Выбрать главу

Μερικές γυναίκες, και σχεδόν όλοι οι άντρες, εξέλαβαν την αλλαγή ρούχων του ως ένδειξη ότι έφευγε. Το θεωρούσαν φευγιό και το αποδοκίμαζαν, κάνοντας ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να τον εμποδίσουν. Στα μάτια τους, ο Ματ δεν ήταν παρά το γιατρικό για την ασθένεια της Τάυλιν, και σε καμιά περίπτωση δεν ήθελαν να γυρίσει η αφέντρα τους και να ξεσπάσει επάνω τους επειδή τον είχαν αφήσει να φύγει. Αν δεν είχε φροντίσει να τοποθετήσει τον Λόπιν ή τον Νέριμ στα διαμερίσματα της Τάυλιν, για να φυλάνε τα υπάρχοντά του, τα ρούχα θα είχαν εξαφανιστεί ξανά, και μονάχα ο Βάνιν κι οι Κοκκινόχειρες φρόντιζαν να μην εξαφανιστεί ο Πιπς από τους στάβλους.

Ο Ματ προσπαθούσε να ενθαρρύνει αυτή τους τη βεβαιότητα. Όταν θα έφευγε και ταυτόχρονα θα εξαφανίζονταν δύο νταμέην, σίγουρα κάποιοι θα συνέδεαν τα γεγονότα, αλλά με την Τάυλιν φευγάτη και την ολοφάνερη πρόθεση του Ματ να φύγει πριν αυτή επιστρέψει, κανείς δεν θα μπορούσε να την κατηγορήσει. Κάθε μέρα, ακόμα κι όταν έβρεχε, καβαλίκευε τον Πιπς κι έκανε κύκλους γύρω από τον στάβλο, όλο και περισσότερους, λες κι ήθελε να ανακτήσει το σφρίγος του. Λίγο καιρό μετά, συνειδητοποίησε πως, πράγματι, αυτό ήταν. Το πόδι του κι ο γοφός του εξακολουθούσαν να τον σφυροκοπούν, αλλά πίστευε πως μπορούσε κάλλιστα να διανύσει μέχρι και δέκα μίλια πριν ξεπεζέψει. Έστω, οκτώ.

Συχνά, όταν ο ουρανός ήταν καθαρός, οι σουλ’ντάμ έβγαζαν βόλτα τις νταμέην ενόσω αυτός εξασκούνταν. Οι γυναίκες Σωντσάν ήταν ενήμερες πως δεν αποτελούσε ιδιοκτησία της Τάυλιν αλλά, από την άλλη, είχε ακούσει μερικές να τον αποκαλούν παιχνιδάκι της! Παιχνιδάκι της Τάυλιν τον έλεγαν, λες κι αυτό ήταν το όνομά του! Ήταν τόσο ασήμαντος για χα δεδομένα τους, ώστε δεν έμπαιναν καν στον κόπο να μάθουν αν είχε άλλο όνομα. Γι’ αυτές, ή ήσουν ντα’κοβάλε ή τίποτα, κι αυτές οι μεσοβέζικες καταστάσεις δεν τις διασκέδαζαν καθόλου. Άκουσε μια σουλ’ντάμ να γελάκι και κατευθύνθηκε προς τα εκεί, πασχίζοντας να πείσει τον εαυτό του πως δεν έτρεχε τίποτα. Όσο περισσότεροι ήξεραν πως έψαχνε τρόπους να φύγει πριν επιστρέψει η Τάυλιν, τόσο καλύτερα για την ίδια. Μόνο για τον ίδιο δεν ήταν και τόσο ευχάριστα τα πράγματα.

Πού και πού, έβλεπε τα πρόσωπα των Άες Σεντάι ανάμεσα στις νταμέην που περπατούσαν τριγύρω —τρεις εκτός από την Τέσλυν— αλλά δεν είχε ιδέα πώς μπορεί να έμοιαζε αυτή η Εντεσίνα. Θα μπορούσε να είναι αυτή η κοντή και χλωμή γυναίκα, που έμοιαζε με τη Μουαραίν, ή εκείνη η ψηλή με τα ασημόχρυσα μαλλιά, ή ακόμα κι εκείνη η λεπτοκαμωμένη μαυρομάλλα. Άσχετα αν όλες τους ακολουθούσαν σουλ’ντάμ, θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν βγει βόλτα από μόνες τους, αν δεν τις πρόδιδε το λαμπερό κολάρο γύρω από τον λαιμό τους και το λουρί που τις συνέδεε με τον καρπό των σουλ’ντάμ. Η ίδια η Τέσλυν ήταν όλο και πιο βλοσυρή κάθε φορά που την κοίταζε, και το βλέμμα της έμοιαζε καρφωμένο μπροστά. Η αποφασιστικότητα διαγραφόταν όλο και πιο έκδηλη στο πρόσωπό της, αν κι υπήρχε μια χροιά πανικού. Ο Ματ άρχισε να ανησυχεί, τόσο γι’ αυτήν, όσο και για τη νευρικότητά της.

Ήθελε να καθησυχάσει την Τέσλυν —όλες εκείνες οι παλιές μνήμες επιβεβαίωναν, αν και δεν του ήταν απαραίτητο, πως η αποφασιστικότητα συνδυασμένη με τον πανικό αποτελούσε θανάσιμο μείγμα για τους ανθρώπους— αλλά δεν τολμούσε να πάει ξανά σε εκείνες τις αλεπότρυπες, στη σοφίτα. Η Τουόν εξακολουθούσε να στέκεται εκεί όταν γύρισε να κοιτάξει, ατενίζοντάς τον με έντονο βλέμμα ή, έστω, φευγαλέα, αλλά η χρονική διάρκεια ήταν αρκετά μεγάλη για να είναι απλώς ευχαρίστηση. Από την άλλη, δεν ήταν αρκετή για να συμπεράνει πως τον ακολουθούσε. Και γιατί να το κάνει; Περιστασιακά, έπαιρνε μαζί της και τη Σελούσια, τη σο’τζίν της, πού και πού και την Άναθ, αν κι η παράξενη, ψηλή γυναίκα έμοιαζε να εξαφανίζεται έπειτα από λίγο καιρό από το Παλάτι, ή τουλάχιστον από τους διαδρόμους του. Άκουσε πως «αποσυρόταν», ό,τι κι αν σήμαινε αυτό, και το μόνο που ευχόταν ο Ματ ήταν να πάρει και την Τουόν μαζί της. Αμφέβαλλε αν το κορίτσι θα πίστευε πως θα καλόπιανε για δεύτερη φορά μια Ανεμοσκόπο. Άραγε, εξακολουθούσε να θέλει να τον αγοράσει; Μπορεί να ήταν κι έτσι, αλλά και πάλι δεν καταλάβαινε τον λόγο. Ποτέ του δεν κατάλαβε γιατί ένας άντρας προσέλκυε τις γυναίκες —οι οποίες κοιτούσαν ακόμα και τον πιο συνηθισμένο τύπο σαν να ήταν φαινόμενο— αλλά, άσχετα από το τι έλεγε η Τάυλιν, ήξερε καλά πως ο ίδιος δεν ήταν ομορφάντρας. Οι γυναίκες έλεγαν ψέματα για να ρίξουν έναν άντρα στο κρεβάτι, κι από τη στιγμή που τα κατάφερναν, έλεγαν περισσότερα ψέματα.