«Αν μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, δεν θα το έκαναν στην Εποχή των Θρύλων;» ρώτησε σιγανά ο Λαν, αθόρυβα όπως το ατσάλινο σπαθί που γλιστράει από το θηκάρι. «Είπες κάποτε πως μπορεί να πληγωνόταν εξαιτίας μου». Όσο παράξενο κι αν φαινόταν, η φωνή του είχε γίνει ακόμα πιο σκληρή. «Εσύ, όμως, θα μπορούσες να τη σκοτώσεις, βοσκέ». Ο τόνος της φωνής του καθιστούσε σαφές πως ο Λαν δεν θα επέτρεπε ποτέ να συμβεί αυτό.
Το βλέμμα του Ραντ συνάντησε τη γαλάζια, ψυχρή ματιά του Λαν κι έγινε εξίσου παγερό. «Δεν ξέρω γιατί δεν το έκαναν, κι ούτε με ενδιαφέρει. Έπρεπε να δοκιμαστεί πρώτα».
Η Νυνάβε δάγκωσε το κάτω χείλος της. Υπέθεσε πως ο Ραντ θα το έκανε θέμα —και κατόπιν θα αποφάσιζε πως ήταν κάτι προσωπικό, αλλά το σίγουρο ήταν πως, μέχρι να αποφασίσει, θα τη ζάλιζε— ωστόσο, δεν νοιαζόταν διόλου που η τοποθέτηση του Λαν ήταν άτοπη. Ήταν λίγο άτσαλος σε αυτά τα ζητήματα, αλλά της άρεσαν οι ειλικρινείς άντρες. Έπρεπε να σκεφτεί, κι όχι για την απόφαση που θα έπαιρνε. Αυτή είχε προκαθοριστεί. Το θέμα ήταν πώς θα την εκπλήρωνε. Ίσως να μην άρεσε στον Ραντ, και σίγουρα δεν θα άρεσε στον Λαν. Τέλος πάντων, οι άντρες θέλουν πάντα να κάνουν το δικό τους. Μερικές φορές, όμως, καλό είναι να τους λέει και κάποιος ότι αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει πάντα.
«Νομίζω πως είναι θαυμάσια ιδέα», είπε η Νυνάβε, και δεν έλεγε ακριβώς ψέματα. Ήταν πράγματι θαυμάσια, συγκριτικά με τις εναλλακτικές. «Αλλά δεν βλέπω τον λόγο να κάθομαι εδώ και να περιμένω να με καλέσετε, λες κι είμαι καμιά υπηρέτρια. Θα το κάνω, αλλά θα είμαστε όλοι μαζί».
Είχε δίκιο. Δεν τους άρεσε καθόλου.
12
Ένας Κρίνος τον Χειμώνα
Ένας ακόμα υπηρέτης κόντεψε να αγγίξει το έδαφος με τη μύτη του ενώ υποκλινόταν, κι η Ηλαίην αναστέναξε καθώς προχωρούσε στους διαδρόμους του Παλατιού. Ή, τουλάχιστον, προσπαθούσε να προχωρήσει. Ήταν η Κόρη-Διάδοχος του Άντορ, επιβλητική κι ατάραχη. Ήθελε να τρέξει, αλλά αυτή η σκούρα μπλε φούστα σίγουρα θα την εμπόδιζε, αν το επιχειρούσε. Μπορούσε να νιώσει σχεδόν την αποβλακωμένη ματιά του χοντρού άντρα να ακολουθεί την ίδια και τις συντρόφισσές της. Ο εκνευρισμός ήταν ελάχιστος και σύντομα θα περνούσε. Ένας κόκκος άμμου στο γοβάκι της. Ο Ραντ που-έχει-την-καταραμένη-εντυπωση-πως-ξέρει-το-καλύτε-ρο-για-όλους αλ’Θόρ μού έχει γίνει στενός κορσές! σκέφτηκε. Αν κατάφερνε αυτή τη φορά να της ξεφύγει...!
