Выбрать главу

«Ψεύτη!» φώναξε δυνατά ο Χάρι κι έκανε άλλο ένα βήμα πίσω.

Ο Κούιρελ άρχισε κι αυτός να περπατά με την όπισθεν, έτσι που ο Βόλντεμορτ να μπορεί να βλέπει τον Χάρι. Το φρικτό του πρόσωπο χαμογελούσε τώρα σατανικά.

«Πόσο συγκινητικό!...» είπε ειρωνικά. «Πάντα εκτιμούσα το θάρρος... Ναι, μικρέ, οι γονείς σου ήταν θαρραλέοι... Πρώτα σκότωσα τον πατέρα σου, αφού πάλεψε σκληρά μαζί μου. Η μητέρα σου, όμως, δε χρειαζόταν να πεθάνει. Ήθελε να σε προστατέψει και... Δώσε μου τώρα την πέτρα, αν δε θέλεις ν' αποδειχτεί μάταιος ο θάνατος της...»

«Ποτέ!» φώναξε ο Χάρι κι έκανε ένα πήδημα προς τη φλεγόμενη πόρτα. Ο Βόλντεμορτ φώναξε «Πιάσ' τον!»

Την άλλη στιγμή ο Χάρι ένιωσε το χέρι του Κούιρελ στο μπράτσο του. Αμέσως ένιωσε έναν τρομερό πόνο στο κεφάλι του, εκεί ακριβώς όπου είχε το σημάδι. Νόμισε πως το κεφάλι του θα κοβόταν στα δύο, αλλά συνέχισε να παλεύει με όλη του τη δύναμη και... ξαφνικά... ο Κούιρελ του άφησε το μπράτσο. Ο πόνος στο μέτωπο του λιγόστεψε μονομιάς. Ζαλισμένος ακόμη, κοίταξε γύρω του για να δει πού βρισκόταν ο εχθρός του. Κι είδε τον Κούιρελ λίγο πιο πέρα, διπλωμένο στα δύο από τον πόνο, να κοιτά τα δάχτυλα του, που τσουρουφλίζονταν μπροστά στα μάτια του.

«Πιάσ' τον! Πιάσ' τον!» ούρλιαξε πάλι ο Βόλντεμορτ.

Ο Κούιρελ όρμησε πάλι επάνω στον Χάρι. Τον έσπρωξε με δύναμη, τον έριξε κάτω κι έπεσε ολόκληρος από πάνω του, σφίγγοντας και τα δυο του χέρια γύρω από το λαιμό του Χάρι. Ο πόνος στο μέτωπο του Χάρι ξαναγύρισε, σχεδόν τυφλώνοντας τον... Παρ' όλ' αυτά, άκουγε καθαρά τον Κούιρελ να ουρλιάζει από πόνο...

«Κύριε, δεν μπορώ να τον κρατήσω...» τον άκουσε να φωνάζει. «Τα χέρια μου... τα χέρια μου...»

Κι ενώ ο Κούιρελ συνέχιζε να κρατά με το βάρος του ακίνητον τον Χάρι στο πάτωμα, τραβάει ξαφνικά τα χέρια του από το λαιμό του Χάρι και τα φέρνει κοντά στο πρόσωπο του. Τα χέρια του Κούιρελ ήταν αληθινά καμένα, κόκκινα σε μερικά σημεία και κατάμαυρα σ' άλλα...

«Τότε σκότωσε τον, βλάκα!» ούρλιαξε ο Βόλντεμορτ.

«Σκότωσέ τον! Τελείωνε!...»

Ο Κούιρελ σήκωσε με δυσκολία ψηλά το ένα από τα δυο καμένα χέρια του, για να τον καταραστεί με μια θανάσιμη κατάρα. Σαν από ένστικτο, ο Χάρι άπλωσε το δικό του χέρι κι άρπαξε τον Κούιρελ από το πρόσωπο.

«Αααα!» ούρλιαξε ο Κούιρελ και γλίστρησε από πάνω του, ενώ τώρα και το πρόσωπο του είχε αρχίσει να τσουρουφλίζεται.

