«Τη βοήθειά σας ζήτησα, όχι μια θηλιά στον λαιμό μου», είπε ψυχρά η Τζολίνε. Έπειτα από μία βδομάδα σχεδόν κάτω από τη φτερούγα της Κυράς Ανάν και τρώγοντας το φαγητό της Ένιντ, η Άες Σεντάι δεν έμοιαζε πια τόσο καταβεβλημένη. Το κουρελιασμένο φόρεμα, με το οποίο την είχε πρωτοδεί ο Ματ, δεν υπήρχε πια κι είχε αντικατασταθεί από ένα ψηλόλαιμο, όμορφα κατεργασμένο, μπλε μάλλινο με λίγη δαντέλα στους καρπούς και κάτω από το πηγούνι. Κάτω από έναν διστακτικό φωτισμό, και με το πρόσωπό της εν μέρει σκιερό, η γυναίκα φάνταζε έξαλλη, και το βλέμμα της λες και πάσχιζε να τρυπήσει τη φάτσα του Ματ. «Αν κάτι πάει στραβά —οτιδήποτε!— θα βρεθώ αβοήθητη!» Ο Ματ δεν άκουγε τίποτα. Να τι παθαίνει κανείς όταν προσφέρεται να βοηθήσει με την καλή του την καρδιά. Κούνησε το α’ντάμ κάτω από τη μύτη της, κι αυτό πήγε πέρα-δώθε σαν μακρόστενο, ασημένιο ψίδι, λαμπυρίζοντας στο αχνό φως των φανών, με το κολάρο και το βραχιόλι να ξύνουν το πέτρινο δάπεδο. Η Τζολίνε τράβηξε τη σκούρα φούστα της κι έκανε ένα βήμα πίσω, για να αποφύγει την επαφή με το αντικείμενο. Από τον τρόπο που συστράφηκε το στόμα της, θα έλεγε κανείς πως το θεωρούσε χειρότερο κι από οχιά. Ο Ματ αναρωτήθηκε αν θα της ταίριαζε. Το κολάρο έμοιαζε μεγαλύτερο από τον λεπτοκαμωμένο της λαιμό. «Η Κυρά Ανάν θα σ’ το αφαιρέσει μόλις σε βγάλουμε από τα τείχη», γρύλισε. «Την εμπιστεύεσαι, έτσι; Ρίσκαρε το κεφάλι της για να σε κρύψει εδώ. Σ’ το λέω και πάλι, είναι η μόνη λύση!» Η Τζολίνε ανασήκωσε το πηγούνι της πεισματικά, κι η Κυρά Ανάν μουρμούρισε κάτι θυμωμένα μέσα από τα δόντια της.
«Δεν θέλει να φορέσει αυτό το πράγμα», είπε ο Φεν με επίπεδη φωνή, πίσω από τον Ματ.
«Αφού δεν θέλει, δεν θα το φορέσει», είπε ο Μπλάερικ, πλάι στον Φεν, με φωνή ακόμα πιο ανούσια.
