Выбрать главу

Τώρα μόνο δύο παιδιά είχαν μείνει για επιλογή. Ο Μπλεζ Σαμπίνι πήγε στο Σλίθεριν και η Λίζα Τάρπιν στο Ράβενκλοου.

Η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ τύλιξε τότε την περγαμηνή της και πήρε το καπέλο απ' το σκαμνί.

Ο Χάρι έριξε μια ματιά στο χρυσό πιάτο, που ήταν άδειο μπροστά του, κι απογοητεύτηκε. Μόλις τώρα καταλάβαινε πόσο πεινούσε. Τα γλυκά που είχε φάει με τον Ρον στο τρένο, ένιωθε σαν να τα είχε φάει σε κάποια άλλη ζωή.

Εκείνη τη στιγμή ο Άλμπους Ντάμπλντορ σηκώθηκε όρθιος. Η σιωπή έγινε αμέσως απόλυτη. Ο Ντάμπλντορ χαμογελούσε πλατιά, το πρόσωπο του έλαμπε κι είχε ανοίξει τα χέρια του διάπλατα. Ήταν φανερό πως τίποτα δεν τον ευχαριστούσε περισσότερο, απ' το να τους βλέπει όλους εκεί.

«Καλωσορίσατε!» τους φώναξε. «Καλωσορίσατε όλοι, για μια καινούρια χρονιά στο "Χόγκουαρτς"! Προτού αρχίσουμε το δείπνο μας, θα ήθελα να σας πω δυο λόγια, τα εξής: Βλάκας! Κλαψούρισμα! Παραξενιά! Τσίμπημα! Σας ευχαριστώ!»

Και κάθισε πάλι κάτω. Όλοι χειροκρότησαν και πολλοί φώναξαν «Ζήτω». Ο Χάρι, όμως, ένιωθε την επιθυμία να γελάσει.

«Μήπως είναι... λίγο τρελός;» ρώτησε τον Ρον.

«Τρελός;» είπε ο Ρον. «Μεγαλοφυία είναι! Ο καλύτερος μάγος στον κόσμο! Αλλά ναι, είναι και λίγο τρελός... Θέλεις πατάτες, Χάρι;»

Ο Χάρι κοίταξε μπροστά του και το στόμα του άνοιξε διάπλατα απ' την έκπληξη. Τα πιάτα στο τραπέζι ήταν τώρα γεμάτα και ποτέ στη ζωή του δεν είχε δει τόσα πολλά απ' τα αγαπημένα του φαγητά μαζί: ψητό του φούρνου με πατάτες, χοιρινό ψητό, κοτόπουλο ψητό, μπριζόλες και λουκάνικα στα κάρβουνα, πουρές, τηγανητές πατάτες, καρότα κι αρακάς, διάφορες σάλτσες, ακόμη και κέτσαπ!...

Οι Ντάρσλι δεν είχαν ποτέ αφήσει νηστικό τον Χάρι, αλλά και ποτέ δεν του έδιναν να φάει αρκετά για να χορτάσει. Όσο για τον Ντάντλι, έπαιρνε πάντα καθετί που άρεσε στον Χάρι, ακόμη κι αν θα του έφερνε βαρυστομαχιά. Έτσι ο Χάρι έβαλε τώρα στο πιάτο του απ' όλα κι άρχισε να τρώει με λαχτάρα. Κι ήταν όλα πολύ νόστιμα.

«Αυτό δείχνει πολύ καλό», είπε θλιμμένα το φάντασμα που καθόταν δίπλα του, δείχνοντας το λαχταριστό ψητό λουκάνικο στο πιάτο του Χάρι. Εκείνος κοίταξε το φάντασμα παραξενεμένος.

«Δηλαδή, εσύ δεν μπορείς...» ρώτησε ο Χάρι το φάντασμα.

«Έχω να φάω σχεδόν τετρακόσια χρόνια», αποκρίθηκε το φάντασμα. «Δε μου χρειάζεται Βέβαια, αλλά μερικά νόστιμα φαγητά πολύ μου λείπουν. Νομίζω, όμως, πως δε συστηθήκαμε ακόμη. Είμαι ο σερ Νίκολας ντε Μίμσι Πορπινιόν. Στη διάθεση σας. Μόνιμο φάντασμα στον κοιτώνα Γκρίφιντορ...»

«Ξέρω ποιος είσαι!» είπε ξαφνικά ο Ρον. «Ο αδελφός μου μου είπε για σένα. Είσαι ο Σχεδόν-Ακέφαλος-Νικ!»

«Θα προτιμούσα να με αποκαλούν σερ Νίκολας ντε...» άρχισε πειραγμένο το φάντασμα, αλλά ο ξανθός Σίμους Μίλιγκαν τον διέκοψε απότομα:

«Σχεδόν ακέφαλος; Πώς μπορεί κανείς να είναι σχεδόν ακέφαλος;»

Ο σερ Νίκολας έδειχνε τώρα πολύ ενοχλημένος. Έδειχνε να μην του αρέσει καθόλου η συζήτηση.

«Να, έτσι!» αποκρίθηκε νευριασμένος. Κι αρπάζοντας το αριστερό αφτί του, το τράβηξε δυνατά. Αμέσως ολόκληρο το κεφάλι του ξεκόλλησε απ' το λαιμό κι έπεσε στον ένα ώμο του, σαν να ήταν στερεωμένο με μεντεσέδες. Ήταν φανερό πως κάποιος είχε κάποτε προσπαθήσει να τον αποκεφαλίσει, αλλά πως δεν είχε κάνει σωστά τη δουλειά. Δείχνοντας τώρα ευχαριστημένος απ' την έκπληξη στα πρόσωπα γύρω του, ο Σχεδόν-Ακέφαλος-Νικ ξανάβαλε το κεφάλι του στην κανονική του θέση, ξερόβηξε και είπε: «Λοιπόν, καινούρια παιδιά του Γκρίφιντορ! Ελπίζω πως θα μας Βοηθήσετε να πάρουμε φέτος το πρωτάθλημα του σχολείου... Ποτέ δεν πέρασε τόσος καιρός χωρίς ο κοιτώνας μας να κερδίσει. Το Σλίθεριν παίρνει το κύπελλο τα τελευταία έξι χρόνια! Κι αυτός ο ενοχλητικός ο Βαρόνος έχει πια καταντήσει ανυπόφορος! Ο Βαρόνος είναι το φάντασμα του Σλίθεριν...»

Ο Χάρι γύρισε το βλέμμα του στο τραπέζι των παιδιών του Σλίθεριν κι είδε καθισμένο εκεί ένα πραγματικά απαίσιο φάντασμα. Είχε απλανές βλέμμα, ένα πολύ αδύνατο πρόσωπο και ρούχα λερωμένα με ασημένιο αίμα. Ήταν καθισμένο δίπλα στον Μαλφόι και ο Χάρι πρόσεξε με ικανοποίηση ότι ο Μαλφόι δεν έδειχνε και τόσο ευχαριστημένος με το γείτονα του.

«Πώς γέμισε αίματα;» ρώτησε μ' ενδιαφέρον ο Σίμους.

«Δεν είχα ποτέ την αγένεια να ρωτήσω!» αποκρίθηκε ο Σχεδόν-Ακέφαλος-Νικ, βάζοντας τον στη θέση του.