Ο Χάρι πρόσεξε πως η ασημένια μεζούρα, η οποία τώρα μετρούσε γύρω απ' το κεφάλι του, το έκανε μόνη της, ενώ ο γερο-Ολιβάντερ κατέβαζε διάφορα κουτιά απ' τα ράφια του.
«Εντάξει, φτάνει!» είπε σε μια στιγμή κι αμέσως η ασημένια μεζούρα κουλουριάστηκε στο πάτωμα. «Λοιπόν, Χάρι Πότερ, για δοκίμασε αυτό. Από ξύλο καρυδιάς είναι. Είκοσι τρία εκατοστά και πολύ ευλύγιστο. Πάρ' το και κούνησε το μερικές φορές...»
Ο Χάρι πήρε με το δεξιό χέρι του το λεπτό ραβδί και, νιώθοντας λίγο ανόητος, το κούνησε μια-δυο φορές. Αμέσως ο Ολιβάντερ το άρπαξε απ' το χέρι του.
«Όχι αυτό», είπε. «Δοκίμασε ετούτο... από έβενο και είκοσι ένα εκατοστά...»
Ο Χάρι έπιασε το δεύτερο ραβδί, αλλά με την πρώτη κιόλας κίνηση, ο γέρος το άρπαξε πάλι απ' το χέρι του. Του έδωσε κατόπιν ένα άλλο ραβδί, μετά ένα άλλο κι ένα άλλο, αλλά τίποτα δε φαινόταν να τον ικανοποιεί.
«Δύσκολος πελάτης», είπε, μιλώντας περισσότερο στον εαυτό του. «Δεν πειράζει όμως, είμαι σίγουρος πως θα βρούμε το κατάλληλο... Για να δούμε τώρα... ίσως αυτό... γιατί όχι; Ασυνήθιστη πρώτη ύλη... από ξύλο ελάτου είναι... είκοσι οκτώ εκατοστά, αλλά πολύ ευλύγιστο...»
Ο Χάρι πήρε το ραβδί στο χέρι του. Αμέσως ένιωσε μια παράξενη ζέστη στα δάχτυλα του. Καθώς σήκωσε ψηλά το ραβδί και το κατέβασε με δύναμη, μια βροχή από πράσινες και κόκκινες σπίθες έφυγαν απ' την άκρη του και φώτισαν για μια στιγμή το μισοσκότεινο δωμάτιο. Ο Χάγκριντ άφησε να του ξεφύγει ένα επιφώνημα θαυμασμού κι ο Ολιβάντερ φώναξε χαρούμενος: «Μπράβο! Αυτό είναι! Τι περίεργο όμως, τι περίεργο...»
Κατόπιν πήρε το ραβδί απ' το χέρι του Χάρι, το έβαλε στο κουτί του κι άρχισε να το τυλίγει μουρμουρίζοντας: «Περίεργο όμως, πολύ περίεργο...»
«Συγγνώμη, αλλά τι είναι τόσο περίεργο;» τον ρώτησε ο Χάρι.
«Θυμάμαι κάθε μαγικό ραβδί που έχω πουλήσει και σε ποιον», αποκρίθηκε ο γέρος... «Κι είναι πολύ περίεργο που σου ταιριάζει αυτό εδώ το ραβδί, αφού το σχεδόν όμοιο του, ο δίδυμος αδελφός του, ας πούμε, είναι εκείνο που σου έκανε αυτό το σημάδι στο μέτωπο...»
Ο Χάρι ξεροκατάπιε.
«Το ραβδί διαλέγει το μάγο», συνέχισε ο Ολιβάντερ. «Να μην το ξεχνάς ποτέ αυτό, Χάρι Πότερ... Και νομίζω πως μπορούμε να περιμένουμε μεγάλα κατορθώματα από σένα... ναι, μεγάλα... Γιατί κι αυτός ο... ο Ξέρεις-Ποιος... έκανε μεγάλα πράγματα... Τρομερά βέβαια, αλλά μεγάλα...»
