Выбрать главу

Όμως, το κοντάρι της τρίαινας συνεχίζοντας την ορμητική, περιστροφική του κίνηση, χτύπησε πάλι τον Λούθιεν και τον πέταξε στο πλάι πριν προλάβει να προκαλέσει σοβαρή βλάβη στο μεγάλο, κόκκινο μάτι του Κυκλωπιανού, ο οποίος, πάντως, ζαλίστηκε αρκετά από το ισχυρό χτύπημα ώστε να σταματήσει την επίθεση.

Και ο Λούθιεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει.

Πήδησε προς το τζάκι. «Θα ’πρεπε να με αποτελείωνες όταν μπορούσες!» φώναξε αρπάζοντας τη δρακόμορφη λαβή του θρυλικού ξίφους του Μπέντγουιρ. Γέλασε και το τράβηξε με δύναμη ελευθερώνοντας το ξίφος — αλλά όχι εντελώς.

Τώρα γελούσε ο Κυκλωπιανός — και τον σημάδευε πάλι με την τρίαινα.

Ο Λούθιεν είχε απαγκιστρώσει το ξίφος από τον γάντζο που συγκρατούσε τη λαβή του, αλλά ο δεύτερος γάντζος, αυτός ο οποίος στήριζε την αιχμή, παρέμενε πεισματικά στον τοίχο. Ο Λούθιεν είχε μετατοπίσει το όπλο σε γωνία, αλλά η αιχμηρή του μύτη απλώς έσκαβε μια γραμμή στην πέτρα του τοίχου. Το τράβηξε πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Γύρισε λίγο για να ρίξει όλο του το βάρος στο επόμενο τράβηγμα και από αυτή τη θέση είδε τον Κυκλωπιανό να επιτίθεται.

Φώναξε τραβώντας με όλη του τη δύναμη, ώσπου το ξίφος ελευθερώθηκε από τον γάντζο. Ο Λούθιεν γύρισε και το κατέβασε ορμητικά, χτυπώντας δυνατά την άκρη της τρίαινας μια στιγμή πριν βυθιστεί στο στήθος του. Και οι δύο αντίπαλοι ήταν τώρα εκτός θέσης μάχης, με τα όπλα τους σε τέτοια γωνία ώστε δεν μπορούσαν να κάνουν αντεπίθεση, κι έτσι ο Λούθιεν πήρε φόρα στηρίζοντας το ένα πόδι του στο σκαλοπάτι του τζακιού και όρμησε με όλη του τη δύναμη. Έπεσε πάνω στον αντίπαλό του για να κυλιστούν και οι δύο την ίδια στιγμή στο δάπεδο.

Ο Λούθιεν πετάχτηκε πάνω γρήγορος σαν γάτα. Γύρισε και εξαπέλυσε ένα καθοδικό χτύπημα, αλλά είδε έκπληκτος την τρίαινα να υψώνεται αστραπιαία και να τον απωθεί, ενώ το ξίφος προσέκρουε στην εσοχή ανάμεσα στα δύο από τα τρία δόντια του όπλου. Με ένα γρύλισμα ο Κυκλωπιανός τον έσπρωξε προς το πλάι εξουδετερώνοντας εντελώς την επίθεσή του.

«Δεν είμαι άβγαλτος στην αρένα», καυχήθηκε ο μονόφθαλμος. «Ήμουν διοικητής στην Πραιτωριανή Φρουρά!» Παρευθύς ο Κυκλωπιανός εξαπέλυσε μια σειρά από επικίνδυνους λογχισμούς και προσποιήσεις, μισές περιστροφές της τρίαινας που έκαναν τον Λούθιεν να σκύβει για να αποφύγει ένα δεύτερο χτύπημα με το κοντάρι και, αμέσως κατόπιν, αντιστροφές που έφερναν πάλι την τρίαινα σε θέση λογχισμού. Ο Κυκλωπιανός ήταν εκπληκτικά ικανός με την τρίαινα, τη χειριζόταν σαν να ήταν ένα απλό ξίφος, κρατώντας τον Λούθιεν συνεχώς σε άμυνα.

