Выбрать главу

Η όποια ανακούφιση μπορεί να ένιωσε με αυτήν τη σκέψη έσβησε καθώς η προέλαση των Κυκλωπιανών συνεχιζόταν. Οι μονόφθαλμοι έρχονταν σαν σύννεφο καταιγίδας, αργά, αποφασιστικά. Πάνω από τον θόρυβο της προέλασης και τη φασαρία που γινόταν στο τείχος, ο Λούθιεν άκουγε τους Κυκλωπιανούς τυμπανιστές να παίζουν έναν βαρύ, μονότονο ρυθμό.

Σαν τους χτύπους μιας καρδιάς, συνεχείς και αναπόφευκτους.

Μια μπάλα αναμμένης πίσσας έπεσε στο πεδίο μπροστά στους Κυκλωπιανούς πιτσιλίζοντας μερικούς στην μπροστινή γραμμή. Οι ασπίδες τους όμως απέκρουσαν τα φλεγόμενα κομμάτια και έτσι δεν επιβραδύνθηκε στιγμή η πορεία τους.

Ένας κόμπος πανικού υψώθηκε στον λαιμό του Λούθιεν, μια ξαφνική παρόρμηση να το σκάσει, να φύγει από την πίσω πύλη του Κάερ Μακντόναλντ και να τρέξει στα βουνά. Δεν είχε φανταστεί ότι θα ήταν έτσι η επίθεση, τόσο ελεγχόμενη και αποφασισμένη. Περίμενε ότι ο Κυκλωπιανός αρχηγός θα έκανε κάποια ανακοίνωση, περίμενε να ηχήσει ένα κέρας και μετά να ακολουθήσει μια έφοδος, με τους Κυκλωπιανούς να αλαλάζουν.

Αυτή η προέλαση όμως ήταν πολύ υπολογισμένη και γεμάτη σιγουριά. Οι Πραιτωριανοί Φρουροί κρατούσαν κλειστό σχηματισμό και οι γραμμές τους σχεδόν δεν διαταράχθηκαν όταν η επόμενη βολή του καταπέλτη έπεσε στη μέση της χελώνης. Μερικοί πρέπει να σκοτώθηκαν ή να τραυματίστηκαν, ήταν αναπόφευκτο, αλλά ο σχηματισμός παρέμεινε ακλόνητος, συνέχισε να προχωρεί με τον ήχο τον τύμπανων ασταμάτητος, αναπόφευκτος. Ο Λούθιεν άρχισε να φοβάται ότι το ίδιο ήταν αναπόφευκτη και η επικρεμάμενη πτώση του Κάερ Μακντόναλντ.

Κοίταξε γύρω του. Καθώς όλοι είχαν σωπάσει από τη μέσα πλευρά του τείχους, συνειδητοποίησε ότι άνδρες και γυναίκες είχαν τους ίδιους φόβους. Μια φωνή μέσα του, είπε ότι ήταν ώρα να φανεί ηγέτης τους, πραγματικός ηγέτης. Οι επαναστάτες βρίσκονταν σε μια κρίσιμη στιγμή, πριν ακόμη αρχίσει η μάχη.

Ο Λούθιεν ανέβηκε πάνω στις επάλξεις τραβώντας τον Τυφλωτή από τη θήκη του. «Κάερ Μακντόναλντ!» φώναξε. «Εριαντόρ ελεύθερο!»

Όσοι περίμεναν πίσω από το εξωτερικό τείχος, γύρισαν να κοιτάξουν πίσω, μερικοί μάλιστα απορημένοι. Άλλοι όμως, όπως η Σιόμπαν, κατάλαβαν και εκτίμησαν αυτό που έκανε ο νεαρός Μπέντγουιρ.

Ο Λούθιεν έτρεξε κατά μήκος του τείχους μέχρι τον πυλώνα από την άλλη πλευρά της πελώριας μπροστινής πύλης του Κάερ Μακντόναλντ. Συνέχισε την πολεμική ιαχή, ώσπου γρήγορα άρχισαν να την επαναλαμβάνουν όλοι οι στρατιώτες στο τείχος της πόλης.

