«Πώς μας πρόσβαλαν;» ρώτησε απότομα, και κατόπιν έκλεισε ερμητικά το στόμα της, για να εμποδίσει το τρίξιμο των δοντιών της. Αναγκάστηκε όμως να το ανοίξει ξανά, όταν ο γκαϊ’σάιν ανασήκωσε την κούπα προς το μέρος της. Ρούφηξε με μεγάλες γουλιές την πολύτιμη ζεστασιά, πνίγηκε, κι εξανάγκασε τον εαυτό της να καταπίνει πιο αργά. Το μέλι, τόσο πηχτό, ώστε θα μπορούσε να είναι συμπαγές υπό άλλες συνθήκες, ημέρεψε για λίγο την πείνα της.
«Εσείς οι υδρόβιοι δεν γνωρίζετε τίποτα», είπε αποπεμπτικά ο βλογιοκομμένος άντρας. «Οι γκαϊ’σάιν δεν ντύνονται μέχρι να τους δοθούν τα κατάλληλα ρούχα. Φοβήθηκαν όμως ότι θα ξεπαγιάζατε, και μόνο τα πανωφόρια τους είχαν πρόχειρα για να σας σκεπάσουν. Ντροπιαστήκατε, αν δηλαδή οι υδρόβιοι νιώθουν ντροπή, επειδή σας χαρακτήρισαν άτολμες. Ο Ρόλαν κι αρκετοί από τους υπόλοιπους είναι Μέρα’ντιν, αλλά η Έφαλιν κι οι άλλοι έπρεπε να το σκεφτούν καλύτερα. Η Έφαλιν δεν έπρεπε να επιτρέψει κάτι τέτοιο».
Ντροπιασμένη; Εξοργισμένη ήταν η καταλληλότερη λέξη. Απρόθυμη να στρέψει το κεφάλι της μακριά από την ευλογημένη κούπα, έριξε το βλέμμα της προς το μέρος του ογκώδους γίγαντα, ο οποίος την είχε κουβαλήσει σαν σακί με σιτηρά και την είχε μπατσίσει χωρίς έλεος. Αναπολούσε, κάπως αόριστα, εκείνα τα ραπίσματα, όσο αδύνατον κι αν φάνταζε κάτι τέτοιο. Φυσικά κι ήταν αδύνατον! Ο Ρόλαν δεν έδινε την εντύπωση κάποιου που μπορούσε να βαδίζει με γρηγοράδα νύχτα-μέρα κουβαλώντας ένα σώμα στους ώμους του. Η λευκή αχλή της ανάσας του έβγαινε χωρίς δυσκολία. Μέρα’ντιν; Σκέφτηκε πως ο όρος αυτός σήμαινε Ανάδελφος στην Παλιά Γλώσσα, πράγμα που δεν της έλεγε και πολλά, μα είχε ακουστεί μια χροιά χλευασμού στη φωνή του γκαϊ’σάιν. Μάλλον έπρεπε να ρωτήσει σχετικά την Μπάιν και την Τσιάντ και να ελπίζει ότι δεν ήταν από το είδος των θεμάτων που οι Αελίτες δεν συζητούσαν με τους υδρόβιους, ακόμα κι αν οι τελευταίοι ήταν στενοί τους φίλοι. Οποιουδήποτε είδους πληροφορία μπορεί να βοηθούσε στην απόδρασή της.
Ώστε, λοιπόν, είχαν τυλίξει με κουβέρτες τις αιχμάλωτες για να μην πεθάνουν από το κρύο, ε; Όμως, οι μόνοι που κινδύνευαν από την παγωνιά ήταν ο Ρόλαν κι οι υπόλοιποι. Ωστόσο, ίσως και να του χρωστούσε κάποια χάρη. Πολύ μικρή, είναι η αλήθεια. Μπορεί και να του έκοβε τα αυτιά. Αν, δηλαδή, της παρουσιαζόταν η ευκαιρία, έτσι όπως ήταν περικυκλωμένη από χιλιάδες Σάιντο. Χιλιάδες; Οι συνήθεις αριθμοί των Σάιντο ανέρχονταν σε εκατοντάδες χιλιάδες, εκ των οποίων μερικές δεκάδες χιλιάδες ήταν αλγκάι’ντ’σισβάι. Έξαλλη με τον ίδιο της τον εαυτό, προσπάθησε να καταπολεμήσει την απόγνωση. Θα δραπέτευε. Όλες τους θα δραπέτευαν, και θα έπαιρνε μαζί της και τα αυτιά του άντρα για ενθύμιο!
«Θα φροντίσω να το ξεπληρώσει αυτό ο Ρόλαν, όπως του αξίζει», μουρμούρισε η γυναίκα, μόλις ο γκαϊ’σάιν απομάκρυνε την κούπα, για να την ξαναγεμίσει. Της έριξε ένα καχύποπτο βλέμμα με τα στενεμένα του μάτια, κι αυτή συνέχισε βιαστικά. «Όπως είπες κι εσύ, είμαι υδρόβια, όπως οι περισσότερες από εμάς. Δεν ακολουθούμε το τζι’ε’τόχ. Σύμφωνα με τα έθιμά σας, δεν θα έπρεπε καν να γίνουμε γκαϊ’σάιν, καλά δεν λέω;» Το βλογιοκομμένο πρόσωπο του άντρα δεν άλλαξε έκφραση, παρά μόνο κούνησε ελάχιστα τα ματοτσίνορα του. Μια θαμπή σκέψη τής έλεγε πως είχε βιαστεί, καλά-καλά δεν ήξερε σε τι έδαφος πατάει, αλλά οι παγερές από το κρύο σκέψεις έβρισκαν διέξοδο στη γλώσσα της. «Τι θα γίνει αν οι Σάιντο αποφασίσουν να παραβούν κι άλλα έθιμα; Ίσως αποφασίσουν να μη σε αφήσουν να φύγεις όταν έρθει η ώρα σου».
«Οι Σάιντο παραβαίνουν αρκετά έθιμα», της αποκρίθηκε ο άντρας ήρεμα. «Εγώ, όμως, όχι. Μου μένει ακόμα περισσότερος από μισό έτος για να ντυθώ στα λευκά. Μέχρι τότε, θα υπηρετώ όπως απαιτεί το έθιμο. Αφού μπορείς και μιλάς τόσο πολύ, σημαίνει πως δεν θέλεις άλλο τσάι;»
Με μια αδέξια κίνηση, η Φάιλε άρπαξε την κούπα από τον άντρα. Εκείνος ανασήκωσε τα φρύδια του, κι η γυναίκα τακτοποίησε το ύφασμα με το ένα χέρι όσο πιο γρήγορα μπορούσε, έχοντας αναψοκοκκινίσει. Ο άντρας σίγουρα καταλάβαινε ότι κοιτούσε μια γυναίκα. Μα το Φως, παρέπαιε σαν τυφλό βόδι! Έπρεπε να σκεφτεί, να συγκεντρωθεί. Το μυαλό της ήταν το μόνο της όπλο. Και, μέχρι στιγμής, ίσως και να μη διέφερε από παγωμένο τυρί. Ρουφώντας άπληστα το ζεστό, γλυκό τσάι βάλθηκε να βρει έναν τρόπο να μετατρέψει σε πλεονέκτημα το γεγονός πως την περικύκλωναν χιλιάδες Σάιντο. Όμως, δεν βρήκε τίποτα. Απολύτως τίποτα.