Η Πεβάρα είχε προσπαθήσει να τις πείσει πως η Τάλεν έκανε λάθος για την Γκαλίνα Κάσμπαν, κι ή οργή της κράτησε μία ολόκληρη μέρα μέχρι να πεισθεί τελικά ότι η Κόκκινη αδελφή της ήταν όντως Μαύρη. Δεν έπαυε να λέει πως ήθελε να στραγγαλίσει την Γκαλίνα με τα ίδια της τα χέρια. Η Γιουκίρι, από την άλλη, αισθάνθηκε ψυχρή αδιαφορία όταν αναφέρθηκε η Τεμάιλε Κιντερόντε. Αν πράγματι υπήρχαν Σκοτεινόφιλες στον Πύργο, ήταν πολύ λογικό κάποιες να είναι Γκρίζες, αν κι ίσως δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη βοήθεια της Τεμάιλε. Παρέμεινε ψυχρή ακόμα κι όταν έβαλε κάτω τα γεγονότα και συνειδητοποίησε πως η Τεμάιλε είχε εγκαταλείψει τον Πύργο την ίδια ώρα που δολοφονούνταν τρεις αδελφές. Άρα, τα ονόματα των υπόπτων αυξάνονταν, αφού υπήρχαν κι άλλες αδελφές που είχαν φύγει, αλλά ήταν πολύ δύσκολο πλέον να τσακώσουν την Γκαλίνα, την Τεμάιλε και τις υπόλοιπες, ενώ οι μόνες που θα μπορούσαν να αποδειχτούν Σκοτεινόφιλες ήταν αυτές οι δύο.
Η Ατουάν, που αναμφίβολα ανήκε στο Μαύρο Άτζα, βρισκόταν εκεί, σουλατσάροντας με την ησυχία της στον Πύργο, ελεύθερα και χωρίς κανέναν περιορισμό από τους Τρεις Όρκους. Και μέχρι να κανονίσει η Ντόεσιν τη μυστική ανάκριση —κάτι εξαιρετικά δύσκολο ακόμα και για Καθήμενη του Άτζα της Ατουάν, μια κι έπρεπε να παραμείνει μυστικό για όλες— μέχρι τότε λοιπόν, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν είναι να παρακολουθούν από μακριά και να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα. Ήταν σαν να ζεις παρέα με μια κόκκινη οχιά, χωρίς να ξέρεις πότε θα έρθετε πρόσωπο με πρόσωπο ή πότε θα σε δαγκώσει. Ακόμη χειρότερα, σαν να ζεις μέσα σε ολόκληρη φωλιά με κόκκινες οχιές και να μην μπορείς να δεις παρά μόνο μία.
Ξαφνικά, η Γιουκίρι συνειδητοποίησε πως ο φαρδύς, κυρτός διάδρομος μπροστά της ήταν άδειος μέχρι εκεί όπου έφτανε το μάτι της, και μια ματιά προς τα πίσω τής έδειξε πως μόνο ο Λίονιν ακολουθούσε. Λες κι ο Πύργος άδειασε και παρέμειναν μόνο οι τρεις τους. Τίποτα δεν κουνιόταν, εκτός από τις τρεμουλιαστές φλόγες στους ορθοστάτες των φανών. Κατά τ’ άλλα, σιωπή.
Η Μεϊντάνι αναπήδησε ελαφρά. «Συγχώρησέ με, Καθήμενη. Ξαφνιάστηκα που την είδα τόσο απότομα. Τι έλεγα; Α, ναι. Κατανοώ ότι η Σελεστίν κι η Άνχαριντ προσπαθούν να βρουν τις στενές της φιλίες στο Κίτρινο Άτζα». Η Σελεστίν κι η Άνχαριντ ήταν οι συντρόφισσες συνωμότριες της Μεϊντάνι, Κίτρινες κι οι δύο. Υπήρχαν δύο από κάθε Άτζα —εκτός, φυσικά, από τις Κόκκινες και τις Γαλάζιες— γεγονός που είχε αποδειχτεί εξαιρετικά χρήσιμο. «Φοβάμαι πως δεν θα βοηθήσει και πολύ. Ο φιλικός της κύκλος είναι ευρύς ή, τουλάχιστον, ήταν πριν από την... παρούσα κατάσταση μεταξύ των Άτζα». Μια ελαφριά χροιά ικανοποίησης εκδηλώθηκε στη φωνή της, μολονότι το πρόσωπο της παρέμεινε ήρεμο. Παρά τον επιπλέον όρκο, παρέμενε επαναστάτρια. «Θα είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να τις κατασκοπεύσουμε όλες».
