Μια Ταραμπονέζα με πράσινο μεταξωτό χιτώνα έκανε στην άκρη καθώς περνούσαν τα άλογα κι, ενώ υποκλινόταν, οι λεπτές, στολισμένες με χάντρες πλεξούδες της πετάχτηκαν έξω από το κεφαλομάντιλό της. Η υπηρέτρια της, μια μικροκαμωμένη γυναίκα με τα χέρια γεμάτα με μικρά πακέτα, μιμήθηκε αδέξια την κυρά της. Οι δύο ευρύστερνοι άντρες που ακολουθούσαν, φρουροί που κουβαλούσαν ραβδιά με χάλκινους κρίκους, παρέμειναν στητοί και πανέτοιμοι. Τα μακριά και βαριά δερμάτινα πανωφόρια τους μπορούσαν να αποκρούσουν τα πάντα, πλην μιας αποφασιστικής μαχαιριάς.
Η Ηλαίην έγειρε ελαφρά το κεφάλι της καθώς περνούσαν, ως ανταπόκριση στην υπόκλιση της Ταραμπονέζας. Μέχρι στιγμής, κανείς από τους Αντορινούς περαστικούς δεν είχε υποκλιθεί. Το όμορφο πρόσωπο πίσω από το λεπτό βέλο της γυναίκας μαρτυρούσε ότι ήταν κάποιας ηλικίας για να είναι Άες Σεντάι. Μα το Φως, είχε τόσα στο κεφάλι της, για να ανησυχεί για την Ελάιντα τώρα!
«Είναι πολύ απλό, Σάριθα», είπε με προσεκτικά ελεγχόμενη φωνή. «Αν τις πήρε ο Τζάριντ Σάραντ, η Ελένια θα δώσει μια ευκαιρία στη Νάεαν. Να συντάξει τον οίκο Άρων με την Ελένια, δωροδοκώντας με κάποια κτήματα για τη Νάεαν σε αντάλλαγμα, αλλιώς βάζει να της κόψουν τον λαιμό μέσα σε ένα ήσυχο κελί και να θάψουν το κουφάρι της πίσω από έναν αχυρώνα. Η Νάεαν δεν θα υποχωρήσει εύκολα, αλλά στον Οίκο της σκοτώνονται για το ποιος διοικεί μέχρι να επιστρέψει, οπότε θα τρομοκρατηθούν. Η Ελένια θα απειλήσει με βασανιστήρια, τα οποία ίσως εφαρμόσει, και τελικά ο Άρων θα συνταχθεί με τον Σάραντ υπέρ της Ελένια. Σύντομα, θα ακολουθήσουν ο Άνσαρ κι ο Μπάρυν· αυτοί πάνε όπου φυσάει ο άνεμος. Αν, πάλι, τις κρατούν οι άνθρωποι της Νάεαν, εκείνη θα προσφέρει την ίδια ευκαιρία στην Ελένια, αλλά ο Τζάριντ θα ασκήσει βία εναντίον των Άρων, εκτός αν η Ελένια τού πει να μην το κάνει, κάτι που δεν θα γίνει, αν νομίζει πως υπάρχουν ελπίδες διάσωσής της. Έτσι, μέσα στις επόμενες λίγες βδομάδες ελπίζουμε να ακούσουμε πως τα κτήματα των Άρων κάηκαν». Αν όχι, σκέφτηκε, έχω να αντιμετωπίσω τέσσερις ενωμένους οίκους, ενώ ακόμη αγνοώ αν έχω καν δύο με το μέρος μου!
«Το έθεσες πολύ λογικά και... δομημένα», είπε η Σάριθα, κι ακούστηκε ελαφρά ξαφνιασμένη.
«Κι εσύ θα το έκανες, συν τω χρόνω», είπε γλυκά η Ηλαίην, κι αισθάνθηκε μια ηδονική ευχαρίστηση όταν η αδελφή βλεφάρισε. Μα το Φως, η μητέρα της περίμενε από την Ηλαίην να τα βιώσει αυτά από την ηλικία των δέκα ετών!
