Η φωνή του Ραντ φάνταζε ανάλαφρη, αδιάφορη. «Για ποιο λόγο κρατάει την Αρχόντισσα Κάραλαϊν και τον Υψηλό Άρχοντα Ντάρλιν ως "φιλοξενούμενους", Ντομπραίν; Για ποιο λόγο οι Άες Σεντάι κάνουν το οτιδήποτε; Θα τις βρείτε εκεί που σας είπα. Αν, δηλαδή, σε αφήσει να ρίξεις μια ματιά». Δεν επρόκειτο για ανόητη απορία. Απλώς, ο ίδιος δεν είχε την απάντηση. Βέβαια, η Κάραλαϊν Ντέημοντρεντ κι η Άιλιλ Ριάτιν αντιπροσώπευαν τους δυο τελευταίους Οίκους για τη διεκδίκηση του Θρόνου του Ήλιου. Ο δε Ντάρλιν Σίσνερα ηγούνταν των ευγενών του Δακρύου που ήθελαν να τον διώξουν από την πολύτιμη Πέτρα τους, από το ίδιο το Δάκρυ.
Ο Ραντ συνοφρυώθηκε. Ήταν σίγουρος πως η Κάντσουεϊν είχε εστιάσει επάνω του, παρότι προσποιούνταν το αντίθετο, αλλά αν δεν επρόκειτο για προσποίηση; Θα ήταν πολύ ανακουφιστικό, αν ίσχυε κάτι τέτοιο. Φυσικά και θα ήταν. Το τελευταίο πράγμα που ήθελε ήταν μια Άες Σεντάι, που νόμιζε πως μπορεί να μπλεχτεί στα πόδια του. Το απευχόταν. Ίσως η Κάντσουεϊν να κατηύθυνε κάπου αλλού την παρέμβαση της. Η Μιν είχε δει τον Σίσνερα να φοράει ένα περίεργο στέμμα· ο Ραντ είχε συλλογιστεί βαθιά αυτό το όραμά της. Ωστόσο, δεν ήθελε να σκέφτεται κάποια άλλα πράγματα που είχε δει η κοπέλα, σχετικά με τον ίδιο και την Πράσινη αδελφή. Άραγε, το θέμα ήταν τόσο απλό, ώστε η Κάντσουεϊν πίστευε ότι μπορούσε να αποφασίσει ποιος θα διοικούσε τόσο το Δάκρυ όσο και την Καιρχίν;
Απλό; Γέλασε. Μα έτσι συμπεριφέρονταν οι Άες Σεντάι. Κι η Σάλον, η Ανεμοσκόπος; Αν την έβαζε στο χέρι, θα έδινε πάτημα στην Κάντσουεϊν αναφορικά με τη Χαρίνε, την Κυρά των Κυμάτων, αν κι είχε μια υποψία ότι την είχαν μαζέψει κι αυτή μαζί με την Άιλιλ, για να προσπαθήσουν να αποκρύψουν αυτή που πήρε την αριστοκράτισσα. Η Κάντσουεϊν έπρεπε να απαλλαχτεί από τις ψευδαισθήσεις της. Είχε ήδη αποφασιστεί ποιος θα κυβερνούσε το Δάκρυ και την Καιρχίν. Θα της το καθιστούσε σαφές. Αργότερα. Το ζήτημα βρισκόταν σε χαμηλή θέση στη λίστα προτεραιοτήτων του.
«Πριν φύγω, Ντομπραίν, πρέπει να σου δώσω—» Τα λόγια πάγωσαν στη γλώσσα του.
Στην αυλή του στάβλου, ο ασκεπής άντρας είχε τραβήξει έναν μοχλό στην άμαξα, με αποτέλεσμα να ανυψωθεί ξαφνικά το ένα άκρο ενός μακρόστενου, οριζόντιου δοκαριού κι έπειτα να βυθιστεί ξανά, οδηγώντας ένα μικρότερο δοκάρι μέσα σε μια τρύπα ανοιγμένη στο δάπεδο της άμαξας. Κατόπιν, δονούμενη, λες κι επρόκειτο να ανατιναχτεί ολόκληρη, και με τον καπνό να ανυψώνεται από την καμινάδα, η άμαξα όρμησε μπροστά, με τη δοκό να πέφτει και να σηκώνεται, πρώτα αργά κι έπειτα γρηγορότερα. Κινούνταν χωρίς άλογα!
