Выбрать главу

«Ναι, υπήρχε μια καταγραφή στην ιστορία που μελετούσα», είπε ήσυχα η Ηλαίην, ρίχνοντας ματιές στα γυμνά κοντάρια. Γυμνά προς το παρόν, δηλαδή. Εδώ, δεν διαισθανόταν καθόλου τον Ραντ, παρ’ όλο που εξακολουθούσε να βρίσκεται μέσα στο κεφάλι της, όπως κι η Μπιργκίτε, ένας βραχώδης όζος συναισθημάτων κι αισθήσεων, που ήταν πιο δύσκολο να ερμηνευθεί τώρα που βρισκόταν μακριά. Εδώ, στον Τελ’αράν’ριοντ, ήταν αδύνατον να γνωρίζει προς ποια κατεύθυνση βρισκόταν, κι η γνώση αυτή, όσο ασήμαντη κι αν ήταν, της έλειπε, όπως επίσης της έλειπε κι ο ίδιος.

Λάβαρα εμφανίστηκαν στην κορυφή των κονταριών κι άρχισαν να αναδεύονται τεμπέλικα στο φύσημα του αγέρα. Σε κάποιο από αυτά προλάβαινες να διακρίνεις έναν κόκκινο αετό, που πετούσε πάνω από μια θαλασσιά πεδιάδα. Όχι απλώς έναν κόκκινο αετό, αλλά τον Κόκκινο Αετό. Κάποτε, όταν είχε επισκεφθεί τον Τελ’αράν’ριοντ παρέα με τη Νυνάβε, νόμισε ότι τον είδε, αλλά αποφάσισε πως μάλλον έκανε λάθος. Ο Αφέντης Νόρυ είχε αρχίσει να τη βάζει στον ίσιο δρόμο. Αγαπούσε τον Ραντ, αλλά αν κάποιος στη γενέτειρά του πάσχιζε να αναστήσει τη Μανέθερεν από τον αρχαίο της τάφο, έπρεπε να του επιστήσει την προσοχή, όσο επώδυνο κι αν ήταν αυτό. Το λάβαρο αυτό και το συγκεκριμένο όνομα είχαν αρκετή δύναμη ώστε να απειλήσουν ακόμη και το Άντορ.

«Κάτι είχα ακούσει περί αλλαγών από την Μποντ Κώθον και τις άλλες μαθητευόμενες στην πατρίδα», συνέχισε η Εγκουέν, κοιτώντας συνοφρυωμένη τα σπίτια της πρασιάς, «αλλά αυτό δεν το περίμενα». Τα περισσότερα σπίτια ήταν λιθόκτιστα. Ένα μικροσκοπικό πανδοχείο στεκόταν ακόμη δίπλα στα πέτρινα θεμέλια ενός πολύ μεγαλύτερου κτηρίου, με μια πελώρια βελανιδιά να φυτρώνει καταμεσής του, αλλά κάτι που έμοιαζε με πολύ μεγαλύτερο πανδοχείο, ήταν σχεδόν τελειωμένο στην άλλη πλευρά των θεμελίων, με μια μεγάλη πινακίδα που έγραφε Οι Τοξότες να κρέμεται ήδη πάνω από την είσοδο. «Αναρωτιέμαι αν ο πατέρας μου είναι ακόμα Δήμαρχος. Είναι καλά η μητέρα μου; Οι αδελφές μου;»

«Ξέρω πως αύριο θέτεις σε κίνηση το στράτευμα», είπε η Ηλαίην, «αν δεν είναι ήδη αύριο, αλλά σίγουρα θα βρεις λίγο καιρό να έρθεις εδώ όταν φθάσεις στην Ταρ Βάλον». Το Ταξίδεμα απλοποιούσε μερικά πράγματα. Ίσως κι η ίδια να έστελνε κάποιον στο Πεδίο του Έμοντ. Αρκεί να ήξερε ποιον να εμπιστευθεί γι’ αυτή την αποστολή. Αν μπορούσε να διαθέσει οποιονδήποτε εμπιστευόταν.

