Выбрать главу

«Με το συμπάθιο, Αφέντρα», είπε, με την τραχιά φωνή που είχε υιοθετήσει για τον ρόλο του Νούλι. «Πόσες Άες Σεντάι υπάρχουν στο Παλάτι;»

«Να μη σε νοιάζει», του αποκρίθηκε κοφτά η γυναίκα. Ωστόσο, τον κοίταξε πάνω από τον ώμο της, αναστέναξε και μαλάκωσε. «Αν και δεν νομίζω ότι είναι και τόσο κακό να μάθεις. Πέντε, αν υπολογίσουμε την Αρχόντισσα Ηλαίην και τη Νυνάβε Σεντάι». Η χροιά της φωνής της υποδήλωνε έπαρση. «Έχει περάσει καιρός από τότε που τόσο πολλές Άες Σεντάι αξίωσαν δικαίωμα φιλοξενίας εδώ, συγχρόνως μάλιστα».

Ο Ραντ ήταν έτοιμος να βάλει τα γέλια, αν κι όχι από ευθυμία. Πέντε; Συμπεριλαμβανομένων, βέβαια, της Νυνάβε και της Ηλαίην, συνεπώς τρεις αληθινές Άες Σεντάι. Τρεις! Πού βρίσκονταν οι υπόλοιπες, δεν είχε και πολλή σημασία. Είχε αρχίσει να πιστεύει ότι οι διάφορες φήμες περί εκατοντάδων Άες Σεντάι, που κινούνταν προς το Κάεμλυν με έναν ολόκληρο στρατό, σήμαινε πως μπορεί πράγματι να υπήρχαν και να ήταν έτοιμες να ακολουθήσουν τον Αναγεννημένο Δράκοντα. Αντί γι’ αυτό όμως, ακόμα κι η αρχική του προσδοκία για μια ντουζίνα από δαύτες έμοιαζε πολύ αισιόδοξη. Οι διαδόσεις δεν ήταν παρά απλές διαδόσεις. Η άλλη πιθανότητα ήταν να επρόκειτο για κάποια πλεκτάνη της Ελάιντα. Μα το Φως, πού ήταν ο Ματ; Χρώματα άστραψαν μέσα στο μυαλό του —φαντάστηκε για μια στιγμή ότι διέκρινε το πρόσωπο του Ματ— και σκόνταψε.

«Αν ήρθες μέχρις εδώ μεθυσμένος, Νούλι», ακούστηκε η σταθερή φωνή της Κυράς Χάρφορ, «θα το μετανιώσεις πικρά. Θα το φροντίσω η ίδια!»

«Μάλιστα, Κυρά», μουρμούρισε ο Ραντ, τινάζοντας το τσουλούφι του. Μες στο μυαλό του, ο Λουζ Θέριν κακάρισε, με ένα παρανοϊκό, θρηνητικό γέλιο. Έπρεπε να έρθει μέχρις εδώ —ήταν απαραίτητο— αλλά ήδη είχε αρχίσει να το μετανιώνει.

Τριγυρισμένες από τη λάμψη του σαϊντάρ, η Νυνάβε κι η Τάλααν αλληλοκοιτάζονταν από απόσταση τεσσάρων βημάτων μπροστά στο τζάκι, όπου μια ευεργετική φλόγα κατάφερνε να διώξει την παγωνιά από την ατμόσφαιρα. Ίσως, πάλι, να ήταν η προσπάθεια που κατέβαλαν που τις ζέσταινε, σκέφτηκε πικρά η Νυνάβε. Το μάθημα είχε κρατήσει ήδη μία ώρα, σύμφωνα με το διακοσμημένο ρολόι στο σκαλιστό πρέκι του τζακιού. Μια ώρα διαβίβασης χωρίς το παραμικρό διάλειμμα θα μπορούσε να ζεστάνει τον καθένα. Υποτίθεται πως στη θέση της θα έπρεπε να βρίσκεται η Σάριθα, αλλά η Καφετιά είχε ξεγλιστρήσει από το Παλάτι αφήνοντας ένα σημείωμα σχετικά με μια επείγουσα αποστολή στην πόλη. Η Κάρεαν είχε αρνηθεί να αναλάβει διδασκαλία για δύο συνεχόμενες μέρες, κι η Βαντέν εξακολουθούσε να αρνείται, με τη γελοία δικαιολογία πως η διδασκαλία της Κίρστιαν και της Ζάρυα δεν θα της άφηνε πια καθόλου χρόνο.

