Το τρένο άρχισε να βγαίνει αργά απ' το σταθμό. Ο Χάρι δεν ήθελε να αποχωριστεί τον Χάγκριντ. Γι αυτό κόλλησε το πρόσωπο του στο τζάμι του τρένου και τον κοιτούσε, καθώς εκείνος στεκόταν στην πλατφόρμα κουνώντας του το χέρι. Μόλις όμως ο Χάρι ανοιγόκλεισε για πρώτη φορά τα βλέφαρα του, ο γίγαντας εξαφανίστηκε.
6. Το ταξίδι από την πλατφόρμα 9 και ¾
Ο τελευταίος μήνας που πέρασε ο Χάρι με τους Ντάρσλι δεν ήταν καθόλου ευχάριστος. Βέβαια ο Ντάντλι τον φοβόταν τώρα τόσο πολύ, που δεν έμενε ούτε στιγμή στο ίδιο δωμάτιο μαζί του, ενώ ο θείος Βέρνον κι η θεία Πετούνια δεν τον κλείδωναν πια στην αποθήκη, δεν τον ανάγκαζαν να κάνει πράγματα που δεν ήθελε, ούτε του έβαζαν τις φωνές. Γιατί δεν του μιλούσαν πια καθόλου! Μισοτρομαγμένοι και μισοθυμωμένοι, φέρονταν στον Χάρι λες και η καρέκλα στην οποία καθόταν ήταν άδεια. Και παρόλο που η καινούρια αυτή αντιμετώπιση είχε πολλά πλεονεκτήματα, γρήγορα έγινε γι' αυτόν πληκτική.
Ο Χάρι έμενε όσο περισσότερο μπορούσε στο δωμάτιο του, με την άσπρη κουκουβάγια του για συντροφιά. Είχε αποφασίσει να τη φωνάζει Χέντβιχ, ένα όνομα που είχε βρει στο Βιβλίο Η ιστορία της μαγείας. Τα βιβλία για το καινούριο σχολείο του είχαν πολύ ενδιαφέρον και περνούσε ώρες ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, διαβάζοντας ως αργά τη νύχτα, ενώ η Χέντβιχ πετούσε μέσα κι έξω απ' το ανοιχτό παράθυρο, όπως της άρεσε. Ευτυχώς η θεία Πετούνια δεν έμπαινε πια στο δωμάτιο του με την ηλεκτρική σκούπα, γιατί η Χέντβιχ έφερνε συνέχεια μέσα ψόφια ποντίκια, που ήταν το αγαπημένο της φαγητό. Και κάθε βράδυ προτού κοιμηθεί, ο Χάρι έσβηνε απ' το ημερολόγιο του τοίχου άλλη μια μέρα, μετρώντας πάλι όσες του απέμεναν ως την 1η Σεπτεμβρίου.
Την τελευταία ημέρα του Αυγούστου, ο Χάρι σκέφτηκε πως έπρεπε να κουβεντιάσει με το θείο και τη θεία του για το πώς θα πήγαινε το άλλο πρωί ως το σταθμό Κινγκς Κρος, απ' όπου θα ξεκινούσε το τρένο για το «Χόγκουαρτς». Κατέβηκε, λοιπόν, στο σαλόνι, όπου οι τρεις τους έβλεπαν τηλεόραση. Ξερόβηξε, για να τους δείξει πως ήταν εκεί. O Ντάντλι έβγαλε μια κραυγή τρόμου κι έφυγε τρέχοντας απ' το δωμάτιο.
«Εεε... θείε Βέρνον...» είπε ο Χάρι.
Ο θείος Βέρνον γρύλισε, για να δείξει ότι άκουγε.
«Αύριο... πρέπει να πάω στο Κινγκς Κρος... για το τρένο που θα με πάει στο "Χόγκουαρτς"...»
Ο θείος Βέρνον γρύλισε πάλι.