Η υπόλοιπη διαδρομή μέχρι το Παλάτι πέρασε μες στη σιωπή, κι η Ηλαίην μετά βίας πρόσεξε τους λαμπερούς ψηφιδωτούς πύργους και τη μεγαλοπρεπή θέα της Έσω Πόλης. Αντί γι’ αυτό, σκεφτόταν συνεχώς τις Άες Σεντάι στο Κάεμλυν και τους κατασκόπους στο Βασιλικό Παλάτι, ποιος είχε απαγάγει την Ελένια και τη Νάεαν, αν η Μπιργκίτε μπορούσε να επισπεύσει τη στρατολόγηση κι αν είχε έρθει η ώρα να πουλήσει την παλατιανή θωράκιση και τα υπόλοιπα κοσμήματά της. Μία δυσάρεστη λίστα προς σκέψιν, αλλά το πρόσωπό της παρέμενε γαλήνιο κι αποδεχόταν ήρεμα τις αραιές επευφημίες που την ακολουθούσαν. Μια βασίλισσα δεν έπρεπε με κανέναν τρόπο να φαίνεται φοβισμένη, ειδικά όταν ήταν.
Το Βασιλικό Παλάτι ήταν ένα πάλλευκο αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα, με περίπλοκα δουλεμένους εξώστες και κολονάτους διαδρόμους, στην κορυφή του ψηλότερου λόφου της Έσω Πόλης, του ψηλότερου σε ολόκληρο το Κάεμλυν. Οι λυγεροί οβελίσκοι κι οι επιχρυσωμένοι θόλοι δέσποζαν με φόντο τον μεσημεριανό ουρανό, ορατοί από μίλια μακριά, διακηρύσσοντας την ισχύ του Άντορ. Μεγαλοπρεπείς είσοδοι κι έξοδοι ήταν φτιαγμένες στην μπροστινή μεριά, στη Βασιλική Πλατεία, όπου στο παρελθόν είχαν συρρεύσει πλήθη, για να ακούσουν τις αναγγελίες των βασιλισσών και να βροντοφωνάξουν την επιδοκιμασία τους για τους άρχοντες του Άντορ. Η Ηλαίην μπήκε από το πίσω μέρος του Παλατιού, ενώ οι ατσαλωμένες οπλές του Πυρόκαρδου ηχούσαν πάνω στο λιθόστρωτο καθώς τρόχαζε προς την κεντρική αυλή των στάβλων. Ήταν μια φαρδιά έκταση, πλαισιωμένη εκατέρωθεν με τις σειρές από τις ψηλές αψιδωτές πόρτες των στάβλων, ενώ από πάνω δέσποζε ένα μακρόστενο λευκό πέτρινο μπαλκόνι, απλό και γεροφτιαγμένο. Κάμποσοι από τους ψηλούς, κολονάτους διαδρόμους προσέφεραν μερική θέα από ψηλά, αλλά ο συγκεκριμένος χώρος ήταν εργασίας. Μπροστά από την απλή κιονοστοιχία, η οποία χρησίμευε ως είσοδος στο ίδιο το Παλάτι, μια ντουζίνα Φρουροί, που ετοιμάζονταν να αντικαταστήσουν όσους είχαν υπηρεσία στην Πλατεία, στέκονταν στητοί πλάι στα άλογά τους, καθώς περνούσαν από την επιθεώρηση του υπολοχαγού τους, ενός ψαρομάλλη, ο οποίος κούτσαινε κι είχε υπηρετήσει ως σημαιοφόρος υπό τις διαταγές του Γκάρεθ Μπράυν. Κατά μήκος του εξωτερικού τοίχου υπήρχαν άλλοι τριάντα έφιπποι, έτοιμοι να αρχίσουν περιπολίες στην Έσω Πόλη ανά ζεύγη. Σε κανονικές συνθήκες, θα υπήρχαν Φρουροί που κύριο καθήκον τους ήταν να αστυνομεύουν τους δρόμους, αλλά, ελλείψει προσωπικού, όσοι προστάτευαν το Παλάτι, είχαν αναλάβει κι αυτή τη δουλειά. Η Κάρεαν Φράνσι ήταν επίσης παρούσα, μια εύσωμη γυναίκα με κομψό ένδυμα ιππασίας με πράσινες ρίγες κι έναν γαλαζοπράσινο μανδύα, καθισμένη πάνω στο γκρίζο άτι της, ενώ ένας από τους Προμάχους της, ο Βενρ Κοσάαν, καβαλίκευε το καστανοκόκκινο άλογό του. Σκουρόχρωμος και με ίχνη γκριζάδας στα πυκνά, κατσαρά μαλλιά και στη γενειάδα του, ο λεπτός σαν λάμα σπαθιού άντρας φορούσε έναν απλό καφετί χιτώνα. Προφανώς, δεν ήθελαν να διαφημίσουν ποιοι ήταν.