Ο Χάρι ένιωσε ένα δυνατό ρίγος να τον διαπερνά ολόκληρον και σκέφθηκε πως δεν ήταν καθόλου σίγουρος αν συμπαθούσε αυτόν τον κύριο Ολιβάντερ. Μετά πλήρωσε 7 γαλέρες για το ραβδί του κι ο παράξενος γέρος με τα φωτεινά μάτια τους συνόδεψε ως την πόρτα του μαγαζιού του. Ο απογευματινός ήλιος έγερνε προς τη δύση του, όταν ο Χάρι κι ο Χάγκριντ πήραν το δρόμο για να ξαναγυρίσουν στην αρχή της Διαγωνίου Αλέας. Πέρασαν πάλι το μαγικό άνοιγμα στον τοίχο και διέσχισαν το μπαρ «Ραγισμένο Τσουκάλι», που τώρα ήταν άδειο από πελάτες. Ο Χάρι δε μιλούσε καθώς περπατούσαν. Δεν πρόσεχε πόσο παράξενα τους κοίταζαν οι περαστικοί κι οι άλλοι επιβάτες του μετρό, έτσι φορτωμένοι όπως ήταν με τα παράξενα πακέτα τους και το κλουβί με την κοιμισμένη ακόμη, κάτασπρη κουκουβάγια. Ξαναγύρισε στην πραγματικότητα μόνον όταν ο Χάγκριντ τον οδήγησε στην πλατφόρμα απ' όπου θα ξεκινούσε το τρένο που θα τον έφερνε πίσω στους Ντάρσλι. Κάτι πήγε να πει τότε, αλλά ο γίγαντας τον πρόλαβε.
«Έχουμε λίγο καιρό, Χάρι, για ένα χάμπουργκερ. Ασφαλώς θα 'χεις πεινάσει...»
Μέσα στο σνακ-μπαρ, μασουλώντας το νόστιμο χάμπουργκερ, ο Χάρι ένιωθε παράξενα. Και προσπάθησε να το εξηγήσει στον Χάγκριντ.
«Αυτά ήταν τα καλύτερα γενέθλια της ζωής μου», είπε, «αλλά... να... όλοι αυτοί οι τύποι που συναντήσαμε σήμερα... όλοι με νομίζουν εξαιρετικό... εγώ όμως δεν ξέρω τίποτα από μαγείες και φίλτρα. Πώς μπορεί, λοιπόν, να περιμένουν μεγάλα πράγματα από μένα; Φαίνεται πως είμαι και διάσημος, αλλά εγώ δεν μπορώ να θυμηθώ για ποιο πράγμα είμαι διάσημος... Γιατί δεν έχω ιδέα τι συνέβη όταν ο Βολ... θέλω να πω, τη νύχτα που πέθαναν οι γονείς μου...»
Ο Χάγκριντ έσκυψε προς το μέρος του. Κάτω απ' τα πυκνά κι ανακατωμένα γένια, το χαμόγελο του ήταν στ' αλήθεια πολύ γλυκό.
«Μην ανησυχείς, Χάρι», του είπε. «Θα τα μάθεις όλα και σύντομα μάλιστα. Όλοι ξεκινούν αρχικά απ' το "Χόγκουαρτς" και μετά οι καλοί αρχίζουν να ξεχωρίζουν... Θα τα καταφέρεις, πίστεψε με... Προορίζεσαι για μεγάλα πράγματα κι αυτό είναι πάντα δύσκολο. Στο "Χόγκουαρτς", όμως, θα περάσεις καλά, σ' το ορκίζομαι. Κι εγώ καλά πέρασα... και περνώ ακόμη, για να πω την αλήθεια...»
Λίγο αργότερα ο Χάγκριντ έβαλε τον Χάρι και τα πακέτα του στο βαγόνι του τρένου. Προτού φύγει, του έδωσε κι έναν κλειστό φάκελο.
«Αυτό είναι το εισιτήριο σου για το "Χόγκουαρτς"», του είπε. «Την πρώτη Σεπτεμβρίου... Μην το ξεχάσεις!... Απ' το σταθμό του Κινγκς Κρος. Το γράφει και πάνω στο εισιτήριο! Αν έχεις προβλήματα με τους Ντάρσλι, στείλε μου ένα γράμμα με την κουκουβάγια σου. Θα ξέρει πού να με βρει... Και θα τα ξαναπούμε σύντομα, Χάρι...»