Τότε ο Χάρι κατάλαβε. Ήταν το δικό του άγγιγμα που έκανε τον Κούιρελ να καίγεται! Και το μόνο που χρειαζόταν, ήταν να συνεχίσει να τον κρατά σφιχτά από το πρόσωπο, για να μην ξεστομίσει την κατάρα του.

Αναθαρρεμένος, ο Χάρι πετάχτηκε όρθιος, άρπαξε το μπράτσο του Κούιρελ και το έσφιξε μ' όλη του τη δύναμη. Ο Κούιρελ ούρλιαξε από πόνο και προσπάθησε να τον ρίξει κάτω... Ο πόνος στο μέτωπο του Χάρι δυνάμωσε πάλι... Δεν μπορούσε να δει καλά... Άκουγε μόνο τα ουρλιαχτά πόνου του Κούιρελ... και τη φωνή του Βόλντεμορτ που έλεγε «Σκότωσέ τον! Σκότωσέ τον!»...

Και μετά άλλες φωνές... ίσως να ήταν μέσα στο κεφάλι του... φωνές που έλεγαν «Χάρι! Χάρι!»

Ξαφνικά ένιωσε το μπράτσο του Κούιρελ να ελευθερώνεται με δύναμη απ' τα χέρια του... Σκέφτηκε πως όλα πια είχαν χαθεί... κι ένιωσε να πέφτει μέσα σε πυκνό σκοτάδι... κάτω... κάτω... όλο και πιο κάτω... Κάτι χρυσό γυάλιζε πάνω από το κεφάλι του. Η χρυσή μπάλα του κουίντιτς! Ο Χάρι προσπάθησε να την αρπάξει, αλλά τα μπράτσα του ήταν πολύ βαριά...

Ο Χάρι ανοιγόκλείσε μερικές φορές τα μάτια. Αυτό που έλαμπε από πάνω του δεν ήταν η χρυσή, αλλά ένα ζευγάρι γυαλιά... Τι παράξενο! Ανοιγόκλεισε πάλι τα μάτια του κι η χαμογελαστή μορφή του Ντάμπλντορ εμφανίστηκε μπροστά του.

«Καλησπέρα, Χάρι», του είπε.

Ο Χάρι τον κοίταξε μ' απορία. Τι ήθελε εδώ ο διευθυντής του «Χόγκουαρτς»; Μετά θυμήθηκε. «Κύριε!» φώναξε. «Η πέτρα! Ο Κούιρελ ήταν! Και την έχει τώρα! Γρήγορα, κύριε! Πρέπει να...»

«Ηρέμησε, μικρέ μου. Έχουν γίνει αρκετά που δεν ξέρεις», τον καθησύχασε ο Ντάμπλντορ. «Ο Κούιρελ δεν έχει τη φιλοσοφική λίθο!»

«Τότε ποιος την έχει;» ρώτησε μ' αγωνία ο Χάρι. «Γιατί εγώ...»

«Χάρι, ηρέμησε, σε παρακαλώ. Αλλιώς η κυρία Πόμφρι θα με διώξει από δω...»

Ο Χάρι ξεροκατάπιε και κοίταξε γύρω του. Θα πρέπει να Βρισκόταν στο νοσοκομείο του «Χόγκουαρτς», γιατί ήταν ξαπλωμένος σ' ένα στενό κρεβάτι με λευκά σεντόνια, ενώ στο μικρό τραπεζάκι δίπλα του ήταν αφημένα ένα σωρό γλυκά.

«Δώρα από τους φίλους και τους θαυμαστές σου», του εξήγησε ο Ντάμπλντορ. «Όσα έγιναν στα υπόγεια του κάστρου ανάμεσα σε σένα και τον Κούιρελ, παραμένουν μυστικό- κοινό μυστικό, δηλαδή όλο το σχολείο τα ξέρει. Νομίζω πως οι δυο δίδυμοι φίλοι σου, ο Φρεντ κι ο Τζορτζ Ουέσλι, προσπάθησαν να σου στείλουν ένα καπάκι τουαλέτας, με την εντύπωση ότι θα σε διασκέδαζε. Η κυρία Πόμφρι, όμως, δεν έχει καθόλου χιούμορ και το πέταξε στα σκουπίδια...»