Ο Ραντ δεν αντιλήφθηκε ότι μίλησε δυνατά, μέχρι που η Διευθύντρια του αποκρίθηκε.
«Α, αυτό! Είναι η ατμάμαξα του Μέρβιν Πόελ, όπως την αποκαλεί, Άρχοντα Δράκοντα». Η αποδοκιμασία βάρυνε την οξεία και, παραδόξως, νεανική της φωνή. «Ισχυρίζεται πως με αυτή τη συσκευή μπορεί να σύρει εκατό άμαξες. Αδύνατον, εκτός αν καταφέρει να την κάνει να προχωρήσει πάνω από πενήντα βήματα δίχως να διαλυθεί ή να παγώσει. Απ’ όσο ξέρω, το κατάφερε μια φορά, πριν από καιρό».
Όντως, η —ατμάμαξα;— ταρακουνήθηκε και σταμάτησε περίπου είκοσι βήματα από την αρχική της θέση. Ταρακουνήθηκε για τα καλά, και κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε έμοιαζε να σείεται όλο και πιο έντονα. Οι πιο πολλοί άντρες μαζεύτηκαν γύρω της ξανά, κι ένας από δαύτους προσπαθούσε απεγνωσμένα να στρίψει κάτι χρησιμοποιώντας ένα τυλιγμένο κομμάτι ύφασμα στο χέρι του. Ξαφνικά, ατμός σηκώθηκε ψηλά μέσα από έναν σωλήνα, οι δονήσεις επιβραδύνθηκαν κι έπειτα σταμάτησαν τελείως.
Ο Ραντ κούνησε το κεφάλι του. Θυμήθηκε πως κάπου είχε συναντήσει αυτόν τον τύπο, τον Μέρβιν, να έχει μια συσκευή που τρεμούλιαζε πάνω στην επιφάνεια ενός τραπεζιού δίχως να κάνει τίποτε άλλο. Κι από εκείνη τη συσκευή ξεπήδησε τούτο εδώ το θαύμα; Νόμιζε πως σκοπός της ήταν να παράγει μουσική. Να, αυτός ο άντρας που χοροπηδούσε και κουνούσε απειλητικά τις γροθιές του προς το μέρος των υπολοίπων θα πρέπει να ήταν ο Μέρβιν. Τι άλλα παράξενα πράγματα, τι είδους θαύματα, έφτιαχναν άραγε εδώ στην Ακαδημία;
Ρώτησε την Ίντριεν, εξακολουθώντας να παρακολουθεί τους άντρες στην αυλή να μαστορεύουν την άμαξα, κι εκείνη ρουθούνισε ηχηρά. Καθώς άρχισε να του εξηγεί, ο σεβασμός προς τον Αναγεννημένο Δράκοντα μόλις που διακρινόταν στη φωνή της, και σύντομα αντικαταστάθηκε από αηδία. «Δεν είναι και τόσο ευχάριστο το γεγονός πως πρέπει να παρέχω χώρο στους φιλόσοφους, στους ιστορικούς, στους μαθηματικούς και σε όλους αυτούς, αλλά εσείς ο ίδιος είπατε να συγκεντρώσω όσους επιθυμούν να καινοτομήσουν σε έναν τομέα και να τους αφήσω να κάνουν τη δουλειά τους μέχρι να σημειώσουν πρόοδο. Θαρρώ πως ελπίζατε να παράγουν καινούργια όπλα, αλλά αυτή τη στιγμή είμαι υπεύθυνη κάμποσων δεκάδων ονειροπόλων και χαραμοφάηδων, καθένας εκ των οποίων έχει στην κατοχή του ένα ή περισσότερα παλιά βιβλία ή χειρόγραφα, κι από αυτά όλα ανάγονται στην εποχή της Συμφωνίας των Δέκα Εθνών, υπ’ όψιν, αν όχι και στην ίδια την Εποχή των Θρύλων, έτσι λένε τουλάχιστον. Προσπαθούν όλοι να βγάλουν νόημα μέσα από δεκάδες σχεδιαγράμματα, σκίτσα και περιγραφές για πράγματα που δεν είδαν ποτέ οι ίδιοι, ούτε και κανείς άλλος πιθανότατα. Προσωπικά, έχω δει παλαιά χειρόγραφα που αναφέρονται σε ανθρώπους με μάτια στην κοιλιά και για ζώα δέκα πόδια ψηλά, με χαυλιόδοντες μεγαλύτερους από έναν άντρα, όπως επίσης και για πόλεις, όπου...»