Выбрать главу

«Έφτασε σχεδόν η ώρα», είπε κλείνοντας την πόρτα πίσω του. «Είσαι έτοιμος;»

Ο Ασουνάγουα δεν έκανε καμιά κίνηση να σηκωθεί, ούτε καν να απλώσει το χέρι του για να πιάσει τον λευκό μανδύα, που ήταν διπλωμένος στο τραπεζάκι πλάι του και πάνω στον οποίο δεν υπήρχε η χαρακτηριστική ηλιακή έκλαμψη αλλά μόνο η πορφυρή ράβδος. Αντιθέτως, δίπλωσε τα χέρια του πάνω από το βιβλίο, κρύβοντας τις σελίδες. Ο Βάλντα είχε την εντύπωση πως επρόκειτο για την Ατραπό του Φωτός του Μάντελαρ. Περίεργο βιβλίο για έναν Ανώτατο Εξεταστή. Ταίριαζε περισσότερο στους νεοσύλλεκτους. Όσοι δεν μπορούσαν να διαβάσουν όταν ορκίστηκαν, έμαθαν με την πάροδο του χρόνου, έτσι ώστε να μελετούν τα κείμενα του Μάντελαρ. «Οι αναφορές μου κάνουν λόγο για ένα Αντορινό στράτευμα στο Μουράντυ, γιε μου», είπε ο Ασουνάγουα. «Στην ενδοχώρα του Μουράντυ, ίσως».

«Το Μουράντυ απέχει πολύ από δω», είπε ο Βάλντα, σαν να μην αναγνώριζε μια παλιά διαφωνία, έτοιμη να ξεσπάσει ξανά. Μια διαφωνία όπου ο Ασουνάγουα συχνά ξεχνούσε πως ήταν ήδη χαμένος. Μα τι έκαναν οι Αντορινοί στο Μουράντυ; Αν, φυσικά, οι αναφορές ήταν αληθινές, γιατί αρκετές από δαύτες δεν ήταν παρά φαντασίες ταξιδιωτών ανακατεμένες με ψέματα. Άντορ. Ο Βάλντα εξοργιζόταν μόλις αυτό το όνομα ξεπηδούσε στο μυαλό του. Η Μοργκέις ή ήταν νεκρή ή είχε καταντήσει δούλα κάποιου Σωντσάν. Οι Σωντσάν δεν έτρεφαν ιδιαίτερο σεβασμό απέναντι σε τίτλους, εκτός αν επρόκειτο για τους δικούς τους. Νεκρή ή υπηρέτρια, ωστόσο, θεωρούνταν πια χαμένη για τον ίδιο και, το πιο σημαντικό, εξίσου χαμένα θεωρούνταν πλέον και τα σχέδια του για το Άντορ. Ο Γκαλάντεντριντ είχε ξεπέσει από χρήσιμος μοχλός σ’ έναν ακόμα νεαρό αξιωματικό, ο οποίος μάλιστα είχε αρκετή απήχηση στους κοινούς στρατιώτες. Οι καλοί αξιωματικοί δεν ήταν ποτέ δημοφιλείς. Ο Βάλντα, όμως, ήταν ρεαλιστής. Ό,τι έγινε, έγινε. Τα σχέδια για το Άντορ είχαν αντικατασταθεί από νέα.

«Δεν είναι πολύ μακριά αν κινηθούμε ανατολικά, διασχίζοντας την Αλτάρα, γιε μου, και συγκεκριμένα το βόρειο μέρος της. Οι Σωντσάν δεν πρέπει να έχουν μετακινηθεί πολύ από το Έμπου Νταρ».

Ο Βάλντα άπλωσε τα χέρια του πάνω από την αμυδρή ζεστασιά της φωτιάς στην εστία κι αναστέναξε. Οι Σωντσάν είχαν απλωθεί σαν επιδημία στο Τάραμπον κι εδώ, στην Αμαδισία. Γιατί αυτός ο άνθρωπος πίστευε πως η Αλτάρα θα αποτελούσε εξαίρεση; «Ξεχνάς τις μάγισσες στην Αλτάρα; Μήπως χρειάζεται να σου υπενθυμίσω ότι διαθέτουν δικό τους στρατό; Εκτός αν βρίσκονται στο Μουράντυ τώρα». Όσες αναφορές μιλούσαν για κινήσεις μαγισσών, τις πίστευε. Παρά τη θέλησή του, η φωνή του υψώθηκε. «Ίσως αυτός ο περιβόητος Αντορινός στρατός, για τον οποίο άκουσες, να είναι οι μάγισσες κι οι στρατιές τους! Έδωσαν το Κάεμλυν στον αλ’Θόρ, το ξεχνάς αυτό; Όπως επίσης το Ίλιαν και τη μισή Ανατολή! Πιστεύεις πραγματικά πως οι μάγισσες είναι διχασμένες; Το πιστεύεις;» Πήρε μια βαθιά κι αργή ανάσα, προσπαθώντας να ηρεμήσει. Κάθε αναφορά που ερχόταν από την Ανατολή ήταν χειρότερη από την προηγούμενη. Μια ριπή ανέμου που κατέβηκε από την καμινάδα πέταξε σπίθες τριγύρω, κι ο Βάλντα πισωπάτησε βρίζοντας. Στην ευχή αυτή η καταραμένη καλύβα! Ακόμα κι η καμινάδα ήταν κακοφτιαγμένη!

Ο Ασουνάγουα έκλεισε με δύναμη το βιβλίο ανάμεσα στις παλάμες του. Τα χέρια του ήταν σταυρωμένα λες και προσευχόταν, αλλά τα βαθουλωτά του μάτια φάνηκαν ξαφνικά πιο φλογερά από τη φωτιά. «Πιστεύω πως οι μάγισσες πρέπει να καταστραφούν! Αυτό πιστεύω!»

«Θα βάλω να μάθουν πώς κατάφεραν οι Σωντσάν να τις δαμάσουν». Έχοντας κάμποσες δαμασμένες μάγισσες στην κατοχή του, θα μπορούσε να διώξει τον αλ’Θόρ από το Άντορ, από το Ίλιαν κι από οπουδήποτε αλλού είχε εγκατασταθεί σαν να ήταν η ίδια η Σκιά. Θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμα και τον ίδιο τον Γερακόφτερο!

«Πρέπει να αφανιστούν», δήλωσε με σταθερή φωνή ο Ασουνάγουα.

«Κι εμείς μαζί τους;» ρώτησε επιτακτικά ο Βάλντα.

Ένα χτύπημα ακούστηκε στην πόρτα και, με την κοφτή διαταγή του Ασουνάγουα, ένας από τους εξωτερικούς φρουρούς εμφανίστηκε στην είσοδο και στάθηκε προσοχή στητός, με το μπράτσο να πετάγεται διαγώνια του στήθους του σε απότομο χαιρετισμό. «Ανώτατε Εξεταστή», είπε με σέβας, «το Συμβούλιο των Χρισμένων είναι παρόν».