«Θυμήσου», είπε με σταθερή φωνή. «Δεν πρέπει να μάθει τίποτα περί κατασκόπων, διχαλόριζας και τα τοιαύτα!» Το τελευταίο πράγμα που χρειαζόταν ήταν να αποφασίσει να τη «σώσει». Οι άντρες έκαναν συχνά τέτοιου είδους ανοησίες. Η Νυνάβε έλεγε ότι «σκέφτονται με τις τρίχες στα στέρνα τους». Μα το Φως, το πιθανότερο ήταν πως θα προσπαθούσε να επαναφέρει τους Αελίτες και τους Σαλδαίους στην πόλη! Στο ίδιο το Παλάτι! Όσο απογοητευτικό κι αν ήταν, έπρεπε να παραδεχτεί ότι αδυνατούσε να τον σταματήσει χωρίς να προκαλέσει ανοικτό πόλεμο, αλλά ακόμα κι αυτό ίσως δεν ήταν αρκετό.
«Δεν του λέω πράγματα που δεν χρειάζεται να ξέρει», είπε η Μιν, κοιτώντας συνοφρυωμένη μια ξερακιανή, γουρλομάτα υπηρέτρια, η οποία έκανε μια τόσο βαθιά υπόκλιση, ώστε παραλίγο να καταλήξει φαρδιά-πλατιά στις καφεκόκκινες πλάκες του δαπέδου. Κοιτώντας λοξά τη Μιν, η Ηλαίην θυμήθηκε το διάστημα που φορούσε κι η ίδια παντελόνι, κι αναρωτήθηκε αν θα ήταν φρόνιμο να δοκιμάσει ξανά. Σίγουρα ήταν πιο άνετο από τις φούστες. Σε καμία περίπτωση όμως, αποφάσισε συνετά, δεν θα φορούοε ψηλοτάκουνες μπότες. Έκαναν τη Μιν να φαίνεται εξίσου ψηλή με την Αβιέντα, αλλά ακόμα κι η Μπιργκίτε ταλαντευόταν όταν τις φορούσε, ενώ το άνετο παντελόνι της Μιν και το πανωφόρι, που μετά βίας κάλυπτε τους γοφούς της, της προσέδιδαν ένα σκανδαλώδες παρουσιαστικό.
«Του είπες ψέματα;» Η δυσπιστία ήταν κάτι παραπάνω από ορατή στη φωνή της Αβιέντα. Ακόμα κι ο τρόπος που έσιαξε τη σκούρα εσάρπα στους ώμους της έβριθε αποδοκιμασίας. Το αγριεμένο της βλέμμα προσπέρασε την Ηλαίην κι έπεσε πάνω στη Μιν.
«Όχι, βέβαια», αποκρίθηκε κοφτά η Μιν, ανταποδίδοντάς της το αγριοκοίταγμα. «Δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο, εκτός αν ήταν ανάγκη». Η Αβιέντα χαχάνισε κι έπειτα, παραξενεμένη με την αντίδρασή της, σοβάρεψε και τα χαρακτηριστικά της έγιναν σκληρά σαν πέτρα.
Τι θα έκανε με τούτες εδώ; Έπρεπε να συμπαθήσουν η μία την άλλη. Ήταν απαραίτητο. Όμως, οι δύο γυναίκες αλληλοκοιτιόνταν σαν δύο γάτες στο ίδιο δωμάτιο. Ναι, είχαν συμφωνήσει σχεδόν σε όλα —μια και δεν υπήρχε άλλη επιλογή, από τη στιγμή που καμιά τους δεν είχε ιδέα πότε θα έπεφτε στα χέρια τους ξανά αυτός ο άντρας— αλλά ήλπιζε να μη χρειαζόταν στο μέλλον να δείξουν η μία στην άλλη πόσο επιδέξια χρησιμοποιούσαν τα μαχαίρια τους. Μέχρι στιγμής, οι κινήσεις τους ήταν αδιάφορες, δίχως την υπόνοια πραγματικής απειλής, μα χωρίς να την αποκλείουν κιόλας. Από την άλλη, η Αβιέντα είχε εντυπωσιαστεί από τον αριθμό των μαχαιριών που έφερε επάνω της η Μιν.