Όμως, ούτε και ο νεαρός Μπέντγουιρ ήταν “άβγαλτος στην αρένα”. Οι αποκρούσεις του ήταν τέλειες και διόρθωνε τις κινήσεις του αστραπιαία αμέσως μόλις ο Κυκλωπιανός αντέστρεφε τις προσποιήσεις ή τις επιθέσεις του. Η τρίαινα δεν κατάφερε ούτε μια φορά να τον αγγίξει.

Ο Λούθιεν όμως ήξερε ότι αντιμετωπίζει δύσκολο αντίπαλο, γι’ αυτό ο σεβασμός του για τον Κυκλωπιανό μεγάλωνε με κάθε σύγκρουσή τους. Είχαν αρχίσει να κινούνται γοργά γύρω στο δωμάτιο και ο Λούθιεν, έχοντας πιο μικρό όπλο, αναπόφευκτα οπισθοχωρούσε κάνοντας κύκλους, ενώ ο Κυκλωπιανός τον πίεζε συνεχώς. Κάποια στιγμή ο Λούθιεν μπήκε πίσω από ένα ανάκλιντρο, που ήταν μια τέλεια προστατευτική ασπίδα για το σώμα του, από τη μέση και κάτω.

Χαμογέλασε καθώς παραμέρισε εύκολα έναν ψηλό λογχισμό και μετά κατέβασε το ξίφος μπλοκάροντας ένα χαμηλό χτύπημα και ακινητοποιώντας προσωρινά την τρίαινα πάνω στο ανάκλιντρο. Είδε την ταραχή να αυξάνεται στο πρόσωπο του Κυκλωπιανού και, όταν ο μονόφθαλμος εξαπέλυσε μια ξαφνική επίθεση, οπισθοχώρησε με τρόπο που φάνηκε σαν να ετοιμαζόταν να πηδήξει πάνω από το ανάκλιντρο.

Ο επιτιθέμενος σταμάτησε όμως, γιατί κατάλαβε ότι έτσι κι αλλιώς δεν θα προλάβαινε τον ευκίνητο Λούθιεν κι ότι, αν μπερδεύονταν τα πόδια του στο ανάκλιντρο, ο αντίπαλός του σίγουρα θα έβρισκε έναν τρόπο για να ωφεληθεί από το γεγονός. Προσπάθησε να παραμερίσει το ενοχλητικό εμπόδιο, αλλά ο Λούθιεν, εκμεταλλευόμενος το πλεονέκτημα που του προσέφερε το ανάκλιντρο, όρμησε πάλι μπροστά χτυπώντας με το ξίφος. Σχεδόν έκοψε το χέρι του Κυκλωπιανού κι έκανε ένα βαθύ σκίσιμο στο κάλυμμα του ανάκλιντρου.

«Αυτό δεν θα του αρέσει καθόλου του Γκάχρις», είπε ο Λούθιεν, προσπαθώντας να δείχνει στον αντίπαλό του όσο γίνεται πιο μεγάλη σιγουριά.

«Σίγουρα δεν θα του αρέσει όταν θα θάψει τον γιο του!» μούγκρισε ο Κυκλωπιανός ορμώντας πάλι μπροστά με έναν δυνατό λογχισμό. Περίμενε ότι ο Λούθιεν θα χτυπούσε πάλι την τρίαινα από πάνω προς τα κάτω για να την ακινητοποιήσει στο ανάκλιντρο, οπότε, αν εκείνος ενεργούσε έτσι, ο ίδιος είχε σκοπό να επιτεθεί και, σπρώχνοντας μπροστά το έπιπλο, να στριμώξει τον Λούθιεν στον τοίχο.