Την επόμενη στιγμή κόντεψε να τον καρφώσει μια αλαβάρδα καθώς ο άλλος Κυκλωπιανός πετάχτηκε πίσω από τα άλογα όπου ήταν κρυμμένος. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ο Λούθιεν για να την αποφύγει ήταν να ριχτεί κάτω από το άλογό του προς τα πίσω και στο πλάι. Προσγειώθηκε στο έδαφος με ένα δυνατό τράνταγμα, και ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν έχασε τις αισθήσεις του ήταν η γνώση ότι, αν λιποθυμούσε, ο Κυκλωπιανός θα τον σκότωνε. Συνέχισε επίσης να κρατά το τόξο και, όταν κατάφερε να σταθεί όρθιος, το περιέστρεψε μπροστά του αποκρούοντας την τελευταία στιγμή τον επόμενο λογχισμό της αλαβάρδας.
Ο Όλιβερ κατάφερε να μετακινήσει το πόνι του έτσι ώστε και οι δύο Κυκλωπιανοί που αντιμετώπιζε ήταν τώρα μπροστά του. Το ξίφος του κινιόταν αστραπιαία εδώ κι εκεί πάνω από το κεφάλι του αλόγου του αποκρούοντας το ένα χτύπημα μετά το άλλο. Ο χάφλινγκ προσπαθούσε να δείχνει αδιάφορος ή και βαριεστημένος ακόμη, στην πραγματικότητα όμως είχε αρχίσει να ανησυχεί σοβαρά. Οι δύο Κυκλωπιανοί ήταν αρκετά επιδέξιοι ξιφομάχοι και διέθεταν καλά όπλα. Όμως ο Όλιβερ δεν είχε επιζήσει δύο δεκαετίες σαν ληστής, χωρίς να έχει κάποια ατού κρυμμένα στα φουσκωτά, άσπρα μανίκια του.
«Πίσω σου!» φώναξε ξαφνικά, και ο ένας από τους Κυκλωπιανούς κόντεψε να πέσει στην προφανή παγίδα γυρίζοντας, σχεδόν, το κεφάλι για να κοιτάξει πάνω από τον ώμο του, κάτι που δεν είναι τόσο εύκολο, όταν έχεις μόνο ένα μάτι που βρίσκεται στη μέση του προσώπου σου!
Ο άλλος μονόφθαλμος συνέχισε την επίθεση χωρίς καν να ανοιγοκλείσει το μάτι του, ενώ ο ανόητος σύντροφός του διπλασιασε κι αυτός την ένταση των προσπαθειών του όταν κατάλαβε πόσο βλάκας είχε φανεί.
Ο Όλιβερ, βέβαια, ήξερε ότι οι Κυκλωπιανοί δεν επρόκειτο να ξεγελαστούν από αυτό το απλό τέχνασμα — και όχι μόνο αυτό, στην πραγματικότητα δεν ήθελε να ξεγελαστούν. «Πίσω σου!» φώναξε πάλι για να τους “κουρντίσει” λίγο ακόμη και να τους κάνει να νομίσουν ότι τους θεωρεί βλάκες. Όπως ήταν φυσικό, οι δύο Κυκλωπιανοί γρύλισαν και άρχισαν να τον πιέζουν ακόμη περισσότερο.
Ο Όλιβερ σπιρούνησε το κίτρινο πόνι, που όρμησε μπροστά, περνώντας ανάμεσα από τους δύο μονόφθαλμους. Αυτοί ήταν τόσο απορροφημένοι από την επίθεσή τους ώστε δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν αμέσως στον γρήγορο ελιγμό του Όλιβερ, που άφησε το χαλινάρι και, κυλώντας προς τα πίσω, πάνω στα καπούλια του πόνι, έκανε μία ολόκληρη τούμπα και προσγειώθηκε άνετα όρθιος. Οι Κυκλωπιανοί άρχισαν να στρέφονται όταν το άλογο είχε ήδη περάσει ανάμεσά τους, αλλά τώρα πια ήταν αργά, γιατί ο Όλιβερ πρόλαβε και έχωσε το ξίφος του βαθιά στον πισινό του ενός.
Ο Κυκλωπιανός ούρλιαξε. Την επόμενη στιγμή ένα χτύπημα από το ξίφος του Όλιβερ του πέταξε το όπλο από το χέρι.
«Ανόητο, μονόφθαλμο ζώο!» είπε περιφρονητικά ο χάφλινγκ, απλώνοντας τα χέρια σε μια χειρονομία κατάπληξης. «Εγώ, ο Όλιβερ ντε Μπάροους, είμαι τόσο ευγενικός ώστε σου είπα ότι θα σε χτυπήσω από πίσω!» Αμέσως μετά ο Όλιβερ πήρε στάση όπως στην κλασική ξιφασκία, με το ελεύθερο χέρι του στο γοφό. Έβγαλε μια ξαφνική κραυγή πηδώντας μπροστά σαν να ετοιμαζόταν να χτυπήσει, και τότε ο πληγωμένος Κυκλωπιανός γύρισε και το έβαλε στα πόδια ουρλιάζοντας και τρίβοντας τον τραυματισμένο πισινό του.
Ο άλλος Κυκλωπιανός, όμως, όρμησε πάλι εξαπολύοντας μια άγρια επίθεση.
«Βλέπω δεν είσαι συνετός σαν τον φίλο σου», τον πείραξε ο Όλιβερ αποκρούοντας ένα χτύπημα, σκύβοντας για να αποφύγει ένα δεύτερο και πηδώντας για να αποφύγει ένα τρίτο. «Δεν μπορείς να τα βγάλεις πέρα με τον Όλιβερ ντε Μπάροους!»
Ο Κυκλωπιανός συνέχισε την επίθεσή του με τέτοια μανία ώστε ο Όλιβερ άρχισε να οπισθοχωρεί. Μολονότι θα μπορούσε να είχε ήδη καρφώσει τον αντίπαλό του πολλές φορές, ήξερε ότι αν το έκανε, ο μονόφθαλμος θα προλάβαινε να τον χτυπήσει κι αυτός. Ο αντίπαλος ήταν δυνατός και το ξίφος του ήταν βαρύ σχεδόν όσο ολόκληρος ο Όλιβερ, ο οποίος ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο ένα μοιραίο γι’ αυτόν χτύπημα.
«Μπορεί και να έκανα λάθος», παραδέχτηκε ο χάφλινγκ ξιφομαχώντας μανιασμένα για να αναχαιτίσει την επίθεση του Κυκλωπιανού. Ξαφνικά, έβγαλε ένα κοφτό και διαπεραστικό σφύριγμα, αλλά ο Κυκλωπιανός δεν έδωσε σημασία.