Выбрать главу

Και τώρα υψωνόταν μπροστά στον δύστυχο Όλιβερ βράζοντας από οργή.

«Οι τσέπες σου φουσκώνουν από τα πετράδια μου, μικρέ κλέφτη!» βρυχήθηκε το τέρας και η δύναμη της ανάσας του έσπρωξε απότομα το καπέλο του Όλιβερ στο πίσω μέρος του κεφαλιού του.

Ο Όλιβερ έφερε ασυναίσθητα τα χέρια στις τσέπες του. Είχε κρατήσει αρκετά την ψυχραιμία του ώστε να παραμερίσει από τις στάχτες και να απομακρυνθεί έτσι από το μοναδικό σημείο του θαλάμου που ήταν σχετικά άδειο από θησαυρούς.

Ο Λούθιεν κοίταζε με ανοιχτό το στόμα, κατάπληκτος που αυτό το ερπετοειδές τέρας είχε μιλήσει. Φυσικά οι δράκοντες στους αρχαίους θρύλους μιλούσαν στους ήρωες, αλλά ο Λούθιεν πίστευε ότι αυτό ήταν απλώς μια υπερβολή των αφηγητών. Το να ακούς ένα τέτοιο τέρας, μια γιγάντια φτερωτή σαύρα να μιλάει τη γλώσσα της χώρας, ήταν ίσως το πιο παράξενο απ’ όλα.

«Λοιπόν;» συνέχισε ο δράκος κοιτάζοντας ακόμη μόνο τον Όλιβερ, σαν να μην είχε προσέξει καν τον Λούθιεν. «Δεν θα εκλιπαρήσεις τον κραταιό Βαλτάσαρ να σου χαρίσει την αξιολύπητη ζωή σου;»

«Το μόνο που θέλω είναι να κοιτάξω αυτό το μεγαλείο μπροστά μου», απάντησε ξαφνικά ο Όλιβερ. «Ήρθα πιστεύοντας ότι θα βρω έναν θησαυρό, και αυτός είναι πραγματικά εκπληκτικός.

Ο Λούθιεν δεν μπορούσε να πιστέψει στα αυτιά του. Ήταν απίστευτο που ο Όλιβερ είχε το θράσος να αναφερθεί στον θησαυρό τη στιγμή που είχε, προφανώς, ένα μέρος του στις τσέπες του, και ακόμη πιο απίστευτο που ο φίλος του είχε καταφέρει να ξαναβρει τη φωνή του μπροστά στον δράκο!

»Αλλά δεν ήταν η προοπτική ανακάλυψης του θησαυρού σου που με έφερε εδώ, πανίσχυρε Βαλτάσαρ», συνέχισε ο Όλιβερ προσπαθώντας να δείχνει ήρεμος. «Ήρθα φυσικά για να σε δω. Για να απολαύσουν τα μάτια μου το μεγαλείο των θρύλων. Κοιμόσουν αρκετούς αιώνες — δεν υπάρχουν πια πολλοί δράκοι στους καιρούς μας».

«Αν υπήρχαν πιο πολλοί δράκοι, θα υπήρχαν λιγότεροι κλέφτες!» απάντησε ο δράκος και ο Λούθιεν πρόσεξε ότι η φωνή του ήταν πιο ήρεμη αυτήν τη φορά. Φαίνεται ότι οι φιλοφρονήσεις του Όλιβερ τον είχαν αγγίξει, κάπως. Ο Λούθιεν είχε ακούσει για τη ματαιοδοξία των δρακόντων — και σύμφωνα με τους θρύλους, όσο μεγαλύτερος ο δράκοντας τόσο μεγαλύτερη η έπαρσή του.

«Δεν μπορώ παρά να δεχτώ αδιαμαρτύρητα αυτό τον χαρακτηρισμό σου», είπε ο Όλιβερ αρχίζοντας να αδειάζει τις τσέπες του. Νομίσματα και πετράδια έπεφταν αναπηδώντας στο έδαφος μπροστά του. «Δεν ήξερα όμως αν υπάρχεις ακόμη. Βρήκα μόνο μια χελώνα στη λίμνη, όχι μακριά από εδώ. Δεν ήταν πολύ σπουδαίο θηρίο, αλλά δεν είχα δει ποτέ μου δράκοντα και σκέφτηκα ότι μπορεί να ήσουν εσύ.

Τα μάτια του Λούθιεν άνοιξαν διάπλατα, όπως και του δράκοντα άλλωστε, και ο νεαρός νόμισε ότι το τέρας θα απλώσει το φιδίσιο λαιμό του για να καταπιεί τον Όλιβερ ολόκληρο.

»Μπορείς να φανταστείς τη μεγάλη μου απογοήτευση», συνέχισε ο Όλιβερ πριν κινηθεί ο δράκος. «Είχα ακούσει τόσα πολλά για τον Βαλτάσαρ, αν όμως ήσουν εκείνη η χελώνα, δεν νομίζω ότι θα σου άξιζε ένας τέτοιος θησαυρός. Τώρα βλέπω το λάθος μου, φυσικά». Ο χάφλινγκ έβαλε το χέρι του βαθιά σε μια τσέπη, έβγαλε ένα μεγάλο πετράδι σαν να ήθελε να τονίσει τα λόγια του και το πέταξε ήρεμα στον κοντινότερο σωρό των θησαυρών.

Το κεφάλι του Βαλτάσαρ ταλαντευόταν αργά μπρος-πίσω, σαν να μην ήξερε πώς να αντιδράσει. Σταμάτησε ξαφνικά την κίνησή του και μύρισε τον αέρα, προφανώς πιάνοντας μια ακόμα ανθρώπινη οσμή.

»Δεν θέλω να διαταράξω τον ύπνο σου, ούτε να πειράξω τον θησαυρό σου», είπε γρήγορα ο Όλιβερ έχοντας χάσει λίγο τη φαινομενική του ηρεμία. «Ήλθα μόνο για να σε δω, για να αντικρίσω το μεγαλείο ενός πραγματικού δράκοντα μια φορά στη ζωή μου…»

«Ψεύτη!» βροντοφώναξε ο Βαλτάσαρ, και ο Λούθιεν αισθάνθηκε να τον πονούν τα αυτιά του από τη δύναμη της φωνής του δράκου. «Ψεύτη και κλέφτη!»

«Αν με κάψεις, θα καταστρέψεις και κάμποσον χρυσό!» φώναξε ο Όλιβερ, πηδώντας μπροστά στον σωρό των νομισμάτων. «Αξίζω ένα τέτοιο τίμημα;»

Αλλά ο Βαλτάσαρ δεν έδειχνε να ανησυχεί πολύ για τον θησαυρό του. Ο Λούθιεν είχε την εντύπωση ότι το τέρας χαμογελούσε. Έστρεψε το κεφάλι του για να ευθυγραμμίσει τα τεράστια σαγόνια του με τον Όλιβερ και καμπούριασε τους θωρακισμένους ώμους του μαζεύοντας λίγο τον λαιμό του.