Выбрать главу

Παρά τις διαφορές τους, η Τζολίνε, η Τέσλυν κι η Εντεσίνα είχαν γίνει κολλητές. Αν έβλεπες μία, ήταν σαν να έβλεπες και τις τρεις τους. Το πιθανότερο ήταν ότι αυτό συνέβαινε επειδή, όταν τις παρατηρούσες να κάνουν περιπάτους, κατάλληλα καλυμμένες με τους μανδύες και κρυμμένες όσο το δυνατόν, ένα λεπτό αργότερα εμφανίζονταν ξοπίσω τους η Μπέθαμιν, η Ρέννα κι η Σέτα. Διακριτικά, βέβαια, αλλά χωρίς να αφήνουν στιγμή από τα μάτια τους τα «κορίτσια». Ναι, μπορεί να ήταν κολλητές, αλλά ακόμα κι ένας τυφλός θα αντιλαμβάνονταν πως επικρατούσε ένταση μεταξύ των δύο γυναικείων παρεών. Ακόμα κι ένας τυφλός δεν θα έβλεπε καμιά τους ως υπηρέτρια. Οι σουλ’ντάμ κατείχαν σεβάσμιες θέσεις, θέσεις εξουσίας, κι οι κινήσεις τους διέπονταν σχεδόν από την αλαζονεία των Άες Σεντάι. Ο Ματ, ωστόσο, είχε κολλήσει με τη συγκεκριμένη ιστορία.

Η Μπέθαμιν κι οι άλλες δύο, ωστόσο, ήταν φιλύποπτες σχετικά με τους Σωντσάν όσο κι οι υπόλοιπες Άες Σεντάι, παρ’ όλο που τις ακολουθούσαν όποτε πήγαιναν σε κάποιο χωριό ή πόλη, η δε Μπέθαμιν δεν παρέλειπε να αναφέρει τις διάφορες σκόρπιες πληροφορίες που μάζευαν κρυφακούγοντας, ενώ η Ρέννα είχε μονίμως χαραγμένο στα χείλη της ένα φιλάρεσκο χαμόγελο κι η Σέτα έλεγε με φωνή που έμοιαζε με τερέτισμα ότι τα «κορίτσια» δεν είχαν προσέξει το τάδε ή το δείνα ή ισχυρίζονταν ότι δεν άκουσαν τίποτα. Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος με μια γυναίκα που έχει την αυθάδεια να αυτοαποκαλείται Άες Σεντάι· ίσως έπρεπε να αναθεωρήσει και να τις δέσει, μέχρι τουλάχιστον να υπήρχε κάποια σχετική ασφάλεια.

Οι διηγήσεις τους δεν διέφεραν και πολύ απ’ όσα του είχαν αναφέρει οι αδελφές. Δεν ήταν παρά κουτσομπολιά τον αστών για όσα είχαν κρυφακούσει από τους περιπλανώμενους Σωντσάν. Πολλοί άποικοι ήταν νευρικοί, μια και το μυαλό τους ήταν γεμάτο από ιστορίες σχετικά με τους βάρβαρους Αελίτες που ερήμωναν την Αλτάρα, παρ’ όλο που οι ντόπιοι επαναλάμβαναν ότι αυτό συνέβαινε κάπου στα βόρεια. Φαίνεται, όμως, πως κάποιος που βρισκόταν βορειότερα είχε σκεφτεί ακριβώς το ίδιο, γιατί κάμποσοι άποικοι είχαν εκτραπεί και κατευθύνονταν ανατολικά, προς το Ίλιαν. Κάποιου είδους συμμαχία ήταν στα σκαριά μ’ ένα πανίσχυρο πρόσωπο, που αναμενόταν να δώσει πρόσβαση στην Υψηλή Αρχόντισσα Σούροθ σε αρκετές περιοχές. Οι γυναίκες αρνούνταν να πειστούν ότι δεν χρειαζόταν να ακούνε τις διάφορες φήμες. Από την άλλη, δεν παρέδιδαν με τίποτα τα α’ντάμ. Η αλήθεια ήταν πως αυτά τα ασημένια λουριά κι οι τρεις σουλ’ντάμ αποτελούσαν τον μοναδικό μοχλό πίεσης απέναντι στις Άες Σεντάι. Ευγνωμοσύνη. Και μάλιστα εκ μέρους μιας Άες Σεντάι! Χα! Όχι ότι είχε σκεφτεί να ξαναφορέσει τα περιλαίμιο σ’ εκείνες τις αδελφές. Τουλάχιστον, δεν το σκεφτόταν συχνά. Ναι, όντως είχε κολλήσει με τη συγκεκριμένη ιστορία.

