Выбрать главу

Η Αλάνα κοιτούσε κάτω, ακουμπώντας στη ράχη του καθίσματός της. «Να, έκανα τόσο δρόμο κι εσύ με στέλνεις πάλι πίσω. Μάλλον είναι για καλό, μια κι υπάρχει κι αυτό το κορίτσι». Αναστέναξε. «Δεν έχεις ιδέα τι πέρασα στην Καιρχίν, προσπαθώντας να συγκαλύψω τον δεσμό, ίσα-ίσα για να μπορέσετε εσείς οι δύο να με εμποδίσετε από το να μείνω ξύπνια όλη νύχτα. Κι αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο από το να τον συγκαλύψεις ολότελα, αλλά δεν ήθελα με τίποτα να χάσω εντελώς την επαφή με τους Προμάχους μου. Μόνο που το να γυρίσω στην Καιρχίν θα είναι εξίσου άσχημο».

Ο Ραντ ξερόβηξε. «Αυτό θέλω να κάνεις». Παρ’ όλο που ήξερε καλά πως οι γυναίκες μιλούσαν πιο ξεκάθαρα από τους άντρες για μερικά θέματα, δεν έπαυε να σοκάρεται όποτε το έκαναν. Ήλπιζε πως η Ηλαίην κι η Αβιέντα συγκάλυπταν τον δεσμό όταν έκανε έρωτα με τη Μιν. Όταν ήταν οι δυο τους στο κρεβάτι, δεν υπήρχε κανείς άλλος εκτός από αυτήν, όπως συνέβαινε και με την Ηλαίην. Πάντως, δεν ήθελε με τίποτα να το συζητήσει με την Αλάνα. «Μέχρι να αποτελειώσεις τη δουλειά σου στην Καιρχίν, εγώ ίσως να έχω καταστραφεί. Αν όμως... δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο, μπορείς να επιστρέψεις. Ωστόσο, θα χρειαστεί να μείνεις μακριά μου εωσότου σε ειδοποιήσω». Ακόμα και με αυτόν τον περιορισμό, η χαρά ξεπήδησε πάλι από μέσα της.

«Δεν πρόκειται να μου πεις ποια σε δέσμευσε, έτσι;» Ο Ραντ ένευσε αρνητικά κι η γυναίκα αναστέναξε. «Καλύτερα να πηγαίνω». Σηκώθηκε, πήρε τον μανδύα της και τον πέρασε πάνω από τον βραχίονά της. «Η Κάντσουεϊν ανυπομονεί. Η Σορίλεα τη συμβούλευσε να μας φροντίζει σαν κλωσόπουλα, κι αυτό κάνει. Με τον τρόπο της, βέβαια». Σταμάτησε στην πόρτα για να του κάνει μία τελευταία ερώτηση. «Γιατί βρίσκεσαι εδώ, Ραντ; Η Κάντσουεϊν μπορεί να μη νοιάζεται, αλλά νοιάζομαι εγώ. Αν επιθυμείς, θα το κρατήσω μυστικό. Δεν κατάφερα ποτέ να παραμείνω πάνω από λίγες μέρες σε στέντιγκ. Γιατί θέλεις σώνει και καλά να παραμείνεις εδώ, όπου δεν μπορείς καν να αισθανθείς την Πηγή;»

«Ίσως να μην είναι και τόσο άσχημο για μένα», της απάντησε ψέματα. Συνειδητοποίησε πως θα μπορούσε κάλλιστα να της πει την αλήθεια. Όντως την εμπιστευόταν για να το κρατήσει μυστικό. Ωστόσο, τον έβλεπε ως Πρόμαχό της, κι ήταν Πράσινη. Όποια εξήγηση κι αν της έδινε, δεν θα τον άφηνε να το αντιμετωπίσει μόνος, αλλά στο Φαρ Μάντινγκ όσο μπορούσε να υπερασπίσει τον εαυτό της, άλλο τόσο μπορούσε να υπερασπίσει και τη Μιν, ίσως και λιγότερο. «Εμπρός, Αλάνα. Αρκετό χρόνο έχασα».

