δοκιμασία της αλήθειας. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να βγάλεις άλλη μία για το Σόι». Η Ηλαίην διαμόρφωσε το κάθισμά της σε αντίγραφο ενός καθίσματος του καθιστικού της. Ήταν πολύ πιο εύκολο να το διατηρήσει.

«Ω, η διακήρυξη μιας Άμερλιν ισοδυναμεί με νόμο», είπε η Εγκουέν. «Μέχρις ότου η Αίθουσα βρει τρόπο για να την παρακάμψει. Το καινούργιο παράπονο είναι πως έχουμε μονάχα δεκάξι Αποδεχθείσες, μολονότι οι περισσότερες αδελφές συμπεριφέρονται στη Φαολάιν και στην Τέοντριν σαν να εξακολουθούσαν να είναι Αποδεχθείσες. Ακόμα και δεκαοκτώ όμως δεν είναι ούτε κατά διάνοια αρκετές, για να έχουν οι Αποδεχθείσες την απαιτούμενη εμπειρία. Αντί γι’ αυτό, τις αναλαμβάνουν οι αδελφές. Νομίζω πως μερικές ήλπιζαν ότι λόγω καιρού η προσέλευση δεν θα ήταν μεγάλη, αλλά διαψεύστηκαν». Ξαφνικά χαμογέλασε, και μια σκανταλιάρικη λάμψη φάνηκε στα σκούρα της μάτια. «Έχει έρθει μια καινούργια μαθητευόμενη, που πολύ θα ήθελα να γνωρίσεις, Νυνάβε. Η Σαρίνα Μελόι. Μια γιαγιά. Νομίζω ότι θα συμφωνήσεις πως είναι μια πολύ αξιόλογη γυναίκα».