Выбрать главу

Όταν ο καλλικάντζαρος άρχισε πάλι να πηγαίνει καταπάνω στον Ρον, ο Χάρι έκανε κάτι πολύ χαζό, αλλά και πολύ γενναίο. Τρέχοντας, πήδησε πάνω στη ράχη του, έσφιξε το ένα μπράτσο του γύρω από το χοντρό λαιμό του καλλικάντζαρου και έχωσε στο ένα ρουθούνι του το μαγικό του ραβδί, που το κρατούσε με το άλλο του χέρι.

Ουρλιάζοντας πάλι, αλλά τώρα από πόνο, ο καλλικάντζαρος συνέχισε να στριφογυρίζει μανιασμένα χτυπώντας δεξιά κι αριστερά με το ρόπαλο του, ενώ ο Χάρι κρατιόταν επάνω του όσο πιο σφιχτά μπορούσε. Η Ερμιόνη είχε τώρα πέσει στο πάτωμα, ενώ ο Ρον, μη ξέροντας τι άλλο να κάνει, έβγαλε βιαστικά το δικό του μαγικό ραβδί, το τίναξε κι είπε το πρώτο ξόρκι που πέρασε από το μυαλό του: «Γουινγκάρτιουμ Λεβιόζα!»

Αμέσως το ρόπαλο έφυγε από το χέρι του καλλικάντζαρου, σηκώθηκε ψηλά στον αέρα, έμεινε για μια στιγμή μετέωρο και μετά έπεσε με δύναμη στο κεφάλι του κατόχου του. Ο καλλικάντζαρος παραπάτησε και μετά έπεσε απότομα μπρούμυτα, μ' ένα γδούπο που τράνταξε ολόκληρη την αίθουσα.

Ο Χάρι σηκώθηκε όρθιος, τρέμοντας ολόκληρος και με την ανάσα του κομμένη. Ο Ρον στεκόταν ακίνητος, με το μαγικό ραβδί του ακόμη σηκωμένο, θαυμάζοντας, κατάπληκτος, το κατόρθωμα του.

Ήταν η Ερμιόνη αυτή που μίλησε πρώτη.

«Είναι... ψόφιος;» ρώτησε, δείχνοντας τον καλλικάντζαρο.

«Δε νομίζω», αποκρίθηκε ο Χάρι. «Ζαλισμένος πρέπει να ναι από το χτύπημα...»

Σκύβοντας, τράβηξε το μαγικό ραβδί του από τη μύτη του καλλικάντζαρου. Η μια άκρη του ήταν τώρα πασαλειμμένη με κάτι που έμοιαζε με γκρίζα κόλλα.

«Μπλιαχ...» είπε με αηδία και το σκούπισε επάνω στη ράχη του αναίσθητου καλλικάντζαρου.

Ένα ξαφνικό χτύπημα της πόρτας και τα δυνατά βήματα που πλησίαζαν, έκαναν και τους τρεις τους να γυρίσουν αλλού τα βλέμματα τους. Δεν ήξεραν πόση φασαρία είχαν κάνει, αλλά ασφαλώς κάποιος στα υπόγεια θα τους είχε ακούσει, γιατί λίγες στιγμές αργότερα η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ μπήκε σχεδόν τρέχοντας στην αίθουσα. Την ακολουθούσε ο καθηγητής Σνέιπ και πίσω απ' αυτόν ο καθηγητής Κούιρελ, δείχνοντας ακόμη πιο τρομαγμένοι απ' ό,τι προηγουμένως. Βλέποντας τον αναίσθητο καλλικάντζαρο, ο Κούιρελ άφησε να του ξεφύγει μια αδύναμη κραυγή και μετά έπεσε πάνω σε μια τουαλέτα κι έφερε το χέρι στην καρδιά του.

Ο Σνέιπ έσκυψε πάνω από τον καλλικάντζαρο. Η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ κοιτούσε μια τον Χάρι και μια τον Ρον. Ο Χάρι δεν την είχε ποτέ δει τόσο θυμωμένη: τα χείλη της ήταν σφιγμένα και τα μάτια της πετούσαν σπίθες!

