Выбрать главу

Αγνός, ψιθύρισε ο Λουζ Θέριν. Αγνός κι αμίαντος ξανά.

Κι έτσι ήταν. Αισθανόταν τη ρυπαρότητα που είχε σημαδέψει την αρσενική πλευρά της Δύναμης μετά το Τσάκισμα, αλλά αυτό δεν έδιωχνε τη ναυτία που ένιωθε να φουντώνει μέσα του, αυτή την επιτακτική τάση να διπλωθεί στα δύο και να αδειάσει στο πάτωμα ό,τι περιείχε το στομάχι του. Το δωμάτιο φάνηκε να στριφογυρίζει για μια στιγμή, και χρειάστηκε να ακουμπήσει στον πλησιέστερο στύλο του κρεβατιού για να ισορροπήσει. Δεν καταλάβαινε γιατί εξακολουθούσε να νιώθει αυτή την αδιαθεσία από τη στιγμή που το μίασμα είχε χαθεί πια. Ο Λουζ Θέριν ή δεν ήξερε τίποτα ή αρνιόταν να του το πει. Αυτή η αδιαθεσία, όμως, ήταν η αιτία που δεν άφηνε κανέναν να τον δει να αδράχνει το σαϊντίν, στα πλαίσια του εφικτού πάντα. Μπορεί η Έλζα να καιγόταν από την επιθυμία να τον δει να επιβιώνει έως την Τελευταία Μάχη, αλλά δεν ήταν λίγοι όσοι θα ήθελαν να τον δουν να χάνεται — και δεν ανήκαν όλοι στους Σκοτεινόφιλους.

Εκείνη τη στιγμή της αδυναμίας, ο νεκρός άντρας απλώθηκε να αδράξει το σαϊντίν. Ο Ραντ τον ένιωθε να το ψηλαφά λαίμαργα. Άραγε, ήταν δυσκολότερο από το να τον κάνει πέρα; Από μια άποψη, ο Λουζ Θέριν φάνταζε πιο συμπαγής, σαν κομμάτι του ίδιου του εαυτού του, από τη Σαντάρ Λογκόθ και μετά. Δεν είχε σημασία. Μέχρι στιγμής, είχε αφεθεί να φύγει πριν πεθάνει. Έπρεπε να κρατήσει πάση θυσία. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, αγνόησε τα επίμονα ίχνη της αδιαθεσίας στην κοιλιά του και, κάτω από τις βροντές των κεραυνών, βάδισε προς το καθιστικό.

Η Μιν ήταν όρθια στο κέντρο του δωματίου κρατώντας το ένα χέρι του Λόιαλ με τα δύο δικά της και χαμογελώντας του. Χρειαζόταν και τα δύο χέρια της για να πιάσει το ένα δικό του, και δεν αρκούσαν καν για να το καλύψει. Η κορυφή του κεφαλιού του βρισκόταν μόλις ένα πόδι χαμηλότερα από το ταβάνι. Ο Ογκιρανός φορούσε ένα καινούργιο πανωφόρι από σκούρο μπλε μάλλινο, το κάτω μέρος του οποίου έπεφτε πάνω από το σακουλιασμένο παντελόνι κι έφτανε έως το πάνω μέρος από τις μπότες του, που άγγιζαν τα γόνατα, αλλά αυτή τη φορά οι τσέπες του δεν ήταν διογκωμένες από τα γωνιώδη σχήματα των βιβλίων του. Μάτια που έμοιαζαν με μικρά πιατάκια του τσαγιού άστραψαν ζωηρά μόλις πρόσεξαν τον Ραντ, και το μειδίαμα στο πλατύ του στόμα κόντεψε να χωρίσει το πρόσωπό του στα δύο. Τα χνουδωτά αυτιά που εξείχαν μέσα από τα δασύτριχα μαλλιά του τρεμούλιασαν από ευχαρίστηση.

«Ο Άρχοντας Αλγκάριν διαθέτει δωμάτια για Ογκιρανούς φιλοξενούμενους, Ραντ», είπε ο Λόιαλ κι η φωνή του βρόντησε σαν ηχώ τυμπάνου. «Το φαντάζεσαι; Έξι! Βέβαια, δεν είχαν χρησιμοποιηθεί για κάμποσο καιρό, αλλά αερίζονταν κάθε βδομάδα για να φύγει η μούχλα, και τα κλινοσκεπάσματα είναι από λινό εξαιρετικής ποιότητας. Νόμιζα πως θα αναγκαζόμουν να διπλωθώ πάλι στα δύο, σε κανένα κρεβάτι ανθρώπινου μεγέθους. Χμμ. Δεν θα μείνουμε πολύ καιρό εδώ, ε;» Τα μεγάλα του αυτιά βαθούλωσαν λιγάκι και κατόπιν άρχισαν να τρεμοπαίζουν ανήσυχα. «Δεν νομίζω πως θα έπρεπε, κιόλας. Θέλω να πω, ίσως να συνήθιζα τον ύπνο σε κανονικό κρεβάτι, κι αυτό δεν θα μου έκανε αν πρόκειται να μείνω μαζί σου. Δηλαδή... Τέλος πάντων, καταλαβαίνεις τι θέλω να πω».

«Καταλαβαίνω», είπε μαλακά ο Ραντ. Μόνο που δεν γέλασε με τη σαστιμάρα του Ογκιρανού. Ίσως θα έπρεπε, όμως. Το γέλιο τού έλειπε τελευταία. Ύφανε ένα δίχτυ κατά των ωτακουστών γύρω από το δωμάτιο και το έδεσε σε κόμπους ώστε να μπορεί να ελευθερώσει το σαϊντίν. Τα τελευταία ίχνη ναυτίας άρχισαν να χάνονται αμέσως. Συνήθως, μπορούσε να ελέγξει την αδιαθεσία, καταβάλλοντας κάποια προσπάθεια, αλλά αν δεν ήταν ανάγκη, δεν υπήρχε λόγος να το κάνει. «Μήπως βράχηκε κανένα από τα βιβλία σου;» Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Λόιαλ μόλις μπήκε μέσα ήταν να ελέγξει τα βιβλία του.

Ξαφνικά, η σκέψη ότι είχε γνέσει δίχτυ ξεπήδησε απότομα στο μυαλό του. Κάπως έτσι θα το έθετε ο Λουζ Θέριν. Συνέβαινε συχνά αυτό το πράγμα, να παρεμβάλλεται δηλαδή στον νου του μια φράση του άλλου άντρα, ή να μπερδεύονται οι μνήμες του ενός με του άλλου. Ήταν ο Ραντ αλ’Θόρ, όχι ο Λουζ Θέριν Τέλαμον. Είχε υφάνει ένα ξόρκι, δένοντας την ύφανση, δεν είχε γνέσει ένα δίχτυ δένοντάς το σε κόμπους. Ωστόσο, διαπίστωσε ότι μπορούσε να φτιάξει εξίσου εύκολα και τα δύο.