Выбрать главу

Αποδείχτηκε πως το να ιππεύσει με την Κάντσουεϊν σήμαινε να ιππεύει πίσω της, προς τα νότια ανάμεσα στα δέντρα. Η Αλάνα κι η Βέριν ίππευαν πλάι στη γυναίκα, αλλά μια ματιά εκ μέρους της μόλις η Χαρίνε έκανε να πάει μαζί τους ήταν αρκετή για να της δώσει να καταλάβει πως κανείς άλλος δεν ήταν καλοδεχούμενος. Η αναμενόμενη έκρηξη δεν ήρθε για άλλη μία φορά. Αντιθέτως, για κάποιο λόγο, η Χαρίνε έριξε ένα βλοσυρό βλέμμα προς τη μεριά της Σαρίνε και τσίγκλησε το άλογό της να κινηθεί ανάμεσα στη Σάλον και στον Μόαντ. Δεν μπήκε στον κόπο να κάνει άλλες ερωτήσεις σχετικά με τη Σαρίνε, κι απέμεινε να αγριοκοιτάζει τις πλάτες των προπορευμένων γυναικών. Αν η Σάλον δεν ήξερε κάπως καλύτερα τον χαρακτήρα της Χαρίνε, θα υπέθετε πως σε αυτό το αγριοκοίταγμα υπήρχε περισσότερη μελαγχολία παρά θυμός.

Από τη μεριά της, η Σάλον ήταν ευχαριστημένη που ίππευε σιωπηλά. Η ιππασία ήταν εκ των πραγμάτων δύσκολη, πόσω μάλλον αν έπρεπε να μιλάς συγχρόνως. Επιπλέον, ξαφνικά συνειδητοποίησε γιατί συμπεριφερόταν έτσι παράξενα η Χαρίνε. Μάλλον προσπαθούσε να τα έχει καλά με τις Άες Σεντάι. Υπέθεσε πως αυτό ήταν. Η Χαρίνε ποτέ δεν επέβαλλε αυτοέλεγχο αν δεν υπήρχε μεγάλη ανάγκη. Η προσπάθεια που κατέβαλλε τώρα θα πρέπει να της έκαιγε τα σωθικά. Αν δε οι προσπάθειες της δεν έφερναν το επιθυμητό αποτέλεσμα, θα ξεσπούσε επάνω της. Και μόνο η σκέψη προκαλούσε πονοκέφαλο στη Σάλον. Ας τη βοηθούσε το Φως, δείχνοντάς της έναν τρόπο να αποφύγει την κατασκοπία στην αδελφή της χωρίς να χρειαστεί να της αφαιρέσουν την αλυσίδα στο μάγουλό της, ατιμάζοντάς την, και χωρίς να βρεθεί πάνω σε καμιά μαούνα υπό τις διαταγές μιας Κυράς των Πανιών, που όλη την ώρα θα αναλογιζόταν για ποιο λόγο δεν ανέβηκε στην ιεραρχία, έτοιμη να ξεσπάσει την οργή της στον πρώτο τυχόντα. Ακόμα χειρότερα, ο Μίσαελ θα μπορούσε να παραβιάσει τον όρκο του γάμου τους. Δεν μπορεί, κάποιος τρόπος θα υπήρχε.

Μερικές φορές, στριφογύριζε πάνω στη σέλα της, για να κοιτάξει τις Άες Σεντάι που την ακολουθούσαν. Ήταν σίγουρο πως δεν θα μάθαινε τίποτε από τις γυναίκες που προπορεύονταν. Κάθε λίγο και λιγάκι, η Κάντσουεϊν κι η Βέριν αντάλλασσαν κάποια λόγια, γέρνοντας δίπλα-δίπλα η μία στην άλλη και μιλώντας σιγανά, για να μην κρυφακούσει κανείς. Η Αλάνα ήταν συγκεντρωμένη στην πορεία τους, με το βλέμμα στραμμένο πάντα προς τον Νότο. Σπιρούνισε το άλογό της δυο-τρεις φορές να κάνει λίγα βήματα εμπρός, αλλά η Κάντσουεϊν την επανάφερε στη θέση της με μια χαμηλόφωνη διαταγή, την οποία η Αλάνα υπάκουσε απρόθυμα, με θυμωμένο βλέμμα και δύστροπο μορφασμό. Η Κάντσουεϊν κι η Βέριν έμοιαζαν να νοιάζονται ιδιαίτερα γι’ αυτή τη γυναίκα— η Κάντσουεϊν τής χάιδευε μαλακά το χέρι, όπως σχεδόν η Σάλον χάιδευε ανάλαφρα τον λαιμό του αλόγου της, κι η Βέριν την κοιτούσε γεμάτη χαρά, λες κι η Αλάνα είχε μόλις αναρρώσει από κάποια ασθένεια. Όλα αυτά δεν έλεγαν τίποτα στη Σάλον, οπότε βάλθηκε να σκέφτεται άλλα θέματα.

