Ο Λούθιεν προτίμησε να πηδήσει, κουνώντας δυνατά τα χέρια του. Χτύπησε το καλάμι του πάνω στο χείλος του ανοίγματος και κόντεψε να πέσει μέσα. Βογγώντας από τον πόνο, κατάφερε να σκαρφαλώσει στο χείλος και να σταθεί όρθιος, ενώ συγχρόνως τραβούσε το ξίφος του. Με μια γρήγορη ματιά, έτρεξε στην πίσω πλευρά του ανοίγματος. Ο ένας από τους Κυκλωπιανούς σίμωσε στον Όλιβερ, ενώ οι άλλοι παραμέρισαν τους νάνους κι έτρεξαν στη γωνία για να αντιμετωπίσουν τον Λούθιεν, που έκανε στο μεταξύ τον κύκλο του φρεατίου.
Και όλοι τους φώναζαν βοήθεια, φώναζαν ότι τους επιτέθηκε “η Πορφυρή Σκιά”!
«Βλέπω ότι ο ψηλότερος ήρθε σε μένα», είπε ο Όλιβερ, πράγμα που δεν ήταν υπερβολή. Ο φρουρός απέναντι του ήταν από τους πιο μεγαλόσωμους και άσχημους Κυκλωπιανούς που είχε δει ποτέ του. Και το χειρότερο, φορούσε χοντρή, προστατευτική θωράκιση —ο Όλιβερ υποψιαζόταν ότι το ξίφος του δεν θα μπορούσε να τη διαπεράσει— και κρατούσε έναν διπλό, πολεμικό πέλεκυ.
Το τσεκούρι κατέβηκε κατακόρυφα, αλλά ο Όλιβερ βούτηξε μπροστά, περνώντας ανάμεσα στα ανοιχτά πόδια του Κυκλωπιανού. Κοίταξε πίσω και είδε να τινάζονται σπίθες καθώς το τσεκούρι αποσπούσε ένα κομμάτι πέτρα από το δάπεδο.
Ο Όλιβερ έκανε νέα βουτιά και κύλησε από την αντίθετη μεριά, ενώ ο Κυκλωπιανός στρεφόταν μουγκρίζοντας. Βρέθηκαν πάλι αντιμέτωποι, με τον Όλιβερ να έχει την πλάτη γυρισμένη στη μανιβέλα και το φρεάτιο.
Ο Λούθιεν όρμησε γενναία στους αντιπάλους του, αδιαφορώντας για την αριθμητική υπεροχή τους. Οι δύο φρουροί ήταν κι αυτοί καλά οπλισμένοι, με εξαιρετικά ξίφη που απέκρουσαν τα χτυπήματα της πρώτης επίθεσής του.
Πετάχτηκε πάλι μπροστά, αλλά ο ένας Κυκλωπιανός τού κατέβασε με ένα χτύπημα την αιχμή του ξίφους του προς το έδαφος, ενώ ο άλλος πήγε να τον καρφώσει, αναγκάζοντάς τον να στρίψει βίαια το σώμα του στο πλάι για να αποφύγει το χτύπημα. Σήκωσε πάλι γοργά το ξίφος του, απέκρουσε τη νέα επίθεση του μονόφθαλμου και μετά πέρασε σε μια άγρια αντεπίθεση.
Οι δυο φρουροί όμως την απέκρουσαν κι αυτή.
Στο μεταξύ, το ξίφος του Όλιβερ χτύπησε τον Κυκλωπιανό στο μπροστινό μέρος του θώρακα τρεις φορές απανωτά, αλλά η λεπίδα λύγισε χωρίς να τον διαπεράσει. Ο χάφλινγκ είχε την ελπίδα ότι θα κατάφερνε να κουράσει τον μεγαλόσωμο αντίπαλό του, σε λίγο όμως είχε αρχίσει να λαχανιάζει ο ίδιος, καθώς έκανε βουτιές από δω κι από κει για να αποφύγει το βαρύ τσεκούρι.
Κοίταξε καλά αναζητώντας μια λύση, κάποιο άνοιγμα, ίσως, στην πανοπλία του Κυκλωπιανού. Δεν το βρήκε, είδε όμως κάτι άλλο, έναν κρίκο με κλειδιά πιασμένο στη ζώνη του. Ο Όλιβερ, αφού έριξε μια ματιά στον Λούθιεν, συνέχισε να παρακολουθεί τον αντίπαλό του με την άκρη του ματιού του περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή.
Ο Λούθιεν δεχόταν μεγάλη πίεση αλλά πολεμούσε γενναία, μανιασμένα, κρατώντας τους Κυκλωπιανούς σε απόσταση. Κοιτάζοντας πίσω από τους αντιπάλους του, είδε τους δύο νάνους να στήνονται στη σειρά τεντώνοντας την αλυσίδα που τους κρατούσε δεμένους από τους αστραγάλους. Δεν ήταν δύσκολο να καταλάβει ποιος ήταν ο σκοπός τους.
Το ξίφος του άρχισε να χτυπά δεξιά-αριστερά, ολένα δεξιά-αριστερά, επιθέσεις ρουτίνας που οι φρουροί απέκρουαν εύκολα, στρέφοντας όμως σ’ αυτές όλη την προσοχή τους.
Ξαφνικά οι νάνοι όρμησαν και οι δύο μαζί και χτύπησαν με την τεντωμένη αλυσίδα τους Κυκλωπιανούς στο πίσω μέρος των ποδιών τους, σπρώχνοντάς τους απότομα προς το μέρος του Λούθιεν.
Εκείνος, χτύπησε με το ξίφος του δεξιά, κατεβάζοντας προς τα κάτω το σπαθί του ενός φρουρού. Μετά γύρισε αστραπιαία αριστερά μαζεύοντας όσο μπορούσε τον ώμο του για να μην μπορέσει να τον χτυπήσει ο Κυκλωπιανός, που τώρα είχε βρεθεί πίσω του. Το σπαθί του χτύπησε προς αυτή την κατεύθυνση, και όχι μόνο απέκρουσε την επίθεση του φρουρού που παραπατούσε ακόμη από το σπρώξιμο των νάνων, αλλά και του πέταξε το ξίφος στο έδαφος.
Στράφηκε πάλι καθώς άκουσε τον Όλιβερ να τον φωνάζει. Ταυτόχρονα χτύπησε τον Κυκλωπιανό που βρισκόταν πίσω του στα πλευρά με τον αγκώνα, ρίχνοντάς τον μέσα στο φρεάτιο και αμέσως πήδησε μπροστά για να μην τον φτάσει ο φρουρός που προσπαθούσε απελπισμένα να πιαστεί από κάπου.
Χωρίς διακοπή, το ξίφος του Όλιβερ τινάχτηκε προς τον αντίπαλό του και κατόπιν γλίστρησε στο πλάι, περνώντας μέσα στον κρίκο με τα κλειδιά. Αμέσως έφερε το ξίφος δεξιά, βγάζοντας τα κλειδιά από τη ζώνη του δεσμοφύλακα, πριν συνεχίσει τη διαδρομή προς τα πάνω και αριστερά, κάνοντας τον κρίκο να γλιστρήσει από τη λεπίδα του ξίφους και να τιναχτεί ψηλά στον αέρα.