«Ο βάρβαρος θα τον συντρίψει», είπε η Ελένια.
«Αυτά τα μάτια δείχνουν μεγάλη σύνεση, δεν θα πέσουν στις πρωτόγονες παγίδες ενός άγριου», απάντησε η Αβονίζ. Ξαφνικά πετάχτηκε από το κάθισμά της, πήγε στα κάγκελα του θεωρείου και πέταξε στην αρένα ένα εξαιρετικό μαντίλι από καμπρέ.
«Λούθιεν Μπέντγουιρ», φώναξε, «είσαι υπέρμαχός μου! Αν πολεμήσεις καλά, θα δρέψεις τις ανταμοιβές σου!»
Ο Γκάχρις κοίταξε τον Όμπρεϊ άναυδος με την ωμή και προκλητική συμπεριφορά της γυναίκας. Ήταν σίγουρος ότι ο υποκόμης θα έβραζε από θυμό κι όμως, του φάνηκε ότι έδειχνε περισσότερο ανακουφισμένος παρά θυμωμένος.
Η Ελένια, μη θέλοντας να μείνει πίσω, έτρεξε κι αυτή στα κάγκελα και πέταξε το δικό της μαντίλι, φωνάζοντας στον Ρόγκαρ να έλθει να το πάρει για να γίνει υπέρμαχός της.
«Ούτε καν θα λερωθεί», καυχύθηκε ο Λούθιεν.
«Να λερωθεί όχι, απλώς θα ματωθεί», απάντησε ο Γκαρθ Ρόγκαρ προκαλώντας χαχανητά στην Ελένια.
Ο Λούθιεν πρόλαβε γρήγορα τον αντίπαλό του καθώς ο Γκαρθ Ρόγκαρ επέστρεφε στο κέντρο της αρένας. Φόρεσαν και οι δύο τα κράνη τους. «Κι έτσι, τώρα διακυβεύονται πιο πολλά», είπε ο νεαρός Μπέντγουιρ.
«Δε θα έπρεπε να σκέφτεσαι τις απολαύσεις, όταν έχεις αγώνα μπροστά σου», είπε ο Ρόγκαρ και, μόλις ο αρενάρχης χτύπησε τα χέρια του για να αρχίσει ο αγώνας, ο βάρβαρος όρμησε μπροστά σημαδεύοντας με τη μακριά λόγχη του την κοιλιά του Λούθιεν κι αποσκοπώντας σε μια εύκολη νίκη.
Ο Λούθιεν αιφνιδιάστηκε από την τολμηρή επίθεση. Έπεσε στο πλάι και απομακρύνθηκε κυλώντας, παρ’ όλα αυτά όμως δεν μπόρεσε να αποφύγει μια γρατζουνιά στον γοφό.
Ο Γκαρθ Ρόγκαρ έκανε πίσω και ύψωσε τα χέρια του σαν να είχε νικήσει. «Να που λερώθηκε!» φώναξε δείχνοντας το μαντίλι της Αβονίζ.
Η Ελένια στρίγγλισε από χαρά αδιαφορώντας για το άγριο βλέμμα της Αβονίζ.
Ο Λούθιεν πέρασε στην επίθεση σκυμμένος τόσο χαμηλά ώστε χρειάστηκε να στηριχθεί πάνω στην ασπίδα για να μην πέσει. Το ξίφος του κινήθηκε για να σαρώσει τα πόδια του Γκαρθ, αλλά αυτός πήδησε αμέσως πίσω και το απέφυγε. Ο Λούθιεν συνέχισε την επίθεση ξέροντας ότι αν σταματούσε, ο αντίπαλός του που έστεκε από πάνω του, σίγουρα θα τον σφυροκοπούσε με όλη του την άνεση.
Ήταν γρήγορος, χτυπούσε συνέχεια με το ξίφος από δεξιά κι αριστερά αναγκάζοντας τον Γκαρθ Ρόγκαρ να πηδάει για να το αποφύγει. Τελικά ο Γκαρθ υποχρεώθηκε να κατεβάσει τη λόγχη ίσια κάτω για να εμποδίσει ένα χτύπημα που θα τον έβρισκε στο γόνατο. Αμέσως ο Λούθιεν πετάχτηκε πάνω και, επειδή δεν προλάβαινε να ευθυγραμμίσει πάλι το ξίφος του, χτύπησε δυνατά τον αντίπαλό του στο στήθος και το πρόσωπο με την ασπίδα.
Ο Ρόγκαρ οπισθοχώρησε παραπατώντας, ενώ έτρεχε αίμα από τη μύτη και από τη μια άκρη των χειλιών του, αλλά χαμογελούσε. «Καλή κίνηση!» είπε. Ο Λούθιεν υποκλίθηκε όπως επέβαλε η περίσταση και τότε ο Γκαρθ όρμησε πάλι με ένα μουγκρητό.
Ο Λούθιεν όμως ήταν έτοιμος για εκείνη την αναμενόμενη κίνηση. Το ξίφος του άστραψε παραμερίζοντας τη λόγχη και αμέσως, εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, πλησίασε τον Ρόγκαρ και τον χτύπησε πάλι με την ασπίδα, αυτήν τη φορά απλώς με μια λοξή κρούση, χωρίς μεγάλη δύναμη.
Ο Ρόγκαρ αντεπιτέθηκε αμέσως, αγκάλιασε με το ελεύθερο χέρι του τον Λούθιεν και τον χτύπησε δυνατά με το γόνατο στον μηρό. Εκείνος απομακρύνθηκε παραπατώντας και ο Ρόγκαρ εκείνη τη στιγμή είχε τη δυνατότητα να νικήσει, αλλά ο αντίπαλός του ήταν γρήγορος και πεπειραμένος: ένα διαγώνιο χτύπημα με το ξίφος αυλάκωσε το γόνατο του Ρόγκαρ σταματώντας την επίθεση του γίγαντα.
Γύρισαν πάλι αντιμέτωποι και όρμησαν ξανά, πολεμώντας όλο περηφάνια και αγάπη για την τέχνη της μονομαχίας. Ξίφος και λόγχη διασταυρώνονταν και αλληλοαποκρούονταν. Ο Λούθιεν έκανε συνεχείς επιθέσεις με την ασπίδα ενώ ο Ρόγκαρ απαντούσε με την τεράστια γροθιά του.
Ο Γκάχρις δεν είχε ξαναδεί τον γιο του και, ακόμη περισσότερο τον Γκαρθ Ρόγκαρ, να πολεμούν καλύτερα. Χαμογελούσε πλατιά γεμάτος περηφάνια, γιατί και ο Γουίλμον και ο Όμπρεϊ είχαν απορροφηθεί εντελώς από τη μονομαχία ζητωκραυγάζοντας σε κάθε επιδέξια επίθεση ή κάθε απόκρουση της τελευταίας στιγμής. Όμως οι φωνές των ανδρών δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τις στριγγλιές των γυναικών, καθώς η Αβονίζ και η Ελένια παρότρυναν τους μαχητές τους. Οι γυναίκες δεν ήξεραν πολλά πράγματα από μονομαχίες, γι’ αυτό πολλές φορές νόμιζαν ότι η σύγκρουση είχε τελειώσει, ότι ο ένας από τους δύο αντιπάλους είχε κερδίσει ένα ακατανίκητο πλεονέκτημα.
Όμως οι δύο μονομάχοι ήταν ισάξιοι και καλά εκπαιδευμένοι. Ήταν πάντα έτοιμοι να αποκρούσουν με την άμυνά τους τις επιθέσεις του αντιπάλου.