Выбрать главу

Η Μάιγκαν έπεσε με τα γόνατα πιάνω στα χαλιά, κάνοντας έναν κούφιο ήχο, και κατόπιν σηκώθηκε με κόπο, ισιώνοντας αγανακτισμένη τη φούστα της, λες και. την είχαν σπρώξει. Το ελαιόχρωμο πρόσωπο της Μυρέλ φάνταζε κάπως χλωμό.

Με αργές κινήσεις, η Ρομάντα απίθωσε το φλιτζάνι με το τσάι της στην άκρη του τραπεζιού και «στάθηκε όρθια, τραβώντας το επώμιο γύρω από τους ώμους της. Ανέκφραστη, απέμεινε να ατενίζει την Εγκουέν, ενώ η Τέοντριν τοποθετούσε τον μανδύα με τα κίτρινα κρόσσια γύρω από τους ώμους της, στερεώνοντας τη χρυσαφιά καρφίτσα και τακτοποιώντας τις διπλώσεις με τις προσεγμένες κινήσεις της υπηρέτριας μιας αρχόντισσας. Τότε, και μόνο τότε, μίλησε η Ρομάντα, κι η φωνή της ήταν σκληρή σαν πέτρα. «Όταν ήμουν μικρούλα, ονειρευόμουν να γίνω Άες Σεντάι. Από τη μέρα που έφθασα στον Λευκό Πύργο, προσπάθησα να ζήσω ως Άες Σεντάι. Έζησα ως Άες Σεντάι και θα πεθάνω ως Άες Σεντάι. Αυτό δεν μπορώ να το επιτρέψω!»

Με μια ανάλαφρη κίνηση γύρισε να φύγει, αλλά έπεσε πάνω στο σκαμνί που καθόταν, αν και δεν έδωσε την παραμικρή σημασία. Η Τέοντριν την ακολούθησε βιαστικά. Παραδόξως, μια έκφραση ενδιαφέροντος είχε χαραχτεί στο πρόσωπό της.

«Μητέρα;» Η Μυρέλ πήρε μια βαθιά ανάσα, ενώ τα δάχτυλά της ψαχούλευαν τη βαθυπράσινη φούστα της. «Μητέρα, το λες ειλικρινά ότι...;» Ανίκανη να αποτελειώσει την πρόταση της, την άφησε στη μέση. Η Μάιγκαν κάθισε στο σκαμνί σαν να πίεζε τον εαυτό της να μη γείρει ξανά μπροστά.

«Σας παρέθεσα τα γεγονότα», είπε ήρεμα η Εγκουέν. «Η όποια απόφαση θα ληφθεί από την Αίθουσα. Για πες μου, Κόρη. Θα διάλεγες να πεθάνεις, αν είχες τη δυνατότητα να ζήσεις και να συνεχίσεις να υπηρετείς τον Πύργο;»

Η Πράσινη κι η Γαλάζια αδελφή αντάλλαξαν ματιές, αλλά κατόπιν αντιλήφθηκαν τι έκαναν και ξανάρχισαν να αγνοούν η μία την άλλη. Καμιά τους δεν απάντησε, αλλά η Εγκουέν μπορούσε να δει σχεδόν ξεκάθαρα τις σκέψεις που αναμόχλευαν πίσω από τα βλέμματά τους. Λίγα λεπτά αργότερα, η γυναίκα σηκώθηκε κι επανέφερε το σκαμνί στην κανονική του θέση. Ακόμα κι αυτή η πράξη δεν ήταν αρκετή για να τις αναγκάσει να απολογηθούν επαρκώς που την είχαν αναγκάσει να το φροντίσει η ίδια. Ύστερα κι από αυτό, βυθίστηκαν σε σιωπηλές σκέψεις.

Η Εγκουέν πάσχισε να ασχοληθεί ξανά με τις σελίδες στους φακέλους της Σιουάν —το αδιέξοδο στην Πέτρα του Δακρύου συνεχιζόταν και κανείς δεν είχε ιδέα πώς θα τελείωνε αυτή η ιστορία— αλλά, λίγο μετά την αναχώρηση της Ρομάντα, κατέφθασε η Λελαίν.

Αντίθετα με τη Ρομάντα, η λυγερόκορμη Γαλάζια Καθήμενη ήταν μόνη της και σερβιρίστηκε η ίδια τσάι. Βολεύτηκε στο άδειο σκαμνί, τίναξε τον μανδύα με τη γούνινη επένδυση πίσω από τους ώμους της και τον άφησε να κρέμεται από μια ασημένια πόρπη με μεγάλα ζαφείρια. Φορούσε και το επώμιο, κάτι σύνηθες για Καθήμενες. Η Λελαίν ήταν πιο ντόμπρα από τη Ρομάντα ή έτσι έμοιαζε, τουλάχιστον. Στη ματιά της υπήρχε μια μόνιμη και διαυγής λάμψη.

«Ο θάνατος της Κάιρεν μειώνει τις πιθανότητες να επέλθει κάποιου είδους συμφωνία με τον Μαύρο Πύργο», μουρμούρισε πάνω από την κούπα με το τσάι της, εισπνέοντας τους ατμούς. «Επιπλέον, κάτι πρέπει να γίνει και με τον φουκαρά τον Λιου. Ίσως τον αναλάβει η Μυρέλ. Οι δύο στους τρεις ανήκαν αρχικά σε άλλη Άες Σεντάι. Καμία στο παρελθόν δεν έχει διασώσει δύο Προμάχους των οποίων οι Άες Σεντάι πέθαναν».

Η Εγκουέν δεν ήταν η μόνη που άκουγε να δίνουν τόση έμφαση σε κάτι τέτοιο. Το πρόσωπο της Μυρέλ χλώμιασε ολοφάνερα. Έκρυβε δύο μυστικά και το ένα ήταν ότι είχε τέσσερις Προμάχους. Το πέρασμα του δεσμού του Λαν Μαντράγκοραν από τη Μουαραίν στην ίδια ήταν κάτι που είχε να συμβεί εκατοντάδες χρόνια. Σήμερα, ήταν σαν να δέσμευες έναν άντρα ενάντια στη θέλησή του, κάτι που δεν είχε γίνει για άλλα τόσα χρόνια. «Τρεις μού αρκούν», είπε απνευστί. «Με το συμπάθιο, Μητέρα».

Η Μάιγκαν γέλασε σιγανά καθώς η Μυρέλ έβγαινε από τη σκηνή με γρήγορο βηματισμό. Όχι όμως τόσο γρήγορο, για να μην κατορθώσει να αγκαλιάσει το σαϊντάρ πριν κλείσει πίσω της η υφασμάτινη είσοδος.

«Βέβαια», είπε η Λελαίν, ανταλλάσοντας βλέμματα θυμηδίας με την άλλη Γαλάζια αδελφή, «λένε πως παντρεύεται όλους τους Προμάχους της. Ίσως ο φουκαράς ο Λιου δεν κάνει για σύζυγος».