Ο Μπέιν προχώρησε και στάθηκε δίπλα στον Ρόναν. Μετά σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τον ουρανό.
«Ο Άρης λάμπει πολύ απόψε», αποκρίθηκε.
«Ναι, το μάθαμε!» είπε νευριασμένος ο Χάγκριντ. «Λοιπόν, αν κάποιος από τους δυο σας προσέξει κάτι, ας με ειδοποιήσει... Εμείς πηγαίνουμε».
Ο Χάρι κι η Ερμιόνη τον ακολούθησαν σιωπηλοί έξω από το ξέφωτο, κοιτάζοντας κάθε τόσο πίσω τους, ώσπου τα δέντρα έκρυψαν τους δυο Κενταύρους από τα μάτια τους.
«Ποτέ μην προσπαθήσετε να πάρετε ξεκάθαρη απάντηση από Κένταυρο!» τους συμβούλεψε ο Χάγκριντ, ακόμα νευριασμένος. «Αφηρημένοι και με το μυαλό τους στα άστρα, πάντα έτσι είναι! Δεν τους ενδιαφέρει τίποτε άλλο εκτός από το φεγγάρι!...»
«Είναι πολλοί από αυτούς εδώ;» ρώτησε η Ερμιόνη.
«Αρκετοί... Δεν κάνουν εύκολα παρέες, αλλά σε μένα μιλάνε... Ξέρουν πολλά οι Κένταυροι... μόνο που δεν τα λένε εύκολα...»
«Λες να ήταν κανένας Κένταυρος αυτό που ακούσαμε πριν;» ρώτησε ο Χάρι.
«Σου έμοιαζε με ποδοβολητό; Όχι, αυτό που ακούσαμε, είναι αυτό που σκοτώνει τώρα τους μονόκερους στο δάσος... Κι εγώ προσωπικά, πρώτη φορά ακούω τέτοιο θόρυβο...» του απάντησε ο Χάγκριντ.
Συνέχισαν να προχωρούν σιωπηλοί μέσα από τα πυκνά δέντρα. Ο Χάρι κοιτούσε κάθε τόσο νευρικά πίσω του, γιατί είχε τη δυσάρεστη αίσθηση πως κάποιος τον παρακολουθούσε. Ήταν πολύ ευχαριστημένος που είχε μαζί του τον Χάγκριντ με το τόξο του.
Οι δυο τους είχαν μόλις περάσει μια στροφή στο μονοπάτι, όταν η Ερμιόνη άρπαξε τον Χάγκριντ από το μπράτσο.
«Κοίτα!» του είπε. «Κόκκινες σπίθες! Κάτι έπαθαν οι άλλοι!»
«Εσείς περιμένετε εδώ!» φώναξε ο Χάγκριντ. «Μη Βγείτε από το μονοπάτι! Θα γυρίσω να σας πάρω».
Τα δυο παιδιά τον άκουσαν ν' απομακρύνεται τρέχοντας. Μετά κοιτάχτηκαν μ' αγωνία.
«Λες να τραυματίστηκαν;» ρώτησε η Ερμιόνη.
«Πα τον Μαλφόι, δε με νοιάζει!» αποκρίθηκε ο Χάρι. «Αλλά, αν έπαθε κάτι ο Νέβιλ... Εξάλλου εμείς φταίμε που βρίσκεται απόψε εδώ...»
Τα λεπτά κυλούσαν Βασανιστικά. Ο Χάρι και η Ερμιόνη αφουγκράζονταν σιωπηλοί. Ο Χάρι, μάλιστα, νόμιζε ότι απόψε τ' αφτιά του είχαν γίνει διάπλατα, έτσι όπως «έπιανε» και τον παραμικρό θόρυβο. Τι να είχε συμβεί άραγε; Οι άλλοι ήταν καλά;
Σε λίγο δυνατοί θόρυβοι από βιαστικά βήματα σήμαναν την επιστροφή του Χάγκριντ. Ο Μαλφόι, ο Νέβιλ και ο Φανγκ ήταν μαζί του. Ο Χάγκριντ ήταν έξαλλος από θυμό, γιατί ο Μαλφόι είχε πάει κρυφά πίσω από τον Νέβιλ και τον είχε αρπάξει από το λαιμό, έτσι, για πλάκα! Φυσικά ο Νέβιλ πανικοβλήθηκε κι έστειλε τις κόκκινες σπίθες.
