Το διαπεραστικό Βλέμμα της καθηγήτριας σταμάτησε για λίγο στο μανδύα του Νέβιλ, που ήταν κουμπωμένος στραβά, και στη μουντζούρα στη μύτη του Ρον. Ο Χάρι προσπάθησε νευρικά να ισιώσει τ' ακατάστατα μαλλιά του.
«Θα ξαναγυρίσω όταν θα είμαστε έτοιμοι ν' αρχίσουμε», είπε η ΜακΓκόναγκαλ. «Σας παρακαλώ να περιμένετε ήσυχα».
Μόλις βγήκε από την αίθουσα, ο Χάρι κατάπιε τον κόμπο που είχε σταθεί στο λαιμό του.
«Με ποιον τρόπο μας διαλέγουν για τους διάφορους κοιτώνες;» ρώτησε κατόπιν τον Ρον.
«Με κάποιο τεστ, νομίζω», αποκρίθηκε εκείνος. «Ο αδελφός μου, ο Φρεντ, είπε πως πονάει πολύ, αλλά νομίζω ότι μου έκανε πλάκα...»
Η καρδιά του Χάρι αναπήδησε από φό6ο. Ένα τεστ, μπροστά σ' ολόκληρο το σχολείο... Αφού δεν ήξερε ακόμη να κάνει μαγικά... Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει; Δεν περίμενε κάτι τέτοιο και μάλιστα από την πρώτη κιόλας μέρα στο σχολείο... Ανήσυχος, κοίταξε γύρω του και είδε πως και τα άλλα παιδιά έδειχναν τρομοκρατημένα. Κανένα δε μιλούσε πολύ, εκτός από την Ερμιόνη Γκρέιντζερ, η οποία επαναλάμβανε γρήγορα όλα τα ξόρκια που είχε μάθει απέξω. Ο Χάρι προτίμησε να μην την ακούει. Ποτέ ως τώρα δεν είχε νιώσει τόσο νευρικός, ποτέ, ούτε κι όταν έπρεπε να πάει στους Ντάρσλι ένα σημείωμα από το διευθυντή του σχολείου, όπου τους έλεγε ότι ο ανιψιός τους είχε κάνει μπλε την περούκα ενός από τους δασκάλους. Το βλέμμα του Χάρι ήταν συνέχεια στηλωμένο στην κλειστή πόρτα από την οποία θα έμπαινε σε λίγο η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ και θα τον οδηγούσε στην καταστροφή του...
Ξαφνικά μερικά παιδιά πίσω του άρχισαν να ουρλιάζουν κι ο Χάρι τινάχτηκε τρομαγμένος.
«Μάτι...»
Η φράση του όμως έμεινε στη μέση και ούρλιαξε κι αυτός δυνατά, από τρόμο, καθώς καμιά εικοσαριά φαντάσματα περνούσαν μέσα από τον ένα τοίχο και έμπαιναν στην αίθουσα. Γκρίζα και λίγο διάφανα, γλιστρούσαν μέσα στο δωμάτιο κουβεντιάζοντας μεταξύ τους, χωρίς να δίνουν καμιά σημασία στους πρωτοετείς φοιτητές. Έμοιαζαν σαν να τσακώνονται. Μάλιστα το ένα από αυτά, ένας κοντόχοντρος καλόγερος, έλεγε: «Εγώ επιμένω πως πρέπει πάντα να ξεχνάμε και να συγχωρούμε. Νομίζω πως είναι καθήκον μας να του δώσουμε μια δεύτερη ευκαιρία...»
«Αγαπητέ μου καλόγερε, εγώ νομίζω πως δώσαμε στον Πιβς όλες τις ευκαιρίες που δικαιούται», αποκρίθηκε ένα άλλο από τα φαντάσματα. «Μ' αυτά που κάνει, θα μας βγάλουν κακό όνομα και... Μπα! Τι κάνετε εσείς εδώ;»
Το δεύτερο φάντασμα, αυτό που είχε μόλις απαντήσει στο πρώτο, φορούσε εφαρμοστή στολή ιππότη, μαύρη με δαντέλες στο λαιμό, και ήταν αυτό που πρόσεξε ξαφνικά τα τρομαγμένα παιδιά.
Κανένα δεν του απάντησε.
«Καινούριοι φοιτητές!» είπε ο χοντρός καλόγερος χαμογελώντας τους. «Φαντάζομαι πως θα περιμένετε για την επιλογή...»
Μερικά κεφάλια κουνήθηκαν καταφατικά.
«Ελπίζω να σας δω όλους στο Χάφλπαφλ!» συνέχισε ο καλόγερος. «Είναι ο παλιός μου κοιτώνας...»
«Ετοιμαστείτε!» ακούστηκε ξαφνικά μια αυστηρή φωνή. «Η τελετή της επιλογής αρχίζει!»
Η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ είχε ξαναγυρίσει στην αίθουσα και τα φαντάσματα έφυγαν Βιαστικά, περνώντας μέσα από τον απέναντι τοίχο.
«Λοιπόν, μπείτε σε μια γραμμή», είπε η καθηγήτρια, «κι ακολουθήστε με».
Νιώθοντας ξαφνικά τα πόδια του πολύ Βαριά, ο Χάρι μπήκε στη σειρά, πίσω από ένα αγόρι με ξανθά μαλλιά. Ο Ρον μπήκε πίσω του κι άρχισαν όλοι μαζί να βγαίνουν από το μικρό δωμάτιο, να διασχίζουν πάλι το χολ και να μπαίνουν στη μεγάλη τραπεζαρία.
Ο Χάρι δε θα είχε ποτέ φανταστεί ένα τόσο παράξενο κι εντυπωσιακό μέρος. Φωτιζόταν από χιλιάδες κεριά, που αιωρούνταν στον αέρα επάνω από τέσσερα μακριά τραπέζια, όπου οι υπόλοιποι φοιτητές κάθονταν κιόλας. Τα τραπέζια ήσαν στρωμένα με χρυσά πιάτα, μαχαιροπίρουνα και κύπελλα. Στο επάνω μέρος αυτού του τεράστιου δωματίου υπήρχε ένα ακόμη τραπέζι, όπου κάθονταν κιόλας όλοι οι καθηγητές. Η ΜακΓκόναγκαλ οδήγησε εκεί τους πρωτοετείς και τους έβαλε να σταθούν σε μια ίσια γραμμή, με τα πρόσωπα τους γυρισμένα προς τα γεμάτα τραπέζια και τους καθηγητές πίσω τους. Ο Χάρι σκέφτηκε πως τα δεκάδες πρόσωπα που τους κοίταζαν, έμοιαζαν με χλομά φανάρια μέσα στο φως των κεριών που τρεμόπαιζε. Αρκετά φαντάσματα ήταν σπαρμένα ανάμεσα τους. Περισσότερο για ν' αποφύγει αυτές τις εκατοντάδες περίεργα βλέμματα, ο Χάρι σήκωσε το δικό του βλέμμα ψηλά κι είδε από πάνω του ένα σκούρο ουρανό γεμάτο άστρα. Την ίδια στιγμή άκουσε την Ερμιόνη δίπλα του να ψιθυρίζει: «Έχουν κάνει μάγια, για να μοιάζει με τον αληθινό ουρανό. Το διάβασα στο βιβλίο Το Χόγκουαρτς κι η ιστορία του».