«Καταπληκτικό φαγητό, έτσι;» είπε ο Ρον στον Χάρι, μιλώντας του μέσα απ' το άνοιγμα στις κουρτίνες. «Κάτσε ήσυχα, Σκάμπερς! Μασάει τα σεντόνια μου...»
Ο Χάρι ήθελε να ρωτήσει τον Ρον αν είχε δοκιμάσει την πουτίγκα, αλλά δεν πρόλαβε, γιατί τον πήρε ο ύπνος.
Ίσως ο Χάρι να είχε παραφάει, γιατί άρχισε αμέσως να βλέπει ένα παράξενο όνειρο. Φορούσε, λέει, το τουρμπάνι του καθηγητή Κούιρελ, που του μιλούσε συνέχεια· δηλαδή το τουρμπάνι τού μιλούσε... Του έλεγε πως έπρεπε να ζητήσει αμέσως μεταφορά στο Σλίθεριν, γιατί αυτή ήταν η μοίρα του. Ο Χάρι απάντησε στο τουρμπάνι πως δεν είχε καμιά διάθεση να πάει στο Σλίθεριν και τότε εκείνο άρχισε να τον στενεύει όλο και περισσότερο. Ο Χάρι προσπάθησε να το τραβήξει απ' το κεφάλι του, αλλά εκείνο δεν έβγαινε... Και μετά παρουσιάστηκε μπροστά του ο Μαλφόι, που γελούσε μαζί του επειδή δεν κατόρθωνε να το βγάλει... Μετά ο Μαλφόι μεταμορφώθηκε σε καθηγητή Σνέιπ, με τη γαμψή μύτη κι ένα απαίσιο γέλιο... Το γέλιο δυνάμωσε... είδε μπροστά του μια λάμψη από πράσινο φως... κι ο Χάρι ξύπνησε, ιδρωμένος και τρομαγμένος.
Γύρισε απ' την άλλη πλευρά και ξανακοιμήθηκε αμέσως. Κι όταν ξύπνησε το άλλο πρωί, δε θυμόταν τίποτα από το όνειρο.
8. Ο καθηγητής των φίλτρων
«Να, δες τον!»
«Πού;»
«Εκεί. Δίπλα στον ψηλό με τα κόκκινα μαλλιά».
«Ναι. Είδες το πρόσωπο του;»
«Είδες το σημάδι του;»
Οι ψίθυροι ακολούθησαν τον Χάρι απ' την πρώτη στιγμή που βγήκε απ' το δωμάτιο του το άλλο πρωί. Παιδιά που στέκονταν στη σειρά μπροστά στις διάφορες τάξεις, ανασηκώνονταν στις μύτες των ποδιών τους για να τον δουν, ή τον έπαιρναν από πίσω στους διαδρόμους, κοιτάζοντας τον με ολοφάνερη περιέργεια. Ο Χάρι παρακαλούσε από μέσα του να τον αφήσουν ήσυχο, γιατί προσπαθούσε να συγκεντρωθεί και να μη χάσει το δρόμο του, καθώς πήγαινε από τάξη σε τάξη.
Υπήρχαν 142 διαφορετικές σκάλες στο «Χόγκουαρτς», άλλες φαρδιές και μαρμάρινες, άλλες στενές και στριφτές, άλλες ξύλινες κι άλλες μ' ένα παιχνιδιάρικο σκαλοπάτι στη μέση τους, που εξαφανιζόταν κάθε τόσο κι έπρεπε να θυμάσαι κάθε φορά να το πηδάς. Κι έπειτα, ήταν οι πόρτες: πόρτες που δεν άνοιγαν, εκτός αν τους το ζητούσες πολύ ευγενικά, ή τις γαργαλούσες σ' ένα ειδικό σημείο· πόρτες που δεν ήταν πραγματικά πόρτες, αλλά τοίχοι που παρίσταναν τις πόρτες και πόρτες που άνοιγαν κι έκλειναν από μόνες τους. Ακόμη, ήταν πολύ δύσκολο να θυμάσαι και το πού βρισκόταν το καθετί, γιατί όλα άλλαζαν συχνά θέση. Οι άνθρωποι στα πορτρέτα έβγαιναν απ' τα κάδρα τους για να επισκεφθούν ο ένας τον άλλον. Ο Χάρι είχε αρχίσει να σιγουρεύεται πως οι πανοπλίες μπορούσαν να περπατούν.
Όσο για τα φαντάσματα, κάθε άλλο παρά βοηθούσαν την κατάσταση. Ήταν μια πολύ δυσάρεστη εμπειρία, όταν κάποιο απ' αυτά γλιστρούσε μέσα απ' την πόρτα που προσπαθούσες ν' ανοίξεις. Ο Σχεδόν-Ακέφαλος-Νικ ήταν πάντα πρόθυμος να δείξει το δρόμο στους καινούριους του Γκρίφιντορ, αλλά ο Πιβς, αν τον ρωτούσες ενώ είχες αργήσει για το μάθημα, κατάφερνε πάντα να σε στέλνει προς τη λάθος κατεύθυνση, η οποία κατέληγε πάντα μπροστά σε μια κλειδωμένη πόρτα. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Πιβς πετούσε καλάθια απορριμμάτων στο κεφάλι σου, τραβούσε τα χαλιά κάτω από τα πόδια σου, σε βομβάρδιζε με κομμάτια κιμωλίας, ή ερχόταν αόρατος από πίσω σου, άρπαζε σφιχτά τη μύτη σου και φώναζε δυνατά: «Σ' έπιασα!»
Ακόμη χειρότερος κι απ' τον Πιβς, αν κάτι τέτοιο ήταν δυνατό, ήταν ο επιστάτης Άργκους Φιλτς. Ο Χάρι κι ο Ρον τα κατάφεραν να τους αντιπαθήσει απ' το πρώτο κιόλας πρωί τους στο σχολείο. Ο Φιλτς τους έπιασε να προσπαθούν ν' ανοίξουν με το ζόρι μια πόρτα, που ήταν η είσοδος στην απαγορευμένη για τους φοιτητές περιοχή του τρίτου ορόφου! Δεν ήθελε να πιστέψει πως είχαν χάσει το δρόμο τους. Ήταν σίγουρος πως το έκαναν επίτηδες κι απειλούσε να τους κλείσει στα υπόγεια, όταν τους έσωσε ο καθηγητής Κούιρελ, που έτυχε να περνά.
Ο Φιλτς είχε μια γάτα, που τ' όνομα της ήταν κυρία Νόρις· μια αδύνατη γκρίζα γάτα, με τεράστια φωτεινά μάτια, ίδια με του Φιλτς. Μέρα και νύχτα αυτή η γάτα έκανε ολομόναχη περιοδεία στους αμέτρητους διαδρόμους του «Χόγκουαρτς». Κι όποιος απ' τους μαθητές έκανε μια παράβαση ή αγνοούσε κάποιον κανονισμό, ακόμη και τον παραμικρό, η γάτα το έβλεπε, έτρεχε αμέσως στον κύριο της κι ο Φιλτς έφτανε λαχανιασμένος, το πολύ σε δέκα λεπτά. Ο Φιλτς ήξερε τα μυστικά περάσματα του «Χόγκουαρτς» καλύτερα από κάθε άλλον (εκτός ίσως απ' τους δίδυμους Ουέσλι) και παρουσιαζόταν ξαφνικά, όπως τα φαντάσματα της σχολής. Όλοι οι μαθητές τον μισούσαν. Η κρυφή φιλοδοξία πολλών από αυτούς ήταν να δώσουν μια γερή κλοτσιά στην κυρία Νόρις.