Выбрать главу

Φαίνεται όμως ότι ο Τάσμαν δεν συμμεριζόταν τα ρομαντικά αισθήματα του Όλιβερ — το πρόσωπό του παρέμεινε βλοσυρό. «Τότε θα γυρίσει γρήγορα πίσω», είπε.

«Α, όχι», άρχισε να λέει ο Όλιβερ με πονηρό ύφος, παρερμηνεύοντας το νόημα των λόγων του Τάσμαν, αλλά καθώς συνέχισε να κοιτάζει τον σοβαρό ταβερνιάρη άρχισε να ανησυχεί.

»Τι εννοείς;» ρώτησε.

Ο Τάσμαν έσκυψε πάνω από τον πάγκο πλησιάζοντας τον Όλιβερ. «Η Σιόμπαν, η μισοξωτική σκλάβα», είπε. «Την έπιασαν σήμερα και θα δικαστεί το πρωί.

Ο Όλιβερ κόντεψε να πέσει από το σκαμνί.

»Την κατηγόρησαν για την απόδραση από το ορυχείο», εξήγησε ο Τάσμαν. «Ο αφέντης της την πήγε στο παλάτι του δούκα Μόρκνεϊ σήμερα το απόγευμα, μάλιστα λένε ότι η Σιόμπαν δεν ήξερε καν ότι επρόκειτο να τη συλλάβουν».

Ο Όλιβερ προσπάθησε να χωνέψει αυτή την πληροφορία και να φανταστεί τις πολλές της συνέπειες. Έπιασαν τη Σιόμπαν; Γιατί τώρα; Δεν μπορούσε να αποφύγει το συμπέρασμα ότι η επαγγελματική αλλά και η προσωπική σχέση της Σιόμπαν με την Πορφυρή Σκιά είχε παίξει κάποιον ρόλο. Μήπως ο μάγος-δούκας είχε ανακαλύψει την ταυτότητα του Λούθιεν;

»Μερικοί μάλιστα λένε ότι η Σιόμπαν είναι η Πορφυρή Σκιά», συνέχισε ο Τάσμαν, ενώ ο Όλιβερ έκανε έναν μορφασμό καθώς βεβαιώθηκε πια ότι η σύλληψη της Σιόμπαν δεν ήταν απλή σύμπτωση. «Είναι σίγουρο ότι θα την ανακρίνουν γι’ αυτό στη Μητρόπολη αύριο το πρωί».

«Πώς τα ξέρεις εσύ όλα αυτά;» ρώτησε ο Όλιβερ, αν και ήξερε ότι ο Τάσμαν μαθαίνει πολλά πράγματα από τον υπόκοσμο του Μόντφορτ. Υπήρχε κάποιος λόγος που ο Όλιβερ κι ο Λούθιεν έπιναν κι έτρωγαν δωρεάν στην ταβέρνα, τις τελευταίες βδομάδες. Υπήρχε κάποιος λόγος που ο πανέξυπνος Τάσμαν έδειχνε να διασκεδάζει όσο κι ο Όλιβερ με τις πολλές ιστορίες για τις ψεύτικες Πορφυρές Σκιές.

«Δεν το κρατάνε μυστικό», απάντησε ο Τάσμαν. «Σε όλες τις ταβέρνες μιλούν για τη σύλληψη της Σιόμπαν. Μου φαίνεται παράξενο που δεν το έχεις ακούσει».

Ο Όλιβερ ήξερε ότι στο Μόντφορτ έπιαναν καθημερινά ύποπτους για κλοπές ή άλλα εγκλήματα. Γιατί λοιπόν είχε δοθεί τόση δημοσιότητα στη σύλληψη της Σιόμπαν;

Ήταν σίγουρος για το ποια είναι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Η λέξη “δόλωμα” περνούσε κάθε τόσο από τον νου του καθώς βγήκε από το Ντουέλφ και ξεκίνησε για το διαμέρισμα.

