Выбрать главу

Ο Λούθιεν πλησίασε τον αδελφό του και τον κοίταξε απορημένος, αφήνοντας την έκφρασή του να θέσει την προφανή ερώτηση.

«Μου δόθηκε εντολή να φύγω», απάντησε ο Ίθαν.

Ο Λούθιεν έδειξε να μην καταλαβαίνει.

»Πρέπει να πάω στον νότο», συνέχισε ο Ίθαν φτύνοντας μία μία τις λέξεις αηδιασμένος, «να ταξιδέψω με τους στρατιώτες του βασιλιά που θα πάνε να πολεμήσουν δίπλα στους Γασκόνους ενάντια στο βασίλειο του Ντουρέ».

«Ευγενικός σκοπός», απάντησε ο Λούθιεν, πολύ συγκινημένος για να αναλογιστεί τι λέει.

«Μισθοφορικός σκοπός», γρύλισε ο Ίθαν. «Ένας μισθοφορικός σκοπός για έναν παράνομο βασιλιά».

«Τότε γιατί πας;»

Ο Ίθαν σταμάτησε να σφίγγει τους σάκους στη σέλα και γύρισε για να κοιτάξει τον αφελή μικρό του αδελφό με μια έκφραση σαν να μην πίστευε στα αυτιά του. Ο Λούθιεν απλώς σήκωσε τους ώμους, εξακολουθώντας να μην καταλαβαίνει.

«Επειδή ο κόμης του Μπέντγουιντριν με διέταξε να πάω», απάντησε τελικά ο Ίθαν και μετά γύρισε πάλι στο άλογο για να συνεχίσει τη δουλειά του.

Ο Λούθιεν δεν μπορούσε να βγάλει νόημα, κι έτσι δεν απάντησε, ούτε καν ανοιγόκλεισε τα μάτια.

»Θα είναι τιμή για την οικογένειά μας και για όλο το Μπέντγουιντριν — έτσι είπε ο Γκάχρις», συνέχισε ο Ίθαν.

Ο Λούθιεν κοίταξε προσεχτικά τον αδελφό του, και στην αρχή αισθάνθηκε ζήλια που ο Γκάχρις διάλεξε γι’ αυτή την εκστρατεία τον Ίθαν αντί για τον ίδιο. «Δεν θα σου ήταν πιο χρήσιμος ο Τυφλωτής, αν πηγαίνεις για να τιμήσεις τον Οίκο του Μπέντγουιντριν;» ρώτησε, προσέχοντας ότι το ξίφος στη ζώνη του Ίθαν δεν ήταν τίποτα το εξαιρετικό.

Ο Ίθαν τον κοίταξε πάλι με την ίδια έκφραση, ένα μείγμα κατάπληξης και συγκατάβασης. «Είναι δυνατό να είσαι τόσο απίστευτα αδαής για το τι συμβαίνει στον κόσμο;» ρώτησε, για να πάρει σαν απάντηση από τον Λούθιεν έναν ασυναίσθητο μορφασμό απορίας.

»Ο Γκάχρις», συνέχισε ο Ίθαν, «με στέλνει ακολουθώντας τις ψιθυριστές συμβουλές του Όμπρεϊ. Ο Γκάχρις με στέλνει να σκοτωθώ».

Ο αδιάφορος τρόπος του Ίθαν σοκάρισε τον Λούθιεν περισσότερο από τα λόγια του. Άρπαξε τον αδελφό του άγρια από τον ώμο και τον γύρισε προς το μέρος του.

«Δεν με θέλει για κληρονόμο», είπε ο Ίθαν, και ο Λούθιεν που θυμήθηκε την προηγούμενη συζήτηση με τον πατέρα του, δεν μπορούσε να διαφωνήσει. «Αλλά οι νόμοι είναι ξεκάθαροι. Είμαι ο μεγαλύτερος γιος, επομένως είμαι και ο διάδοχος του κόμη του Μπέντγουιντριν».

«Δεν αμφισβητώ τα δικαιώματα σου», απάντησε ο Λούθιεν, που δεν είχε καταλάβει ακόμη.

«Τα αμφισβητεί ο Γκάχρις», του εξήγησε ο Ίθαν. «Και, όπως φαίνεται, η φήμη ότι δεν είμαι πιστός στον δούκα και στον βασιλιά, ξεπέρασε τα όρια του Μπέντγουιντριν».

«Κι έτσι ο Γκάχρις σε στέλνει με τον στρατό για να δοξαστείς και να αποκαταστήσεις τη φήμη σου», είπε ο Λούθιεν, αν και υποψιαζόταν ότι η σκέψη του κινούνταν ακόμη προς λάθος κατεύθυνση.

«Και έτσι ο Γκάχρις με στέλνει για να σκοτωθώ», επανέλαβε επίμονα ο Ίθαν. «Είμαι πρόβλημα γι’ αυτόν. Ακόμη και ο Όμπρεϊ έχει ακούσει για μένα και καταλαβαίνει τις δυσκολίες που μπορεί να δημιουργηθούν αν γίνω κόμης. Ίσως να φταίει η καχυποψία μου, αλλά δεν πιστεύω ότι ο μοναδικός λόγος που ήρθε στο Μπέντγουιντριν ο ξάδελφος του δούκα Μόρκνεϊ ήταν για να δει μια μονομαχία».

«Πιστεύεις ότι Όμπρεϊ ήρθε μέχρι το Μπέντγουιντριν αψηφώντας τα κύματα της Θάλασσας Ντόρσαλ μόνο και μόνο για να σε διώξει από εδώ;»

«Όχι, δεν ήρθε μόνο γι’ αυτό, μικρέ μου αδελφέ», είπε ο Ίθαν και για πρώτη φορά ακούστηκε ένας τόνος συμπάθειας στη σκληρή φωνή του. «Μικρέ αδελφέ μου», συνέχισε, «που δεν γνώρισες ποτέ την ελευθερία, που έχεις ζήσει όλη σου τη ζωή κάτω από την κυριαρχία του Καρλάιλ και του Μόντφορτ!

Ο Λούθιεν συνοφρυώθηκε, εντελώς μπερδεμένος πια.

»Ο Όμπρεϊ έκανε περιοδεία στα βόρεια νησιά», του εξήγησε ο Ίθαν. «Πέρασε από το Κάριθ, το Μάρβις, το Μπέντγουιντριν και θα περάσει ακόμη από το Νταϊαμοντγκέιτ στην επιστροφή του. Ο σκοπός του ήταν να βεβαιωθεί ότι όλα είναι όπως πρέπει να είναι εδώ στα βόρεια, να διασφαλίσει τους φόρους του Μόρκνεϊ. Οι κυρίαρχοι δεν κάνουν “διακοπές”. Δουλεύουν πάντα, ζουν για να δουλεύουν, για να ενισχύσουν τη δύναμή τους. Η δύναμη είναι η ζωή τους. Ο Όμπρεϊ ήλθε στο Μπέντγουιντριν ενμέρει για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της δικής μου παρουσίας και, επίσης, επειδή ο δούκας δεν είχε “μάτια” εδώ. Αυτό το πρόβλημα λύθηκε». Ο Ίθαν είχε τελειώσει την προετοιμασία της σέλας και ανέβηκε στο άλογο.