«Τι στο καλό σας έπιασε;» φώναξε η καθηγήτρια κι ο θυμός έκανε τη φωνή της να τρέμει. Ο Χάρι έριξε μια γρήγορη ματιά στον Ρον, που στεκόταν με το μαγικό του ραβδί ακόμη σηκωμένο. «Είσαστε τυχεροί που δε σκοτωθήκατε», συνέχισε η ΜακΓκόναγκαλ. «Γιατί δεν πήγατε στον κοιτώνα σας;»

Ο καθηγητής Σνέιπ έριξε ένα διαπεραστικό Βλέμμα στον Χάρι κι εκείνος χαμήλωσε τα μάτια. Ο Ρον συνέχιζε να μένει ακίνητος.

Ξαφνικά ακούστηκε μια αδύναμη φωνή.

«Σας παρακαλώ, κυρία καθηγήτρια... Για μένα έψαχναν...»

«Μις Γκρέιντζερ!»

Η Ερμιόνη είχε τώρα καταφέρει να σταθεί στα πόδια της.

«Μόνη μου πήγα... να βρω τον καλλικάντζαρο...» είπε, «γιατί... γιατί νόμιζα πώς θα μπορούσα να τον αντιμετωπίσω... Θέλω να πω, επειδή... επειδή είχα διαβάσει γι' αυτούς και...»

Ο Ρον κατέβασε το μαγικό του ραβδί και μια έκφραση εκπλήξης ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του. Η Ερμιόνη έλεγε ψέματα! Και μάλιστα σε μια καθηγήτρια! Απίστευτο!

«Αν δε με είχαν βρει, θα... θα ήμουν πεθαμένη τώρα...» συνέχισε η Ερμιόνη. «Ο Χάρι έχωσε το ραβδί του στη μύτη του καλλικάντζαρου κι ο Ρον τον χτύπησε και τον άφησε αναίσθητο με το δικό του ρόπαλο... Δεν προλάβαιναν να φωνάξουν κάποιον, γιατί ο καλλικάντζαρος ήταν έτοιμος να με σκοτώσει όταν έφτασαν...»

Ο Χάρι κι ο Ρον κούνησαν καταφατικά τα κεφάλια τους, λες κι αυτή η ιστορία ήταν απόλυτα αληθινή.

«Τότε... αφού είναι έτσι...» είπε η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ κοιτάζοντας διαπεραστικά και τους τρεις τους. «Εσύ όμως, Ερμιόνη... ανόητο κορίτσι... πώς μπόρεσες να φανταστείς πως θα τα κατάφερνες ν' αντιμετωπίσεις μόνη σου έναν καλλικάντζαρο;»

Η Ερμιόνη χαμήλωσε το κεφάλι και δεν απάντησε.

«Μις Γκρέιντζερ», συνέχισε η καθηγήτρια σε αυστηρό τόνο, «πέντε βαθμοί θ' αφαιρεθούν απ' το Γκρίφιντορ γι' αυτή την περιπέτεια. Και πρέπει να πω πως είμαι πολύ απογοητευμένη από σένα... Τώρα, αν είσαι εντελώς καλά, γύρισε στο δωμάτιο σου. Όλοι οι μαθητές θα τελειώσουν απόψε το δείπνο τους στους κοιτώνες τους».

Σιωπηλή και με σκυμμένο το κεφάλι, η Ερμιόνη έφυγε.

Η καθηγήτρια ΜακΓκόναγκαλ γύρισε τότε προς τον Χάρι και τον Ρον.

«Όσο για σας, επιμένω πως σταθήκατε πολύ τυχεροί», τους είπε. «Δεν είναι και πολλοί οι πρωτοετείς που θα τολμούσαν ν' αντιμετωπίσουν μόνοι τους έναν καλλικάντζαρο, και μάλιστα του βουνού! Ο καθένας σας, λοιπόν, κερδίζει πέντε βαθμούς για το Γκρίφιντορ. Και θα ειδοποιήσω τον καθηγητή Ντάμπλντορ για όλη αυτή την ιστορία. Μπορείτε τώρα να πηγαίνετε...»