«Ξέχνα την προς το παρόν». Η Γιουκίρι πάσχισε να μη στραβώσει τον λαιμό της, προσπαθώντας να κοιτάξει ταυτόχρονα προς κάθε κατεύθυνση. Μια ταπισερί στολισμένη με μεγάλα λευκά άνθη τρεμούλιασε ελαφρά, κι η Γιουκίρι κόμπιασε λίγο μέχρι να βεβαιωθεί ότι δεν ήταν παρά ένα ρεύμα αέρα κι όχι ένας ακόμα υπηρέτης που έβγαινε από την υπηρετική ράμπα. Δεν μπορούσε ποτέ να θυμηθεί τα σημεία στα οποία βρίσκονταν. Το καινούργιο θέμα που είχε θίξει ήταν, από μια άποψη, εξίσου επικίνδυνο με το να συζητά για την Ατουάν. «Χτες το βράδυ θυμήθηκα πως κάποτε ήσαστε μαθητευόμενες και στενές φίλες με την Ελάιντα. Δεν θα ήταν άσχημη ιδέα να αναθερμάνεις αυτή τη φιλία».
«Μιλάς για μερικά χρόνια πριν», απάντησε στυφά η ψηλότερη γυναίκα, μετακινώντας το επώμιο στους ώμους της και τυλίγοντάς το γύρω από το κορμί της, λες και κρύωσε ξαφνικά. «Η Ελάιντα απομακρύνθηκε μόλις έγινε Αποδεχθείσα. Θα μπορούσαν κάλλιστα να την κατηγορήσουν για εύνοια αν μ’ έβαζαν στην τάξη που είχε αναλάβει να διδάξει».
«Πάλι καλά που δεν ήσουν ευνοούμενή της», αποκρίθηκε ξερά η Γιουκίρι. Η πρόσφατη αποθηρίωση της Ελάιντα είχε βαθιές ρίζες. Πριν πάει στο Άντορ, κάμποσα χρόνια πριν, είχε αποποιηθεί με τέτοια αγριότητα όσες θεωρούσε ευνοούμενες, ώστε οι αδελφές χρειάστηκε να παρέμβουν πάνω από μία φορά. Το παράξενο ήταν ότι μία εξ αυτών ήταν η Σιουάν Σάντσε, παρ’ όλο που δεν επηρεάστηκε, μια και δεν είχε τα ανάλογα προσόντα. Παράξενο και λυπηρό συνάμα. «Ακόμα κι έτσι όμως, σίγουρα θα κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για ν’ αναθερμάνεις αυτή τη φιλία».
Η Μεϊντάνι προχώρησε καμιά δεκαριά βήματα στον διάδρομο ανοιγοκλείνοντας το στόμα της, τακτοποιώντας το επώμιό της ξανά και ξανά, συσπώντας τους ώμους της σαν να ήθελε να διώξει μια αλογόμυγα κι αποφεύγοντας να κοιτάει τη Γιουκίρι. Πώς ήταν δυνατόν μια γυναίκα με τόσο λίγο αυτοέλεγχο να είναι Γκρίζα; «Προσπάθησα», απάντησε τελικά με αδύναμη φωνή. Εξακολουθούσε να αποφεύγει το βλέμμα της Γιουκίρι. «Πολλές φορές. Η Τηρήτρια... η Αλβιάριν με αποθάρρυνε συνεχώς. Η Άμερλιν ήταν απασχολημένη, είχε συσκέψεις και χρειαζόταν ξεκούραση. Πάντα υπήρχε μια έτοιμη δικαιολογία. Έχω την εντύπωση πως η Ελάιντα δεν θέλει να αναθερμάνει μια φιλία που απέρριψε περισσότερα από τριάντα χρόνια πριν».