Αμέσως προσγειώθηκαν κι οι τρεις τους κι ο Χάρι έτρεξε προς την πόρτα, με το πουλί-κλειδί να σπαρταρά στο χέρι του. Το έβαλε με δύναμη στην κλειδαριά, το γύρισε βιαστικά κι η πόρτα άνοιξε. Ξάφνου το πουλί-κλειδί βγήκε μόνο του από την κλειδαριά και πέταξε μακριά. Ήταν ακόμη πιο στραπατσαρισμένο απ' ό,τι προηγουμένως.
«Έτοιμοι;» ρώτησε ο Χάρι.
Κι όταν οι άλλοι δυο απάντησαν καταφατικά, άνοιξε διάπλατα την πόρτα.
Το επόμενο δωμάτιο ήταν τόσο σκοτεινό, που δεν έβλεπαν τίποτα. Καθώς όμως έκαναν ένα διστακτικό βήμα μέσα, φως πλημμύρισε απότομα το δωμάτιο, αποκαλύπτοντας ένα απίστευτο θέαμα.
Μια τεράστια σκακιέρα ήταν εκεί, μπροστά τους! Τα μαύρα πιόνια, όλα πολύ ψηλά, έμοιαζαν σαν φτιαγμένα από μαύρη πέτρα. Όσο για τα λευκά στην άλλη μεριά της σκακιέρας... Τα τρία παιδιά ένιωσαν ένα ρίγος να τα διαπερνά. Τα λευκά πιόνια δεν είχαν πρόσωπα!
«Και τώρα τι κάνουμε;» ψιθύρισε ο Χάρι.
«Είναι ολοφάνερο», αποκρίθηκε ο Ρον. «Πρέπει να πάμε απέναντι παίζοντας σκάκι!»
Πίσω από τα λευκά πιόνια, μια πόρτα φαινόταν καθαρά στον τοίχο.
«Μα... πώς;» ρώτησε ανήσυχη η Ερμιόνη.
«Νομίζω...» απάντησε διστακτικά ο Ρον, «πως θα πρέπει να γίνουμε κι εμείς πιόνια...»
Κατόπιν πλησίασε το μαύρο άλογο κι ακούμπησε ελαφρά το χέρι του επάνω του. Αμέσως το άλογο ζωντάνεψε κι άρχισε να χτυπά τις οπλές του κάτω, ενώ ο ιππότης γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος του Ρον.
«Πρέπει να... πρέπει να παίξουμε μαζί σας, για να πάμε απέναντι;» τον ρώτησε ο Ρον.
Το μαύρο άλογο κούνησε καταφατικά το κεφάλι. Ο Ρον γύρισε στους άλλους δυο.
«Αυτό χρειάζεται σκέψη...» τους είπε. «Φαντάζομαι πως... θα πρέπει να πάρουμε τη θέση τριών από τα μαύρα πιόνια...»
Ο Χάρι κι η Ερμιόνη έμεναν σιωπηλοί, κοιτάζοντας τον Ρον, που σκεφτόταν. Μετά από λίγο, εκείνος τους είπε: «Ελπίζω τώρα να μη με παρεξηγήσετε, αλλά... κανείς από τους δυο σας δεν τα καταφέρνει καλά στο σκάκι...»
«Δε σε παρεξηγούμε», βιάστηκε να τον βεβαιώσει ο Χάρι. «Πες μας τι πρέπει να κάνουμε...»
«Τότε εσύ, Χάρι, πάρε τη θέση αυτού του αξιωματικού. Κι εσύ, Ερμιόνη, πήγαινε να σταθείς δίπλα του, στη θέση αυτού του πύργου...» είπε ο Ρον.
«Κι εσύ τι θα κάνεις;» τον ρώτησαν ταυτόχρονα τα δυο παιδιά.
«Εγώ θα γίνω άλογο», αποκρίθηκε ο Ρον.