«Θα είμαστε πολύ τυχεροί τώρα, αν ακούσουμε τίποτα με τη φασαρία που κάνατε!» είπε αγριεμένος ο Χάγκριντ. «Λοιπόν, τώρα θ' αλλάξουμε ομάδες. Εσύ, Νέβιλ, θα είσαι μαζί μου και με την Ερμιόνη. Εσύ, Χάρι, θα πας με τον Φανγκ κι αυτόν εδώ τον ηλίθιο!»
«Λυπάμαι», ψιθύρισε κατόπιν κρυφά ο Χάγκριντ στον Χάρι, «αλλά εσένα δε θα μπορέσει να σε φοβίσει τόσο εύκολα όσο τον Νέβιλ...»
Έτσι, σε λίγο ο Χάρι ξεκίνησε πάλι για την καρδιά του δάσους, μαζί με τον Μαλφόι και το τεράστιο λυκόσκυλο, τον Φανγκ. Περπάτησαν σχεδόν μισή ώρα, ώσπου το μονοπάτι ξεχώριζε με δυσκολία — τόσο πυκνά είχαν γίνει τα δέντρα. Όμως οι κηλίδες από το ασημένιο αίμα ξεχώριζαν ακόμη. Ο Χάρι είχε τώρα την εντύπωση πως γίνονταν όλο και πιο πυκνές. Μερικές μεγάλες κηλίδες από αίμα είχαν πέσει στις ρίζες ενός δέντρου, λες και το άτυχο ζώο είχε σπαρταρήσει από πόνο κάπου εκεί κοντά. Ίσια μπροστά του κι ανάμεσα από τα μπλεγμένα κλαδιά των δέντρων, ο Χάρι ξεχώριζε τώρα ένα άλλο μικρό ξέφωτο.
«Κοίτα...» ψιθύρισε, απλώνοντας το χέρι του για να σταματήσει τον Μαλφόι.
Κάτι κάτασπρο γυάλιζε πεσμένο στο χώμα. Τα δυο παιδιά πήγαν κοντά του.
Ήταν ένας μονόκερος κι ήταν πια νεκρός. Ο Χάρι δεν είχε ποτέ δει στη ζωή του κάτι τόσο όμορφο και τόσο θλιβερό. Τα μακριά και λεπτά πόδια του ζώου ήταν τεντωμένα, καθώς είχε πέσει στο πλάι, ενώ γυάλιζαν σαν μαργαριτάρια ανάμεσα στα σκοτεινά φυλλώματα.
Ο Χάρι έκανε ένα αυθόρμητο Βήμα μπροστά, όταν ένας συρτός θόρυβος τον σταμάτησε. Κοίταξε γύρω... Ένας θάμνος στην άκρη του ξέφωτου κουνήθηκε... Μετά, μέσα από το σκοτάδι, φάνηκε ένα πλάσμα με κουκούλα στο κεφάλι... Το πλάσμα άρχισε να προχωρεί με τα τέσσερα προς το σκοτωμένο μονόκερο. Ο Μαλφόι, ο Χάρι κι ο Φανγκ το κοίταζαν ακίνητοι, σαν μαρμαρωμένοι. Το πλάσμα έφτασε στο ασημένιο πτώμα, έσκυψε το κεφάλι στην πληγή που υπήρχε στο ένα πλευρό του ζώου κι άρχισε να ρουφά το αίμα.
«Ααααα!»
Ο Μαλφόι ούρλιαξε από τρόμο, γύρισε κι έφυγε τρέχοντας. Ο Φανγκ τον ακολούθησε. Το πλάσμα με την κουκούλα σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τον Χάρι. Το αίμα του μονόκερου έσταζε από το μουσούδι του. Μετά το πλάσμα σηκώθηκε όρθιο κι άρχισε να τον πλησιάζει. Ο Χάρι είχε παγώσει από το φόβο του.