Μόλις έφυγε, ο Ραντ ακούμπησε ξανά την πλάτη του στον τοίχο κι άρχισε να ψηλαφίζει και πάλι το φλάουτο. Αντί να παίξει κάποιον σκοπό, αφέθηκε σε σκέψεις. Η Μιν είπε πως είχε ανάγκη την Κάντσουεϊν, αλλά εκείνη δεν έτρεφε κανένα ενδιαφέρον για τον ίδιον, παρά μόνο σαν να ήταν κάτι αξιοπερίεργο. Μάλιστα, εκδήλωνε κακότροπα την περιέργειά της. Έπρεπε να βρει τρόπο να την κάνει να δείξει ενδιαφέρον, αλλά πώς στο Φως θα κατάφερνε κάτι τέτοιο;

Με κάποια δυσκολία, η Βέριν κατάφερε να βγει από το ατομικό φορείο, στην αυλή του παλατιού της Αλέιζ. Δεν το θεωρούσε κι ό,τι ευχάριστο να βρίσκεται εκεί μέσα, αλλά ήταν ο γρηγορότερος τρόπος μετακίνησης στο Φαρ Μάντινγκ. Οι άμαξες, αργά ή γρήγορα, κολλούσαν μέσα στο πλήθος, άσε που δεν πήγαιναν σε κάποια μέρη που ήθελε. Οι υγροί άνεμοι από τη μεριά της λίμνης γίνονταν όλο και ψυχρότεροι καθώς το απόγευμα βάθαινε ολοένα, παραχωρώντας τη θέση του στο λυκόφως, αλλά δεν έδινε και πολλή σημασία στον αέρα που μαστίγωνε τον μανδύα της ενώ ψαχούλευε το πουγκί της, για να βγάλει δύο αργυρά νομίσματα και να τα δώσει στους βαστάζους. Βέβαια, δεν ήταν αναγκασμένη να το κάνει, μια και τα παλικάρια ανήκαν στην Αλέιζ, αλλά η Εαντουίνα δεν θα το μάθαινε. Κανονικά, δεν θα δέχονταν το φιλοδώρημα, αλλά τα νομίσματα χάθηκαν μέσα στα πανωφόρια τους εν ριπή οφθαλμού, ενώ ο νεότερος σε ηλικία, ένας ευπαρουσίαστος μεσήλικας, έκανε μια φιγουράτη υπόκλιση πριν οι δυο τους ξαναπιάσουν το φορείο και ξεμακρύνουν προς τη μεριά του στάβλου, ένα χαμηλό οικοδόμημα, κτισμένο σε μια γωνιά του μπροστινού τοίχου. Η Βέριν αναστέναξε. Ένα αγόρι στη μέση ηλικία. Δεν της είχε πάρει πολύ καιρό όσο βρισκόταν στο Φαρ Μάντινγκ να αρχίσει να σκέφτεται σαν να μην είχε φύγει ποτέ. Έπρεπε να προσέχει. Ίσως να κινδύνευε αν η Αλέιζ κι οι υπόλοιπες ανακάλυπταν την απάτη της. Υποψιαζόταν πως τα εντάλματα για την εξορία της Βέριν Μάθγουιν δεν είχαν αναιρεθεί. Στο Φαρ Μάντινγκ τηρούσαν σιγή ιχθύος όταν μια Άες Σεντάι ερχόταν σε σύγκρουση με τον νόμο, αλλά οι Σύμβουλοι δεν είχαν κανέναν λόγο να φοβούνται τις Άες Σεντάι, ενώ ο Πύργος, με τη σειρά του και για δικούς του λόγους, σώπαινε στις σπάνιες περιπτώσεις που μια  δικαστική  απόφαση  καταδίκαζε  κάποια αδελφή να δεθεί χειροπόδαρα και να μαστιγωθεί. Δεν σκόπευε να γίνει η ίδια η πιο πρόσφατη περίπτωση, εξαιτίας της οποίας ο Πύργος δεν θα έβγαζε άχνα.