Η Τουόν δεν φάνηκε να εκπλήσσεται στο ελάχιστο όταν είδε τον Ματ να μπαίνει στην άμαξα. «Τη συλλάβατε ή τη σκοτώσατε;» ρώτησε, αρπάζοντας ένα γλυκό με τα δάχτυλα λυγισμένα μ’ εκείνον τον περίεργο και χαριτωμένο τρόπο.
«Είναι νεκρή», αποκρίθηκε ξερά ο Ματ. «Λούκα, τι στο Φως...»
«Σ’ το απαγορεύω, Παιχνιδάκι!» τον έκοψε απότομα η Τουόν, δείχνοντάς τον με το δάχτυλό της. «Σου απαγορεύω να θρηνήσεις μια προδότρια!» Η φωνή της μαλάκωσε ελαφρώς, αλλά παρέμεινε σταθερή. «Άξιζε τον θάνατο, γιατί πρόδωσε την Αυτοκρατορία, και θα μπορούσε το ίδιο εύκολα να προδώσει κι εσένα, κάτι που ούτως ή άλλως προσπαθούσε να κάνει. Αυτό που έκανες εγώ το λέω απονομή δικαιοσύνης». Ο τόνος της φωνής της μαρτυρούσε ότι, από τη στιγμή που ονομάτιζε κάτι, δεν δεχόταν αντιρρήσεις.
Ο Ματ έκλεισε σφιχτά τα μάτια του για λίγο. «Είναι όλοι εδώ;» ρώτησε επιτακτικά.
«Ασφαλώς», είπε ο Λούκα, εξακολουθώντας να χαμογελάει σαν ξεροκέφαλος χάνος. «Η Αρχόντισσα — η Υψηλή Αρχόντισσα· συγχώρησέ με, Υψηλή Αρχόντισσα», διόρθωσε, υποκλινόμενος βαθιά, «μίλησε με τον Μέριλιν και τον Σάνταρ, και... ε, την ξέρεις τώρα. Η Αρχόντισσα είναι πολύ πειστική γυναίκα. Η Υψηλή Αρχόντισσα, θέλω να πω. Κώθον, θα ήθελα να μιλήσουμε για το χρυσάφι μου. Είπες ότι θα μου το έδιναν πίσω, αλλά ο Μέριλιλ απείλησε να μου κόψει τον λαιμό πρώτα, κι ο Σάνταρ να μου τσακίσει το κρανίο, οπότε...» Μόλις αντίκρισε το βλέμμα του Ματ, του κόπηκε η φόρα, αλλά κατόπιν συνέχισε ασταμάτητος. «Κοίτα τι μου έδωσε η Αρχόντισσα!» Με μια απότομη κίνηση, άνοιξε ένα ερμάρι και τράβηξε ένα διπλωμένο χαρτί, κρατώντας το σεβάσμια και με τα δύο χέρια. Ήταν ένα παχύ χαρτί, λευκό σαν χιόνι και μάλλον ακριβό. «Μια εξουσιοδότηση. Δεν είναι σφραγισμένη, βέβαια, αλλά έχει υπογραφή. Ο Μέγας Περιοδεύων Θίασος κι η Μεγαλειώδης Επίδειξη Ασυνήθιστων Θαυμάτων του Βάλαν Λούκα βρίσκεται πλέον υπό την προσωπική προστασία της Υψηλής Αρχόντισσας Τουόν Άθαεμ Κόρε Πέντραγκ. Όλοι τη γνωρίζουν. Μπορώ να πάω στους Σωντσάν και να στήσω τον θίασο για χάρη της Αυτοκράτειρας! Είθε να ζήσει για πάντα», πρόσθεσε βιαστικά, κάνοντας άλλη μία υπόκλιση προς την Τουόν.
Όλα για το τίποτα, σκέφτηκε ο Ματ γεμάτος απογοήτευση. Βυθίστηκε σ’ ένα από τα κρεβάτια ακουμπώντας τους αγκώνες του στα γόνατα του, με τη Λατέλ να του ρίχνει μια δηκτική ματιά. Πιθανότατα, μόνο η παρουσία της Τουόν την εμπόδιζε να τον σπάσει στο ξύλο!