Τα πιόνια φαίνεται πως παρακολουθούσαν τη συζήτηση των παιδιών, γιατί, ακούγοντας τα, ένας αξιωματικός, ένας πύργος κι ένα άλογο βγήκαν αμέσως από τη σκακιέρα, αφήνοντας τρεις άδειες θέσεις, τις οποίες έπιασαν αντίστοιχα ο Χάρι, η Ερμιόνη και ο Ρον.
«Στο σκάκι», είπε ο Ρον, κοιτάζοντας την απέναντι πλευρά, «τα άσπρα παίζουν πάντα πρώτα. Να...δείτε εκεί!»
Ένα άσπρο πιόνι είχε πάει δύο τετράγωνα μπροστά.
Ο Ρον άρχισε αμέσως να δίνει διαταγές στα μαύρα πιόνια, που πήγαιναν υπάκουα όπου τα έστελνε. Ο Χάρι παράκολουθουσε μ' αγωνία κι ένιωθε τα γόνατα του να τρέμουν. Τι θα γινόταν, αν έχαναν;
«Χάρι!» είπε ξαφνικά ο Ρον. «Πήγαινε τέσσερα τετράγωνα διαγώνια...»
Ο Χάρι υπάκουσε και ξανάρχισε να περιμένει. Το πρώτο σοκ ήρθε, όταν οι αντίπαλοι πήραν το άλλο τους άλογο. Η άσπρη βασίλισσα το έριξε κάτω και μετά το τράβηξε έξω από τη σκακιέρα, αφήνοντας το ακίνητο.
«Έπρεπε να γίνει αυτό», είπε ο Ρον, δείχνοντας όμως ταραγμένος. «Σου δίνει την ευκαιρία να πάρεις αυτόν τον αξιωματικό. Ερμιόνη, εμπρός, πήγαινε!»
Η παρτίδα συνεχιζόταν. Κάθε φορά που κάποιο από τα μαύρα πιόνια χανόταν, η αντίπαλη πλευρά το έβγαζε έξω από τη σκακιέρα. Σύντομα ένας σωρός από ακίνητα μαύρα πιόνια σχηματίστηκε σε μιαν άκρη. Ο Χάρι και η Ερμιόνη κινδύνεψαν δυο φορές. Ο Ρον, κάνοντας τις σωστές κινήσεις, τους έσωσε. Όσο για τον ίδιο τον Ρον, έπαιζε με μαεστρία, μ' αποτέλεσμα να έχει προκαλέσει σχεδόν ισοδύναμες απώλειες στην άσπρη πλευρά.
«Κοντεύουμε να τα καταφέρουμε», μουρμούρισε κάποια στιγμή. «Αφήστε με να σκεφτώ... να σκεφτώ...»
Την ίδια στιγμή η άσπρη βασίλισσα γύρισε προς το μέρος του.
«Ναι...» είπε ψιθυριστά ο Ρον. «Ναι, ναι... αυτός είναι ο μόνος τρόπος... Πρέπει ν' αφήσω να με πάρουν...»
«Όχι!» φώναξαν μαζί η Ερμιόνη και ο Χάρι.
«Έτσι είναι το σκάκι!» τους έκοψε απότομα ο Ρον. «Για να κερδίσεις, πρέπει να κάνεις θυσίες! Θα κάνω λοιπόν ένα βήμα μπροστά κι εκείνη θα με πάρει... Έτσι εσύ, Χάρι, είσαι ελεύθερος να κάνεις ματ στο βασιλιά τους!»
«Μα...» άρχισε να λέει ο Χάρι.
«Θέλεις να σταματήσεις τον Σνέιπ, ναι ή όχι;» τον ρώτησε ο Ρον.
«Βέβαια, Ρον. Αλλά...» του απάντησε ο Χάρι.
«Αν δεν κάνουμε γρήγορα, μπορεί να έχει κιόλας πάρει την πέτρα στα χέρια του!» είπε ο Ρον.
Ο Χάρι έσκυψε το κεφάλι.
«Έτοιμοι;» φώναξε ο Ρον, χλομός αλλά αποφασισμένος. «Λοιπόν, ξεκινάω! Εσείς οι δυο, μόλις κερδίσουμε, φύγετε αμέσως!»