Η διάλεξη δεν έκανε μεγάλη εντύπωση στην Αλιάντρε, η οποία ξεφύσηξε αγανακτισμένη, ενώ η Μάιντιν γρύλισε κάτι. «Αυτό συνέβη και σ’ εσένα; Είτε είσαι Άες Σεντάι είτε Αποδεχθείσα, αποτελείς όνειδος για τον Πύργο!»
«Σώπαινε όταν ομιλούν ανώτεροί σου, αδέσποτη!» την έκοψε απότομα η Γκαλίνα.
Μα το Φως, αν αυτό συνεχιζόταν, θα καταντούσαν να ουρλιάζουν μεταξύ τους. «Αν σκοπεύεις να μας βοηθήσεις να το σκάσουμε, πες το», είπε η Φάιλε στην Άες Σεντάι, που ήταν ντυμένη στα μετάξια. Η αλήθεια ήταν πως δεν αμφέβαλλε για τις προθέσεις της γυναίκας, αλλά για οτιδήποτε άλλο διατηρούσε επιφυλάξεις. «Αν όχι, τι θέλεις από εμάς;»
Μια άμαξα ξεπρόβαλε μέσα από το χιόνι, μπροστά τους, γέρνοντας στο σημείο όπου ένα από τα έλκηθρα είχε χαλαρώσει. Καθοδηγούμενοι από έναν Σάιντο, ο οποίος είχε μπράτσα κι ώμους σιδηρουργού, οι γκαϊ’σάιν προσαρτούσαν έναν μοχλό, υψώνοντας την άμαξα αρκετά για να τοποθετήσουν ξανά το έλκηθρο στη θέση του. Η Φάιλε κι οι υπόλοιπες έμειναν σιωπηλές καθώς τους προσπερνούσαν.
«Είναι όντως αυτή η υποτακτική σου, Αλιάντρε;» ρώτησε απαιτητικά η Γκαλίνα μόλις βρέθηκαν εκτός ακουστικού πεδίου των αντρών που κύκλωναν την άμαξα. Το πρόσωπό της εξακολουθούσε να είναι αναψοκοκκινισμένο από θυμό κι ο τόνος της φωνής της καυστικός. «Ποια είναι αυτή, στο όνομα της οποίας θα ορκιζόσουν;»
«Μπορείς να ρωτήσεις εμένα την ίδια», είπε παγερά η Φάιλε. Που να πάρει και να σηκώσει τις Άες Σεντάι και την καταραμένη τους μυστικότητα! Μερικές φορές πίστευε πως μια Άες Σεντάι δεν θα σου έλεγε ότι ο ουρανός ήταν μπλε, εκτός κι αν είχε κάποιο όφελος. «Είμαι η Αρχόντισσα Φάιλε τ’ Αϋμπάρα, κι αυτό σου είναι αρκετό προς το παρόν. Θα μας βοηθήσεις;»
Η Γκαλίνα φάνηκε να παραπαίει, κοιτώντας τη Φάιλε τόσο έντονα, που η γυναίκα άρχισε να αναρωτιέται αν είχε κάνει κάποιο λάθος. Μια στιγμή αργότερα, συνειδητοποίησε πως όντως είχε κάνει.
Ανακτώντας την ισορροπία της, η Άες Σεντάι χαμογέλασε μάλλον δυσάρεστα. Όχι μόνο δεν ήταν πια θυμωμένη, αλλά φάνηκε ευχαριστημένη, όπως η Θεράβα — κι ακόμα χειρότερα. «Τ’ Αϋμπάρα», συλλογίστηκε. «Είσαι Σαλδαία. Ξέρω έναν νεαρό, τον Πέριν Αϋμπάρα. Ο άντρας σου είναι; Μάλιστα, μου φαίνεται πως χτύπησα στόχο. Αυτό εξηγεί και τον όρκο της Αλιάντρε. Η Σεβάνα έχει μεγάλα σχέδια για έναν άντρα, που το όνομά του συνδέεται με τον άντρα σου. Τον Ραντ αλ’Θόρ. Αν γνώριζε πως σ’ έχει στο χέρι της... Α, μη φοβάσαι, δεν πρόκειται να το μάθει από μένα». Το βλέμμα της σκλήρυνε και, ξαφνικά, έμοιαζε με λεοπάρδαλη έτοιμη να χιμήξει. Πεινασμένη λεοπάρδαλη. «Αρκεί να κάνετε ό,τι σας πω. Μπορεί και να σας βοηθήσω να το σκάσετε».
«Τι θέλεις από μας;» ρώτησε η Φάιλε με μεγαλύτερη επιμονή απ’ όση ένιωθε. Μα το Φως, είχε θυμώσει με την Αλιάντρε, επειδή τράβηξε την προσοχή επάνω τους αναφέροντας το όνομά της, και τώρα αυτή είχε κάνει ακριβώς τα ίδια, ίσως και χειρότερα. Κρίμα που νόμιζα ότι ήμουν καλυμμένη κρύβοντας το όνομα του πατέρα μου, σκέφτηκε πικρά.
«Τίποτα το ιδιαίτερο», αποκρίθηκε η Γκαλίνα. «Προσέξατε τη Θεράβα, φαντάζομαι, ε; Φυσικά. Όλοι την προσέχουν. Υπάρχει κάτι μέσα στη σκηνή της, μια λεία λευκή ράβδος, μήκους ενός ποδός περίπου. Την έχει μέσα σε μια κόκκινη κασέλα με μπρούντζινο ιμάντα, την οποία δεν κλειδώνει ποτέ. Φέρτε τη σ’ εμένα, κι εγώ θα σας πάρω μαζί μου όταν φύγω».
«Δεν φαίνεται και πολύ δύσκολο», είπε η Αλιάντρε με κάποια δόση αμφιβολίας. «Αν είναι έτσι όμως, γιατί δεν την παίρνεις μόνη σου;»
«Επειδή θα το κάνετε εσείς για μένα!» Η Γκαλίνα αντιλήφθηκε πως φώναζε και μαζεύτηκε, με την κουκούλα της να τινάζεται, καθώς κοίταζε τριγύρω για ωτακουστές ανάμεσα στο πλήθος, που η χιονόπτωση κάλυπτε σαν κουρτίνα. Κανείς δεν φάνηκε να κοιτάει προς το μέρος τους, αλλά η φωνή μεταμορφώθηκε σε άγριο ψίθυρο. «Αν δεν το κάνετε, θα σας αφήσω εδώ μέχρι να σαπίσετε. Κι η Σεβάνα θα μάθει για τον Πέριν Αϋμπάρα».