Η Τουόν κούνησε επιτακτικά το χέρι της, μοιάζοντας με σκούρα πορσελάνινη κούκλα με βασιλική κορμοστασιά, παρά το φθαρμένο φόρεμα, που της έπεφτε πολύ μακρύ. «Δεν θα κάνεις χρήση αυτού του εγγράφου, Αφέντη Λούκα, παρά μόνο σε περίπτωση ανάγκης. Επείγουσας ανάγκης!»
«Μα βέβαια, Υψηλή Αρχόντισσα, φυσικά». Από τις πολλές υποκλίσεις, ο Λούκα κόντευε να φιλήσει τα σανίδια του δαπέδου.
Όλα για το τίποτα!
«Έκανα ειδική αναφορά σχετικά με το ποιος δεν βρίσκεται υπό την προστασία μου, Παιχνιδάκι». Η Τουόν δάγκωσε μια μπουκιά από το γλυκό και σκούπισε με το ντελικάτο δάχτυλό της ένα ψίχουλο από τα χείλη της. «Μπορείς να μαντέψεις ποιου το όνομα βρίσκεται πρώτο στον κατάλογο;» Χαμογέλασε, αν κι όχι κακόβουλα. Μάλλον απευθυνόταν στην ίδια, χωρίς να είναι ξεκάθαρο αν επρόκειτο για χαμόγελο απόλαυσης ή απλής τέρψης. Ξαφνικά, ο Ματ παρατήρησε κάτι. Το μικρό μπουκέτο με τα μεταξένια τριαντάφυλλα που της είχε δώσει ήταν καρφιτσωμένο στον ώμο της.
Εντελώς αθέλητα, ο Ματ ξέσπασε σε γέλια. Πέταξε το καπέλο του στο δάπεδο κι άρχισε να γελάει. Παρά τα όσα είχε κάνει, παρά τις προσπάθειές του, δεν ήξερε καθόλου αυτή τη γυναίκα! Καθόλου! Γέλασε μέχρι που πόνεσαν τα πλευρά του.
30
Τι Μπορεί Να Κάνει Η Ράβδος Των Όρκων
Ο ήλιος βασίλεψε στον ορίζοντα, σκιαγραφώντας τέλεια τον Λευκό Πύργο στο βάθος, αλλά η ψύχρα της προηγούμενης νύχτας έμοιαζε να εντείνεται ακόμα περισσότερο και τα σκούρα γκρίζα σύννεφα που παρήλαυναν στον ουρανό απειλούσαν με χιονόπτωση. Ο χειμώνας έφθινε, αν κι επέμενε σε μια χρονική περίοδο που θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει η άνοιξη, υποχωρώντας σταδιακά και σπασμωδικά. Οι θόρυβοι του πρωινού διαπερνούσαν τη σκηνή της Εγκουέν, παρ’ ότι ήταν απομονωμένη απ’ οτιδήποτε άλλο τριγύρω. Το στρατόπεδο έμοιαζε να πάλλεται. Οι εργάτες μετέφεραν νερό από τα πηγάδια, καθώς κι επιπλέον ποσότητες καυσόξυλων και κάρβουνου, πάνω σε καρότσες. Οι υπηρέτριες σέρβιραν το πρωινό των αδελφών κι οι μαθητευόμενες δεύτερης βαθμίδας έσπευδαν στα τραπέζια, ενώ της πρώτης και της τρίτης πήγαιναν για μάθημα. Ήταν μια μνημειώδης μέρα, παρ’ όλο που δεν το ήξερε καμιά τους. Πιθανότατα, σήμερα θα έληγαν οι ψευδείς διαπραγματεύσεις στο Νταρέιν, σ’ ένα τραπέζι κάτω από το κιόσκι που βρισκόταν στη βάση της γέφυρας που οδηγούσε στην Ταρ Βάλον. Οι διαπραγματεύσεις ήταν αμφίδρομα ψευδείς. Οι καταδρομείς της Ελάιντα συνέχιζαν να χτυπούν ατιμώρητοι στην απέναντι μεριά του ποταμού. Σε κάθε περίπτωση, σήμερα θα ήταν η τελευταία συνάντηση για αρκετό καιρό.