Το επόμενο πρωί, ο Όλιβερ έβγαλε τα πέπλα μόλις πέρασε μαζί με τον Λούθιεν από τους Πραιτωριανούς Φρουρούς που φύλαγαν έξω από τη μεγάλη πόρτα της Μητρόπολης. Στον προθάλαμο κοίταξε αγανακτισμένος τη μεταμφίεσή του, αναρωτούμενος γιατί βρισκόταν κάθε τόσο εδώ μέσα. Φυσικά το ήξερε από το προηγούμενο βράδυ ότι θα κατέληγαν πάλι στη Μητρόπολη, όταν είπε στον αναστατωμένο Λούθιεν για τη σύλληψη της Σιόμπαν.

Κι αυτό δεν του άρεσε καθόλου.

«Μπορεί να τη βλάψουμε αντί να τη βοηθήσουμε», είπε ο Όλιβερ για πολλοστή φορά, καθώς εκτόξευε τη μαγική αρπάγη στην είσοδο του κρυφού διαδρόμου, ψηλά στον τοίχο. Ο Λούθιεν έπιασε το σχοινί, ανέβηκε στον τοίχο σχεδόν τρέχοντας και μετά τράβηξε και τον Όλιβερ πάνω.

»Ο Μόρκνεϊ μπορεί να υποψιάζεται απλώς ότι η Σιόμπαν γνωρίζει την Πορφυρή Σκιά», συνέχισε ο Όλιβερ καθώς έμπαινε στο κρυφό πέρασμα. «Αν μας πιάσουν εδώ σήμερα, θα επιβαρύνουμε τη θέση της γυναίκας που αγαπάς». Και σίγουρα θα επιβαρύνουμε και τη δική μας θέση! σκέφτηκε ο Όλιβερ, αλλά δεν το είπε. Παραμέρισε τα μακριά, μαύρα μαλλιά της περούκας από το πρόσωπό του και έφτιαξε με άγριες κινήσεις το εμπριμέ φόρεμα που είχε μπερδευτεί από την αναρρίχηση.

«Θέλω να μάθω τι θα γίνει», απάντησε ο Λούθιεν.

«Έχω δει πολλές παγίδες με τέτοιο δόλωμα ως τώρα», του εξήγησε ο Όλιβερ.

«Μήπως εγκατάλειψες κάποτε καμιά γυναίκα που αγαπούσες;» είπε ο Λούθιεν.

Ο Όλιβερ δεν απάντησε, ούτε έκανε άλλα σχόλια. Αυτή η ερώτηση τον πόνεσε, γιατί ο Όλιβερ όντως είχε εγκαταλείψει κάποτε την αγαπημένη του, μια χάφλινγκ δεκαοχτώ χρονών. Ήταν πολύ νέος τότε, ζούσε σε ένα χωριό και μόλις άρχιζε την καριέρα του σαν κλέφτης. Ο γαιοκτήμονας της περιοχής (ο μόνος από τον οποίο άξιζε τον κόπο να κλέψεις κάτι) δεν μπόρεσε να πιάσει τον Όλιβερ, ανακάλυψε όμως τον αισθηματικό δεσμό του με την κοπέλα. Έτσι έπιασαν την αγαπημένη του, ενώ ο Όλιβερ εξαφανίστηκε δικαιολογώντας την πράξη του με το σκεπτικό ότι ήταν για το καλό της.

Δεν έμαθε ποτέ τι απέγινε η κοπέλα, όμως πολλές φορές είχε αναρωτηθεί εκ των υστέρων μήπως αυτή η “τακτική υποχώρηση” οφειλόταν στην πραγματικότητα σε καθαρή δειλία.

Έτσι τώρα ακολούθησε τον Λούθιεν στα υψηλότερα επίπεδα του ναού από την ίδια διαδρομή που είχαν πάρει και κατά την πρώτη τους επίσκεψη στη Μητρόπολη. Ο Όλιβερ πρόσεξε ότι υπήρχαν περισσότεροι Κυκλωπιανοί σήμερα και πολύ περισσότεροι πολίτες, επίσης. Κατάλαβε ότι ο Μόρκνεϊ είχε προετοιμάσει μια παράσταση, γι’ αυτό ήθελε οπωσδήποτε να υπάρχει ακροατήριο.