Выбрать главу

Η Ηλαίην άφησε ένα μουγκρητό και κατέβηκε από το κρεβάτι. Η Εσάντε την περίμενε ήδη στην πόρτα που οδηγούσε στο δωμάτιο ιματισμού. Ποτέ δεν ξυπνούσε την Ηλαίην, εκτός αν η τελευταία θυμόταν να της το πει. Η Ηλαίην παραδόθηκε στις σχεδόν σιωπηλές περιποιήσεις της ασπρομάλλας ενώ η Αβιέντα ντυνόταν, αλλά η αδελφή της κάθε άλλο παρά σιωπηλή ήταν, καθώς άρχισε να γελάει και να κάνει σχόλια σχετικά με το πώς είναι να σε ντύνει κάποιος, κάνοντάς σε να νιώθεις σαν μωρό, και με το ότι η Ηλαίην θα ξεχνούσε να ντύνεται μόνη της και θα χρειαζόταν κάποιον άλλον να την ντύνει. Τα ίδια έκανε κάθε πρωί, από τότε που οι δυο τους μοιράζονταν το κρεβάτι. Η Αβιέντα το έβρισκε αστείο. Η Ηλαίην δεν έλεγε λέξη, παρά μόνο για να απαντήσει στις ενδυματολογικές προτάσεις της υπηρέτριάς της, μέχρι που κούμπωνε και το τελευταίο μαργαριταρένιο κουμπί κι έμενε μόνη, να ατενίζει τον εαυτό της στον ολόσωμο καθρέφτη.

«Εσάντε», είπε κάπως αδιάφορα, «είναι έτοιμα τα ρούχα της Αβιέντα;» Το κομψό θαλασσί μάλλινο με το ασημί κέντημα ήταν κατάλληλο για τις υποχρεώσεις της ημέρας.

Η Εσάντε ζωήρεψε. «Όλα αυτά τα όμορφα μετάξια κι οι δαντέλες της Αρχόντισσας Αβιέντα, Αρχόντισσά μου; Φυσικά. Είναι όλα καθαρά, ξεσκονισμένα, σιδερωμένα και τακτοποιημένα». Έδειξε προς τις ντουλάπες, που κάλυπταν έναν ολόκληρο τοίχο.

Η Ηλαίην χαμογέλασε κι έριξε μια ματιά στην αδελφή της πάνω από τον ώμο της. Η Αβιέντα κοίταξε τις ντουλάπες λες και περιείχαν οχιές, ξεροκατάπιε και τύλιξε με βιαστικές κινήσεις το σκούρο διπλωμένο μαντίλι γύρω από το κεφάλι της.

Μόλις η Ηλαίην έδιωξε την Εσάντε, είπε: «Σε περίπτωση που τα χρειαστείς».

«Πολύ καλά», μουρμούρισε η Αβιέντα, φορώντας το ασημένιο της περιδέραιο. «Τέρμα τα αστεία για τη γυναίκα που σε ντύνει».

«Ωραία. Ειδάλλως, θα της πω να ντύνει κι εσένα. Αυτό κι αν θα είναι αστείο».

Μουρμουρίζοντας μέσα από τα δόντια της κάτι σχετικά με ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουν από αστεία, η Αβιέντα προφανώς δεν συμφωνούσε. Η Ηλαίην περίμενε πως θα απαιτούσε από την ίδια να ξεφορτωθεί όλα τα ρούχα που της είχε μαζέψει. Μάλιστα, της έκανε εντύπωση που η Αβιέντα δεν είχε αναφερθεί ήδη σε αυτό το θέμα.

Το πρωινό που είχε στηθεί στο καθιστικό για την Αβιέντα αποτελούνταν από χοιρομέρι γεμιστό με σταφίδες, αβγά μαγειρευτά με αποξηραμένα δαμάσκηνα, αποξηραμένο ψάρι με ψίχα ανανά, φρέσκο ψωμί πασαλειμμένο με βούτυρο, και τσάι σιροπιασμένο με μέλι. Δηλαδή, όχι ακριβώς σιροπιασμένο, αλλά έτσι έμοιαζε. Η Ηλαίην δεν έβαλε βούτυρο στο ψωμί της, ελάχιστο μέλι στο τσάι της κι, αντί των υπολοίπων, έφαγε ένα ζεστό κουρκούτι από δημητριακά και βοτάνια, που υποτίθεται πως ήταν εξαιρετικά υγιεινό. Δεν ένιωθε σαν έγκυος, άσχετα απ’ όσα είχε πει η Μιν στην Αβιέντα, μολονότι το είχε αναφέρει και στην Μπιργκίτε, τότε που οι τρεις τους είχαν μεθύσει. Η Πρόμαχός της, η Ντυέλιν κι η Ρενέ Χάρφορ την είχαν περιορίσει σε μια δίαιτα «κατάλληλη για γυναίκα στην κατάσταση της». Όποτε έστελνε κάποιον στην κουζίνα για να της φέρει ένα γλύκισμα, όλως περιέργως αυτό δεν έφτανε ποτέ στα χέρια της, κι όποτε η ίδια έβρισκε την ευκαιρία να ξεγλιστρήσει έως εκεί, οι μάγειρες την κοιτούσαν με τόσο σκυθρωπά κι αποδοκιμαστικά βλέμματα, που αναγκαζόταν να φύγει άπρακτη.

Δεν θρηνούσε τόσο για το αρωματικό κρασί, τα γλυκά και για όσα άλλα δεν της επιτρέπονταν —αν και την ενοχλούσε να βλέπει την Αβιέντα να καταβροχθίζει τάρτες ή πουτίγκες— αυτό που την ένοιαζε ήταν ότι όλοι στο Παλάτι γνώριζαν πως ήταν έγκυος. Και, φυσικά, γνώριζαν πώς είχε συμβεί αυτό, αν όχι και με ποιον. Οι άντρες ήταν κάπως πιο μαζεμένοι, πέρα από το γεγονός ότι γνώριζαν κι ότι κι η ίδια γνώριζε ότι γνώριζαν, αλλά οι γυναίκες δεν έμπαιναν καν στον κόπο να το κρύψουν. Άσχετα από το αν επιδοκίμαζαν ή όχι την κατάσταση, οι μισές την κοιτούσαν σαν να ήταν τρελοκόριτσο κι οι άλλες μισές έμοιαζαν προβληματισμένες. Κατέβαλλε προσπάθεια για να καταπιεί τον χυλό της —όχι ότι ήταν τόσο άνοστος πραγματικά, αλλά σίγουρα θα προτιμούσε λίγο από το χοιρομέρι που έκοβε σε φέτες η Αβιέντα, ή μερικά αυγά με δαμάσκηνα— κουταλίζοντας μεγάλες μπουκιές και χώνοντάς τες στο στόμα της, ανυπομονώντας σχεδόν να αρχίσει η αδιαθεσία της γέννας, έτσι που να μπορεί να μοιράζεται την ευαίσθητη κοιλιά της με αυτή της Μπιργκίτε.

Ο πρώτος επισκέπτης που εισήλθε στα διαμερίσματά της εκείνο το πρωινό, εκτός από την Εσάντε, ήταν αυτός που οι γυναίκες του Παλατιού θεωρούσαν ως πρώτο υποψήφιο για πατέρα του παιδιού που μόλις είχε αρχίσει να σκιρτάει μέσα της.