Άρχισε να τρέχει μανιασμένα μέσα στον Πύργο· αν υπήρχε κανένας υπηρέτης στους διαδρόμους, ούτε καν τον πρόσεξε. Τυφλωμένη από τρόμο, δεν έβλεπε τίποτα πέρα απ’ ό,τι βρισκόταν ακριβώς μπροστά της. Κατέβηκε τρέχοντας μέχρι το έκτο επίπεδο, στα διαμερίσματά της. Υπέθετε πως, προς το παρόν τουλάχιστον, εξακολουθούσαν να την ανήκουν. Τα δωμάτια με το μπαλκόνι που δέσποζε πάνω από τη μεγάλη πλατεία, μπροστά στον Πύργο, ήταν μέρος του γραφείου της Τηρήτριας. Προς το παρόν, της αρκούσε να έχει ακόμη στην κατοχή της αυτούς τους χώρους. Της έδιναν μία ακόμα ευκαιρία να ζήσει.
Η επίπλωση είχε ακόμα το Ντομανικό στυλ, παρακαταθήκη της προηγούμενης ενοίκου, δηλαδή ωχρό απογυμνωμένο ξύλο με ένθετα όστρακα με μαργαριτάρια και κεχριμπάρι. Μόλις έφθασε στην κρεβατοκάμαρα, άνοιξε απότομα μια ντουλάπα κι έπεσε στα γόνατα αρχίζοντας να πετάει τριγύρω ρούχα, για να ψάξει στο βάθος για ένα μικρό σεντούκι, ένα κουτί λιγότερο από δύο παλάμες πλατύ, το οποίο της ανήκε εδώ και πολλά χρόνια. Το σκάλισμα στην επιφάνεια του κουτιού ήταν περίτεχνο αλλά κάπως αδέξιο, μερικές σειρές ποικίλων εξογκωμάτων που είχαν γίνει από κάποιον χαράκτη περισσότερο φιλόδοξο παρά ικανό. Τα χέρια της έτρεμαν καθώς το κουβαλούσε στο τραπέζι, και το απίθωσε για να σκουπίσει τις ιδρωμένες της παλάμες στο φόρεμά της. Το κόλπο για να ανοίξει το κουτί ήταν να απλώσει στην επιφάνειά του τα δάχτυλά της όσο περισσότερο γινόταν, έτσι ώστε να πιέσει συγχρόνως τέσσερα εξογκώματα πάνω στο σκαλιστό πλαίσιο, κανένα εκ των οποίων δεν ήταν ίδιο με τα άλλα. Το καπάκι ανασηκώθηκε ελαφρά κι η Αλβιάριν το άφησε πίσω, αποκαλύπτοντας το πολυτιμότερο απόκτημά της, τυλιγμένο σαν μικρό δέμα σε καφετί ύφασμα για να μην κροταλίζει σε περίπτωση που κάποια υπηρέτρια κουνούσε το κουτί. Οι περισσότεροι υπηρέτες του Πύργου ούτε που διανοούνταν την κλοπή, αλλά αυτό δεν ίσχυε υποχρεωτικά για όλους.
Για μια στιγμή, η Αλβιάριν απέμεινε να ατενίζει το δέμα. Ήταν το πολυτιμότερο απόκτημά της, κάτι που αναγόταν στην Εποχή των Θρύλων, αλλά μέχρι τώρα δεν είχε τολμήσει να το χρησιμοποιήσει. Η Μεσάνα τής είχε πει να το χρησιμοποιήσει μόνο στη χειρότερη περίπτωση, στην πιο απελπιστική της ανάγκη, αλλά τι μπορούσε να είναι τρομερότερο από αυτό που της συνέβαινε τώρα; Η Μεσάνα έλεγε ότι αυτό το πράγμα δεν θα έσπαγε ακόμα κι αν το χτυπούσε με σφυρί, αλλά η Αλβιάριν το ξετύλιξε με κινήσεις τόσο λεπτεπίλεπτες σαν να άγγιζε ένα εύθραυστο κομμάτι γυαλιού, αποκαλύπτοντας ένα τερ’ανγκριάλ, μια λαμπερή κόκκινη ράβδο όχι μεγαλύτερη από τον δείκτη της, εντελώς λεία εκτός από μερικές καλοδουλεμένες γραμμές στην επιφάνειά του, που σχημάτιζαν κυματοειδή αλληλοσυνδεόμενα σχήματα. Αγκαλιάζοντας την Πηγή, άγγιξε το σχήμα φτιάχνοντας λεπτές ροές Φωτιάς και Γης σε δύο από τις αλληλοσυνδέσεις, αν κι αυτό δεν ήταν απαραίτητο την Εποχή των Θρύλων, αλλά κάτι που ήταν γνωστό τότε ως «αμετάβλητες ροές» δεν υπήρχε πια. Ένας κόσμος όπου σχεδόν κάθε τερ’ανγκριάλ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από ανθρώπους ανίκανους να διαβιβάσουν, φάνταζε αλλόκοτος πέραν πάσης κατανόησης. Γιατί το επέτρεπαν, άραγε;
Πιέζοντας δυνατά με τον αντίχειρά της τη μία άκρη της ράβδου —η Δύναμη δεν αρκούσε από μόνη της— κάθισε κάτω βαριά κι έγειρε στη χαμηλή πλάτη του καθίσματός της, κοιτώντας το αντικείμενο που κρατούσε. Η δουλειά είχε γίνει. Ένιωθε κενή, σαν απέραντος άδειος χώρος όπου οι φόβοι φτερούγιζαν στο σκοτάδι σαν πελώριες νυχτερίδες.
Αντί να τυλίξει ξανά το τερ’ανγκριάλ, το έχωσε στο πουγκί της ζώνης της κι ανασηκώθηκε ίσα-ίσα για να τοποθετήσει ξανά το κουτί στην ντουλάπα. Μέχρι να βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλής, δεν σκόπευε να αφήσει ούτε στιγμή τη ράβδο. Από την άλλη, όμως, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να κάτσει και να περιμένει, λικνιζόμενη μπρος-πίσω και με τα χέρια διπλωμένα πάνω στα γόνατα. Όσο κατάφερνε να περιορίσει τα βογγητά που ξέφευγαν ανάμεσα από τα δόντια της, τόσο περιόριζε και το λίκνισμα. Από καταβολής Πύργου, καμία αδελφή δεν είχε κατηγορηθεί ως μέλος του Μαύρου Άτζα. Βέβαια, πάντα υπήρχαν υποψίες για μεμονωμένες αδελφές, κι από καιρού εις καιρόν όλο και κάποιες Άες Σεντάι πέθαιναν προκειμένου να μην επεκταθούν αυτές οι υποψίες, αλλά επίσημη κατηγορία δεν είχε απαγγελθεί ποτέ. Από τη στιγμή που η Ελάιντα είχε μιλήσει ανοιχτά περί δήμιου, σήμαινε ότι ήταν έτοιμη να προσάψει κατηγορίες. Πανέτοιμη, μάλιστα. Όταν οι υποψίες κόντευαν να γίνουν βεβαιότητες, οι Μαύρες αδελφές είχαν την τάση να εξαφανίζονται. Το Μαύρο Άτζα παρέμενε κρυφό ανεξαρτήτως κόστους. Ευχήθηκε να έπαυε να γογγύζει.