«Να, έτσι», είπε η Νυνάβε, στριφογυρίζοντας τη ροή του Πνεύματος γύρω από τη λεπτή, σαν αγοράκι, Θαλασσινή μαθητευομένη, η οποία προσπαθούσε να προφυλαχθεί. Προσθέτοντας τη δύναμη της δικής της ροής, έσπρωξε ακόμη πιο μακριά τη ροή της κοπέλας και ταυτόχρονα διαβίβασε Αέρα σε τρεις διαφορετικές υφάνσεις. Μια εξ αυτών γαργάλησε τα πλευρά της Τάλααν μέσα από την μπλε λινή μπλούζα της. Ήταν ένας απλός ελιγμός, αλλά το κορίτσι ξαφνιάστηκε και, για μια στιγμή, το αγκάλιασμα της Πηγής εκ μέρους της χαλάρωσε κάπως, καθώς την πλημμύριζε ένα αμυδρό λίκνισμα Δύναμης. Το δευτερόλεπτο αυτό ήταν αρκετό ώστε να σταματήσει η Νυνάβε να σπρώχνει τη ροή της άλλης γυναίκας και να την επαναφέρει στον αρχικό της στόχο. Η βίαιη θωράκιση της Τάλααν ήταν σαν να δίνει σκαμπίλι σε τοίχο —μόνο που το τσούξιμο απλωνόταν ομοιόμορφα στο δέρμα της αντί απλώς στην παλάμη της, αν κι αυτό δεν αποτελούσε ιδιαίτερη βελτίωση— αλλά η λάμψη του σαϊντάρ χάθηκε, καθώς οι τελευταίες δύο ροές Αέρα ακινητοποίησαν τα μπράτσα της Τάλααν στα πλευρά της κι έσφιξαν τα γόνατά της μέσα από το φαρδύ, σκούρο παντελόνι.

Πολύ προσεγμένο, για τα δεδομένα της Νυνάβε. Το κορίτσι ήταν σβέλτο κι επιδέξιο με τις υφάνσεις. Εξάλλου, το να προσπαθείς να θωρακίσεις κάποιον που χρησιμοποιεί τη Δύναμη ήταν, στην καλύτερη περίπτωση παρακινδυνευμένο και, στη χειρότερη, ανώφελο, εκτός αν ήσουν πολύ πιο δυνατή· η Τάλααν είχε την ικανότητα να τη συναγωνιστεί εκ του σύνεγγυς, κάτι που συγκρατούσε ένα χαμόγελο ικανοποίησης από το να χαραχτεί στο πρόσωπό της. Φαινόταν να έχει περάσει ελάχιστος χρόνος από τότε που οι αδελφές είχαν εκπλαγεί από τη δύναμή της και πίστευαν ότι μόνο κάποιος Αποδιωγμένος θα μπορούσε να διαθέτει μεγαλύτερη. Η Τάλααν δεν γνώριζε ακόμη τα όριά της στη Δύναμη· ήταν λίγο μεγαλύτερη από ένα παιδάκι. Δεκαπέντε, ίσως και νεότερη! Μόνο το Φως ήξερε το δυνητικό της. Αν μη τι άλλο, δεν το είχε αναφέρει καμιά από τις Ανεμοσκόπους, κι η Νυνάβε δεν επρόκειτο να ρωτήσει. Δεν την ενδιέφερε να μάθει πόσο πιο ισχυρή από την ίδια θα γινόταν ένα κορίτσι των Θαλασσινών. Καθόλου, μάλιστα.