«Μήπως θα μπορούσατε να με πάτε ως εκεί με το αμάξι;» ρώτησε ο Χάρι.
Ο θείος Βέρνον γρύλισε και τρίτη φορά, τώρα όμως καταφατικά.
«Ευχαριστώ...»
Ο Χάρι ήταν έτοιμος να γυρίσει στο δωμάτιο του, όταν ο θείος Βέρνον μίλησε.
«Περίεργο να πηγαίνεις σε σχολείο για μάγους με το τρένο...» είπε ειρωνικά. «Τι πάθανε τα μαγικά χαλιά; Τους τρύπησαν τα λάστιχα;»
Ο Χάρι δε μίλησε.
«Και πού είναι αυτό το σχολείο;» ρώτησε ο θείος Βέρνον.
«Δεν ξέρω», αποκρίθηκε ο Χάρι, προσέχοντας για πρώτη φορά αυτή τη λεπτομέρεια. Βιαστικά, έβγαλε απ' την τσέπη του το εισιτήριο που του είχε δώσει ο Χάγκριντ. «Εδώ λέει πως πρέπει στις έντεκα το πρωί να πάρω το τρένο απ' την πλατφόρμα εννιά και τρία τέταρτα...» είπε κατόπιν.
Ο θείος κι η θεία του τον κοίταξαν κατάπληκτοι.
«Από ποια πλατφόρμα;»
«Εννιά και τρία τέταρτα...»
«Μη λες βλακείες!» είπε ο θείος Βέρνον. «Δεν υπάρχει πλατφόρμα εννιά και τρία τέταρτα!»
«Μα έτσι γράφει στο εισιτήριο μου...»
«Θεότρελοι είναι όλοι τους!» φώναξε ο θείος Βέρνον. «Κι εσύ μαζί τους! Περίμενε, όμως, και θα δεις τι σε περιμένει... Ωραία, λοιπόν, θα σε πάμε αύριο στο σταθμό. Πηγαίνουμε κι εμείς στο Λονδίνο, αλλιώς δε θα 'κανα τον κόπο...»
«Γιατί πηγαίνετε στο Λονδίνο;» ρώτησε ο Χάρι, προσπαθώντας να δώσει φιλικό τόνο στη συζήτηση.
«Πάμε τον Ντάντλι στο νοσοκομείο!» ούρλιαξε έξαλλος ο θείος Βέρνον. «Πρέπει να του κόψουν αυτή την καταραμένη γουρουνίσια ουρά, προτού πάει στο καινούριο του σχολείο!» Την άλλη μέρα ο Χάρι ξύπνησε στις πέντε το πρωί κι ήταν τόσο αναστατωμένος και νευρικός, που δεν μπορούσε να ξανακοιμηθεί. Σηκώθηκε, λοιπόν, και φόρεσε το τζιν παντελόνι του κι ένα καρό πουκάμισο. Δεν ήθελε να φτάσει στο σταθμό με το μανδύα του μάγου κι είχε αποφασίσει πως θα άλλαζε αργότερα, μέσα στο τρένο. Μετά ξαναδιάβασε τον κατάλογο που του είχε στείλει το «Χόγκουαρτς», για να είναι σίγουρος πως δεν είχε ξεχάσει τίποτα. Βεβαιώθηκε πως η Χέντβιχ ήταν καλά κλεισμένη στο κλουβί της και κοιμισμένη και μετά άρχισε να περπατά πάνω κάτω στο δωμάτιο, περιμένοντας να σηκωθούν οι Ντάρσλι. Δυο ώρες αργότερα η μεγάλη και βαριά βαλίτσα του Χάρι είχε φορτωθεί στο αμάξι του θείου Βέρνον. Η θεία Πετούνια είχε πείσει το γιο της να καθίσει στο πίσω κάθισμα μαζί με τον Χάρι. Έτσι ξεκίνησαν για το Λονδίνο.