Στην πραγματικότητα, δεν είχε πολλή ανάγκη να ξέρει τι μάθαιναν οι σουλ’ντάμ κι οι Άες Σεντάι. Είχε καλύτερες πηγές, ανθρώπους που εμπιστευόταν. Τον Θομ, για παράδειγμα, αρκεί ο ασπρομάλλης βάρδος να ξεκολλούσε από το να παίζει Φίδια κι Αλεπούδες με τον Όλβερ κι από το να χαζεύει με λαχτάρα ένα χιλιοτσαλακωμένο γράμμα που κουβαλούσε στο μπροστινό μέρος του πανωφοριού του. Ο Θομ μπορούσε να μπει σε μια κοινή αίθουσα, να πει μια ιστορία, ίσως να κάνει και κανένα ταχυδακτυλουργικό και να φύγει ξέροντας τι σκεφτόταν ο καθένας εκεί μέσα. Εξίσου με τον Θομ εμπιστευόταν τον Τζούιλιν —και, μάλιστα, χωρίς ταχυδακτυλουργικά και διηγήσεις— αν κι ο άντρας επέμενε σχεδόν πάντα να παίρνει και τη Θίρα μαζί του, η οποία του έπιανε το χέρι με κόσμιο τρόπο καθώς βόλταραν στην πόλη. Για να συνηθίσει ξανά στην ελεύθερη ζωή, έτσι έλεγε ο άντρας, κι εκείνη του χαμογελούσε, με τα μεγάλα μάτια της να λάμπουν μελαγχολικά και το μικρό αλλά σαρκώδες στόμα της να λαχταρά ένα φιλί. Ίσως αυτή η γυναίκα να είχε υπάρξει πράγματι Πανάρχουσα του Τάραμπον, όπως ισχυρίζονταν ο Τζούιλιν κι ο Θομ, αλλά ο Ματ είχε αρχίσει να αμφιβάλλει. Είχε ακούσει μερικούς από τους ανθρώπους-λάστιχα να αστειεύονται σχετικά με το πώς η Ταραμπονέζα υπηρέτρια εξαντλούσε τον Δακρυνό ληστοκυνηγό, μέχρι που ο τελευταίος αδυνατούσε καν να περπατήσει. Άσχετα όμως από αν ήταν Πανάρχουσα ή υπηρέτρια, η Θίρα εξακολουθούσε να γονατίζει κάθε φορά που άκουγε μακρόσυρτη προφορά. Ο Ματ υπέθετε πως αν κάποιος Σωντσάν της έκανε μια ερώτηση, θα λάμβανε ως απάντηση όλα όσα γνώριζε η γυναίκα, ξεκινώντας από τον Τζούιλιν Σάνταρ και καταλήγοντας σε ποια άμαξα βρισκόταν τη συγκεκριμένη στιγμή η τάδε ή η δείνα Άες Σεντάι, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια των απαντήσεων θα παρέμενε γονατιστή. Κατά τη γνώμη του, η Θίρα αποτελούσε μεγαλύτερο κίνδυνο από τις Άες Σεντάι και τις σουλ’ντάμ μαζί. Ο Τζούιλιν, ωστόσο, εκνευριζόταν με την παραμικρή νύξη ότι η γυναίκα του μπορεί να μην ήταν άξια εμπιστοσύνης, κι άρχιζε να στριφογυρίζει τη μαγκούρα του από μπαμπού, λες κι είχε βάλει σκοπό να σπάσει το κεφάλι του Ματ. Δεν υπήρχε ορατή λύση, αλλά ο Ματ είχε βρει ένα προσωρινό μέτρο ώστε να προειδοποιηθεί έγκαιρα σε περίπτωση που συνέβαινε το χειρότερο.