Στα πλοία, δεν ανέβαινες στην ιεραρχία λόγω της ικανότητάς σου να Υφαίνεις τους Ανέμους ή να προβλέπεις τον καιρό ή να διορθώνεις την πορεία του σκάφους. Χρειαζόταν να αναγνωρίζεις την πρόθεση που κρύβεται ανάμεσα στα λόγια μιας προσταγής, να ερμηνεύεις ασήμαντες χειρονομίες κι εκφράσεις του προσώπου. Έπρεπε να παρατηρείς ποιος πειθαρχεί απέναντι σε ποιον, έστω και διακριτικά, γιατί μόνο το θάρρος κι η επιδεξιότητα μπορούσαν να σε ανεβάσουν ψηλά.

Τέσσερις από δαύτες, η Νεσούνε, η Έριαν, η Μπελντάινε κι η Έλζα, προχωρούσαν μαζί, όχι πολύ πιο πίσω της, αν και στην πραγματικότητα δεν αποτελούσαν παρέα, απλώς καταλάμβαναν τον ίδιο χώρο. Ούτε συζητούσαν μεταξύ τους, ούτε κοιτούσαν η μία την άλλη. Έτσι κι αλλιώς, δεν αλληλοσυμπαθούνταν ιδιαίτερα. Στο μυαλό της, η Σάλον τις είχε τοποθετήσει στην ίδια κατηγορία με τη Σαρίνε. Οι Άες Σεντάι προσποιούνταν πως ήταν υπό τις διαταγές της Κάντσουεϊν, αλλά αυτό μόνο αλήθεια δεν ήταν. Η Μερίς, η Κόρελε, η Κουμίρα κι η Ντάιγκιαν αποτελούσαν ξεχωριστή ομάδα, που απλώς τη διοικούσε η Κάντσουεϊν. Η Αλάνα πότε ανήκε στη μία ομάδα και πότε στην άλλη, ενώ η Βέριν, παρ’ όλο που έδινε την εντύπωση ότι τασσόταν με το μέρος της Κάντσουεϊν, φαίνεται πως λειτουργούσε κι ανεξάρτητα. Μπορεί, απλώς, να συμβάδιζε. Και σαν αυτό να μην ήταν περίεργο από μόνο του, υπήρχε και το θέμα του σεβασμού.

Παραδόξως, οι Άες Σεντάι φαίνονταν να εκτιμούν την ισχύ ως προς τη Δύναμη περισσότερο από την εμπειρία ή την ικανότητα. Η ιεραρχία τους οριζόταν βάσει της ισχύος, σαν τους ναύτες που καβγάδιζαν στα στεριανά καπηλειά. Εννοείται πως όλες έτρεφαν σεβασμό στο πρόσωπο της Κάντσουεϊν, αλλά μεταξύ των υπολοίπων υπήρχαν κάποιες παραξενιές. Σύμφωνα με τη δική τους ιεραρχία, κάποιες που προσέγγιζαν περισσότερο τη Νεσούνε ήταν σε θέση να απαιτούν σέβας από κάποιες άλλες που ήταν με το μέρος της Κάντσουεϊν, αλλά παρ’ όλο που οι τελευταίες έδειχναν τον απαιτούμενο σεβασμό, το έκαναν σαν να είχαν απέναντι τους έναν ανώτερο που είχε διαπράξει ένα τρομερό έγκλημα, γνωστό σε όλους. Σύμφωνα, λοιπόν, με την παρούσα ιεραρχία, η Νεσούνε ήταν ανώτερη από οποιαδήποτε, εκτός της Κάντσουεϊν και της Μερίς, λογοδοτούσε ωστόσο στην Ντάιγκιαν, η οποία βρισκόταν στον πάτο της ιεραρχίας, λες κι είχε διαπράξει απροκάλυπτα αυτό το έγκλημα, όπως κι όλες οι άλλες που ήταν με το μέρος της. Όλα γίνονταν διακριτικά, μια ματιά αφ’υψηλού, ένα ελαφρύ ανασήκωμα των φρυδιών, ένα σούφρωμα των χειλιών, αλλά το μάτι που ήταν εξασκημένο στη ζωή των πλοίων τα έβλεπε ξεκάθαρα. Ίσως εδώ να μην υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να τη βοηθήσει, αλλά αν ήταν να μπει στον χορό, ας χόρευε κιόλας.