Η Εγκουέν κούνησε το κεφάλι της. «Ηλαίην, χρειάστηκε να διατάξω τη μαστίγωση ορισμένων γυναικών μαζί με τις οποίες μεγάλωσα, επειδή δεν πιστεύουν ότι είμαι η Έδρα της Άμερλιν ή, αν το πιστεύουν, δεν υπακούνε στους κανονισμούς, επειδή με γνώριζαν προσωπικά». Ξαφνικά, το επιτραχήλιο με τις εφτά ρίγες κρεμάστηκε από τους ώμους της, αλλά το αντιλήφθηκε και, με μια γκριμάτσα το έβαλε στη θέση του. «Δεν νομίζω πως μπορώ να αντιμετωπίσω το Πεδίο του Έμοντ ως Άμερλιν», είπε λυπημένα. «Όχι ακόμα, τουλάχιστον». Αναδεύτηκε λίγο κι η φωνή της σταθεροποιήθηκε. «Ο Τροχός γυρίζει, Ηλαίην, και τα πάντα αλλάζουν. Πρέπει να το συνηθίσω. Θα το συνηθίσω». Ακουγόταν σαν τη Σιουάν Σάντσε, τότε που τους μιλούσε στην Ταρ Βάλον, προτού αλλάξουν τα πάντα. Με ή χωρίς επιτραχήλιο, η Εγκουέν μιλούσε ως πραγματική Έδρα της Άμερλιν. «Είσαι σίγουρη πως δεν θες να σου στείλω μερικούς στρατιώτες του Γκάρεθ Μπράυν; Για την ασφάλεια του Κάεμλυν, τουλάχιστον;»

Ξαφνικά, περικυκλώθηκαν από λαμπερό χιόνι, που τους έφθανε έως τα γόνατα. Το χιόνι δημιούργησε εκθαμβωτικούς πάλλευκους λοφίσκους πάνω στις στέγες, λες κι είχε προηγηθεί ισχυρή χιονόπτωση. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο, κι οι κοπέλες απλά αρνήθηκαν να επιτρέψουν στην αιφνιδιαστική παγωνιά να τις αγγίξει, και φαντάστηκαν πως φορούσαν μανδύες και πιο ζεστά ρούχα.

«Κανείς δεν πρόκειται να κινηθεί εναντίον μου πριν από την άνοιξη», είπε η Ηλαίην. Αν μη τι άλλο, οι στρατοί δεν επιχειρούσαν κατά τη διάρκεια του χειμώνα, εκτός κι αν είχαν το πλεονέκτημα του Ταξιδέματος, όπως η στρατιά της Εγκουέν. Το χιόνι τελμάτωνε τα πάντα, ενώ λάσπη κυριαρχούσε στα σημεία όπου έλιωνε. Εκείνοι οι Μεθορίτες είχαν αρχίσει να βαδίζουν νότια, σκεπτόμενοι πως ο χειμώνας δεν θα ερχόταν αυτόν τον χρόνο. «Επιπλέον, θα χρειαστείς οποιονδήποτε διαθέσιμο άντρα, όταν φθάσεις στην Ταρ Βάλον».

Κάπως αβέβαια, η Εγκουέν ένευσε καταφατικά, χωρίς να ξανακάνει την προσφορά της. Ακόμα και με τον τεράστιο όγκο στρατολογημένων του τελευταίου μήνα, ο Γκάρεθ Μπράυν δεν είχε συγκεντρώσει ούτε τους μισούς άντρες απ’ όσους της είχε πει ότι θα ήταν απαραίτητοι για την κατάληψη της Ταρ Βάλον. Σύμφωνα με την Εγκουέν, ήταν έτοιμος να ξεκινήσει με τους διαθέσιμους, αν κι αυτό της προκαλούσε ανησυχία. «Πρέπει να πάρω σκληρές αποφάσεις, Ηλαίην. Ο Τροχός υφαίνει όπως ο Τροχός το θέλει, ωστόσο μόνο εγώ μπορώ να πάρω την απόφαση».