Εκείνοι που βρίσκονταν πίσω από το εξωτερικό τείχος, με τον εχθρό να πλησιάζει γρήγορα σε ακτίνα βολής, δεν φώναξαν, όμως ενθαρρύνθηκαν από τις φωνές των συντρόφων πίσω τους. Μια σειρά από τόξα υψώθηκε κατά μήκος του τείχους με τα βέλη περασμένα στις χορδές.

Ο κυκλωπιανός στρατός συνέχιζε την αργή και σταθερή πορεία του. Δεκαπέντε μέτρα μακριά. Δώδεκα μέτρα.

Η Σιόμπαν και οι σύντροφοί της κρατούσαν ακόμη τα τόξα τους τεντωμένα, καθώς δεν έβλεπαν στόχους πίσω από αυτό το οχύρωμα των μεταλλικών ασπίδων. Άλλο ένα βλήμα του καταπέλτη προσγειώθηκε στη μέση του σχηματισμού, ακολουθούμενο αμέσως μετά από ένα βέλος μεγαβαλλίστρας που προερχόταν από κάποιον πύργο της Μητρόπολης. Χτύπησε στην μπροστινή σειρά και καμιά ασπίδα δεν μπόρεσε να το κρατήσει. Λύγισε τα μέταλλα και τα διαπέρασε καρφώνοντας έναν Κυκλωπιανό. Η δύναμη του βέλους έριξε κάτω εκείνους που στέκονταν δίπλα του επιφέροντας ένα προσωρινό ρήγμα στον σχηματισμό.

Οι τοξότες αντέδρασαν αμέσως και τα βέλη διαπέρασαν τη μάζα των μονόφθαλμων προκαλώντας πολλά θύματα.

Η χελώνη που πλησίαζε στη βορειοδυτική πλευρά του εξωτερικού τείχος, σε απόσταση έξι μόλις μέτρων έσπασε τον σχηματισμό και οι Κυκλωπιανοί έκαναν έφοδο ουρλιάζοντας άγρια. Οι χορδές των τόξων βούιξαν, ενώ οι λογχοφόροι άρχισαν να καρφώνουν προς τα κάτω τους μονόφθαλμους που προσπαθούσαν να ανεβούν το τείχος.

Η Σιόμπαν λίγο πιο βόρεια φώναξε στα ξωτικά να εξαπολύσουν το πρώτο μπαράζ, πριν ακόμη σπάσουν τον σχηματισμό τους οι Κυκλωπιανοί της χελώνης μπροστά τους. Ήταν ένα υπολογισμένο ρίσκο που αποδείχτηκε σωστό, γιατί σε τόσο μικρή απόσταση τα βέλη από τα πολύ ισχυρά τόξα των ξωτικών διαπέρασαν τις μεταλλικές ασπίδες, έτσι ώστε τα ξωτικά, με τις αστραπιαίες κινήσεις τους, πρόλαβαν να περάσουν τα επόμενα βέλη και να ρίξουν πάλι σχεδόν αμέσως.

Ακολούθησε ένα τρίτο και ένα τέταρτο μπαράζ πριν προλάβουν οι Κυκλωπιανοί να διανύσουν τα έξι μέτρα μέχρι το τείχος, αλλά όση ζημιά και να έκαναν τα βέλη, δεν ενόχλησαν τη μεγάλη μάζα των Κυκλωπιανών, πέντε χιλιάδες Πραιτωριανούς Φρουρούς σε αυτήν τη χελώνη μόνο. Οι μονόφθαλμοι δεν πανικοβλήθηκαν, δεν έκλαψαν για τους νεκρούς τους. Όρμησαν στο τείχος και άρχισαν να σκαρφαλώνουν, συχνά πατώντας πάνω στους νεκρούς τους.