Οι μαυρομάλληδες Πρόμαχοι της Τζολίνε, παρότι διαφορετικοί σαν άντρες, ταίριαζαν παράξενα. Ο Φεν, με τα μαύρα λοξά μάτια του και με πηγούνι που σμίλευε πέτρα, ήταν ελάχιστα κοντύτερος από τον Μπλάερικ, ίσως και λίγο πιο στιβαρός στο στήθος και στους ώμους, ωστόσο μπορούσε να φοράει ο ένας τα ρούχα του άλλου χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία. Τα ίσια μαύρα μαλλιά του Φεν κρέμονταν σχεδόν έως τους ώμους του, ενώ το κουρεμένο μαλλί του γαλανομάτη Μπλάερικ είχε ένα ελαφρώς πιο ανοιχτό χρώμα. Ο Μπλάερικ ήταν Σιναρανός. Είχε ξυρίσει το λοφίο του κι άφησε τα μαλλιά του να μακρύνουν, για να μην τραβάει την προσοχή, αν και δεν του άρεσε ιδιαίτερα. Ο Φεν ήταν Σαλδαίος και δεν του άρεσαν πολλά πράγματα εκτός από την Τζολίνε, η οποία άρεσε και στους δύο. Οι δυο τους μιλούσαν ταυτόχρονα, σκέφτονταν ταυτόχρονα κι ενεργούσαν ταυτόχρονα. Φορούσαν σκούρες πουκαμίσες κι απλές μάλλινες εργατικές φανέλες, που κρέμονταν κάτω από τους γοφούς τους αλλά, ακόμα και σε αυτό το ημίφως, όποιος τους ταύτιζε με εργάτες, μάλλον ήταν τυφλός. Στο φως της μέρας, στους στάβλους που τους έβαλε να εργάζονται η Κυρά Ανάν... Μα το Φως! Κοιτούσαν τον Ματ σαν λιοντάρια που βλέπουν μια κατσίκα να γυμνώνει τα δόντια προς το μέρος τους. Ο Ματ παραμέρισε λίγο, για να μην αναγκάζεται να παρατηρεί τους Πρόμαχους ούτε με την άκρη του ματιού του. Τα μαχαίρια που έκρυβε σε διάφορα σημεία δεν του έδιναν μεγάλη σιγουριά όταν τους είχε στα νώτα του.
«Αν δεν σκοπεύεις να ακούσεις αυτόν, Τζολίνε Μέιζα, θα ακούσεις εμένα». Τοποθετώντας τις γροθιές πάνω στους γοφούς της, η Σετάλε στράφηκε προς τη λεπτοκαμωμένη Άες Σεντάι, και τα ξανθοκάστανα μάτια της άστραφταν. «Θα σε πάω πίσω, στον Λευκό Πύργο, ακόμα κι αν χρειαστεί να σε σπρώχνω! Ίσως στον δρόμο μού δείξεις ότι γνωρίζεις τι σημαίνει να είσαι Άες Σεντάι. Πολύ θα ήθελα να μου αποδείξεις, έστω και λίγο, ότι είσαι ώριμη γυναίκα. Μέχρι στιγμής, το μόνο που έχω δει από σένα είναι μια μαθητευόμενη που μυξοκλαίει στο κρεβάτι της και πετάει βρισιές εδώ κι εκεί!»
Η Τζολίνε απέμεινε να την κοιτάει με αυτά τα καστανά μάτια που είχαν ανοίξει διάπλατα, λες και δεν πίστευε στα αυτιά της. Ο Ματ δεν ήταν καν σίγουρος αν πίστευε στα δικά του. Οι πανδοχείς δεν συνήθιζαν να πιάνουν τις Άες Σεντάι από τον λαιμό. Ο Φεν μούγκρισε κι ο Μπλάερικ μουρμούρισε κάτι που ακούστηκε ταπεινωτικό.
«Δεν είναι ανάγκη να απομακρυνθείς πολύ, αρκεί να μη βρίσκεσαι στο οπτικό πεδίο των φρουρών της πύλης», είπε βιαστικά ο Ματ στη Σετάλε, ελπίζοντας να αποτρέψει την έκρηξη που ήταν έτοιμη να ξεσπάσει εκ μέρους της Τζολίνε. «Κράτα την κουκούλα του μανδύα σου τραβηγμένη...» Μα το Φως, έπρεπε να της βρει έναν από εκείνους τους περίεργους μανδύες! Τέλος πάντων, αν ο Τζούιλιν κατάφερε να βουτήξει ένα α’ντάμ, δεν θα ήταν δύσκολο να βρει κι έναν καταραμένο μανδύα, «...και το μόνο που θα δουν οι φρουροί θα είναι ακόμα μία σουλ’ντάμ. Θα βρίσκεσαι πίσω πριν από την αυγή και θα είναι σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, εκτός αν επιμένεις να φοράς το γαμήλιο μαχαίρι σου». Γέλασε με το αστείο του, αλλά η γυναίκα δεν το συμμερίστηκε.