Ο Χάρι και ο Ρον έφυγαν βιαστικά και δε μίλησαν μεταξύ τους, ώσπου ανέβηκαν τη σκάλα ως το δεύτερο πάτωμα. Το να βρίσκονται μακριά απ' τη μυρωδιά του ορεινού καλλικάντζαρου ήταν κιόλας μεγάλη ανακούφιση.
«Θα 'πρεπε να μας δώσουν περισσότερους από δέκα βαθμούς», είπε τότε ο Ρον με γκρινιάρικο ύφος.
«Πέντε, θέλεις να πεις», τον διόρθωσε ο Χάρι. «Γιατί έκοψε πέντε βαθμούς απ' την Ερμιόνη...»
«Καλοσύνη της που μας δικαιολόγησε», παρατήρησε ο Ρον. «Όμως κι εμείς της σώσαμε τη ζωή!»
«Μπορεί να μη χρειαζόταν να τη σώσουμε, αν δεν την είχαμε κλειδώσει μαζί με τον καλλικάντζαρο», του θύμισε ο Χάρι.
Στο μεταξύ είχαν φτάσει μπροστά στο πορτρέτο της χοντρής κυρίας.
«Μουσούδα γουρουνιού!» της φώναξαν και μπήκαν μέσα.
Η αίθουσα διαλειμμάτων ήταν γεμάτη παιδιά και θόρυβο. Όλοι τέλειωναν το φαγητό τους, που είχε έρθει εκεί από την τραπεζαρία. Η Ερμιόνη, όμως, στεκόταν μόνη κοντά στην πόρτα, περιμένοντας τους. Όταν την πλησίασαν, κανείς τους δεν ήξερε τι να πει. Μετά είπαν κι οι τρεις μαζί «ευχαριστώ» και πήγαν να πάρουν πιάτα.
Από εκείνη τη μέρα, όμως, η Ερμιόνη έγινε φίλη τους. Γιατί υπάρχουν μερικές εμπειρίες τις οποίες δεν μπορείς να μοιραστείς με κάποιους, χωρίς ταυτόχρονα να δεθείς στενά μαζί τους. Κι η αντιμετώπιση ενός ορεινού καλλικάντζαρου είναι οπωσδήποτε μία απ' αυτές!
11. Κουίντιτς
Οταν μπήκε ο Νοέμβριος, το κρΰο έγινε τσουχτερό. Τα βουνά γύρω απ' το «Χόγκουαρτς» πήραν ένα παγερό γκρίζο χρώμα· η λίμνη πάγωσε κι έγινε γυαλιστερή και γκρίζα σαν ατσάλι. Κάθε πρωί το χώμα ήταν σκεπασμένο με πάγο και τα παιδιά έβλεπαν απ' τα παράθυρα τους τον Χάγκριντ να ξεπαγώνει τα σκουπόξυλα έξω απ' το γήπεδο του κουίντιτς, τυλιγμένος μ' ένα μακρύ παλτό από δέρμα τυφλοπόντικα, με γάντια από δέρμα κουνελιού και τεράστιες μπότες από δέρμα κάστορα.
Η περίοδος του κουίντιτς είχε μόλις αρχίσει. Το επόμενο Σάββατο ο Χάρι θα έπαιρνε μέρος στον πρώτο του αγώνα, μετά από εβδομάδες σκληρής προπόνησης. Το ματς θα παιζόταν ανάμεσα στο Γκρίφιντορ και το Σλίθεριν. Αν η ομάδα του Γκρίφιντορ νικούσε, ο κοιτώνας θα έπαιρνε τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα του σχολείου.
Σχεδόν κανείς ως τώρα δεν είχε δει τον Χάρι να παίζει, γιατί ο Γουντ είχε αποφασίσει πως, αφού ήταν το μυστικό όπλο τους, έπρεπε και να μείνει μυστικό μέχρι την τελευταία στιγμή. Η είδηση όμως πως θα έπαιζε στη θέση του ανιχνευτή είχε διαδοθεί και τώρα ο Χάρι δεν μπορούσε ν' αποφασίσει ποιο ήταν το χειρότερο: αυτοί που του έλεγαν πως ήταν σίγουροι πως θα τα κατάφερνε περίφημα, ή εκείνοι που τον βεβαίωναν ότι θα έτρεχαν από κάτω του μ' ένα μαλακό στρώμα για να μη χτυπήσει, όταν θα έπεφτε από το σκουπόξυλό του!
Για τον Χάρι ήταν σίγουρα μεγάλη τύχη που η Ερμιόνη Γκρέιντζερ ήταν τώρα φίλη του. Χωρίς αυτή, δε θα τα κατάφερνε με τα μαθήματα του, ιδίως εξαιτίας των επιπλέον προπονήσεων που ο Γουντ τους ανάγκαζε κάθε τόσο να κάνουν. Ακόμη, η Ερμιόνη του είχε δανείσει και Το κουίντιτς ανά τους αιώνες, που είχε αποδειχθεί ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο.
Απ' αυτό ο Χάρι έμαθε πως υπάρχουν 700 διαφορετικοί τρόποι για να κάνει ένας παίκτης φάουλ στο κουίντιτς και πως όλα αυτά τα 700 διαφορετικά φάουλ είχαν γίνει στα παιχνίδια του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Κουίντιτς του 1473. Είχε ακόμη μάθει πως οι κυνηγοί είναι συνήθως οι πιο μικροκαμωμένοι και γρήγοροι παίκτες αυτού του παιχνιδιού και πως σ' αυτούς συμβαίνουν κατά τεκμήριο τα πιο σοβαρά ατυχήματα. Και τέλος πως, ενώ σπάνια σημειώνονται θάνατοι παικτών στο κουίντιτς, συχνά παρατηρούνται εξαφανίσεις διαιτητών, οι οποίοι εμφανίζονται τρεις μήνες αργότερα στην έρημο Σαχάρα.
Από τότε που ο Χάρι και ο Ρον την έσωσαν από τον ορεινό καλλικάντζαρο, η Ερμιόνη είχε γίνει πιο ανεκτική όσον αφορά την παράβαση κανόνων του σχολείου, κάτι που την είχε κάνει πολύ πιο συμπαθητική. Τη μέρα πριν από το πρώτο ματς κουίντιτς του Χάρι, οι τρεις τους πέρασαν το διάλειμμα έξω, στην παγωμένη αυλή. Η Ερμιόνη τους είχε φτιάξει μια ζεστή μπλε φλόγα, την οποία μπορούσαν να κουβαλούν μαζί τους μέσα σ' ένα άδειο γυάλινο βαζάκι από μαρμελάδα. Κάποια στιγμή, ενώ και τα τρία παιδιά στέκονταν με την πλάτη γυρισμένη στην μπλε φλόγα για να ζεσταθούν, ο καθηγητής Σνέιπ πέρασε μπροστά τους. Ο Χάρι είδε αμέσως ότι ο Σνέιπ κούτσαινε ελαφρά. Κι οι τρεις τους πλησίασαν πιο κοντά ο ένας στον άλλο, για να κρύψουν τη φλόγα, επειδή ήταν σίγουροι πως δε θα επιτρεπόταν απ' τους κανονισμούς. Δυστυχώς, όμως, κάτι απ' την ένοχη έκφραση στο πρόσωπο τους τράβηξε την προσοχή του Σνέιπ, ο οποίος, κουτσαίνοντας, τους πλησίασε. Δεν είχε δει ακόμη τη μαγική φλόγα, αλλά έδειχνε σαν να έψαχνε αφορμή για να τους μαλώσει.